Παρασκευή 22 Μαρτίου 2013

Η ΔΡΑΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΤΟΥ ΙΩΝΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ, ΠΥΡΓΟΣ-ΦΙΛΙΠΠΟΥΠΟΛΗ-ΔΕΔΕΑΓΑΤΣ-ΤΗΣ ΚΑΛΛΙΟΠΗΣ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΗ-ΜΟΥΣΙΟΠΟΥΛΟΥ


ΜΟΡΦΕΣ & ΓΕΓΟΝΟΤΑ
1902-1922
Η ΔΡΑΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΤΟΥ Ι. ΔΡΑΓΟΥΜΗ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ
Πύργος – Φιλιππούπολη - Δεδέαγατς

«Ως ανασαίνεις  τρίζουν και σπουν  τα
 σύνορα της Ελλάδας, γιατί είσαι συ το
Γένος  μας  τα  ανατολικό, το  πλούσιο,
ταραγμένο  και  πολύσπορο, το γιομάτο
ανρθώπινους  Θεούς και τέρατα, γένος
της Ρωμηοσύνης..»

Ν. Καζαντζάκης


Ο Ίων Δραγούμης, από τα νιάτα του, είχε τάξει σκοπό της ζωής του συνεχώς να γίνεται καλλίτερος. Αποκαλυπτική είναι η εξομολόγησή του: «Καλλίτερος από τον εαυτό μου. Και με τραβά επάνω από ένα μονάχα δρόμο, δύσκολο σπαρμένον αλλού πέτρες μυτερές, που κόβουν, αλλού άμμο ψιλή, ψιλή, που βουλιάζω μέσα της, κι αλλού λάσπες μαλακές τόσες που δεν ξέρω αν θα μπορέσω να περάσω χωρίς να πνιχτώ μέσα. Κι οι πέτρες πονούν τα πόδια μου και παν να τα χαλάσουν κ’ η άμμο με κουράζει ως τα κλάματα˙ κ’ οι λάσπες κολλούν επάνω και με λερώνουν…».
Ο Ίων Δραγούμης έζησε έντονα. Έδρασε πολύπλευρα. Δόθηκε με πάθος σε ό,τι ανέλαβε. Η ελληνικότητα τον συνεπαίρνει, τον χαρακτηρίζει ο παρακάτω στοχασμός του: «Δεν είναι ανάγκη να κάνω όλους τους Έλληνες σαν κ’ εμένα αν και αυτού θέλω και καλά να φθάσω...».
Διακατεχόταν από τη μανία της ενδοσκόπησης, όπως αφηγείται στο άρθρο του «Κοινωνισμός και Κοινωνιολογία»: «…από μικρός άλλο τίποτε δεν κάνω παρά να αναλύω με λύσσα και ευσυνειδησία τον εαυτό μου…».
Ο πολιτικός διχασμός του καιρού του προκάλεσε τον τραγικό θάνατό του.
Ο Κλ. Παράσχος, γράφει: «Σαράντα δυό χρόνια μονάχα βάσταξε η γήινη ζωή του Δραγούμη, η πραγματική της όμως διάρκεια στάθηκε πολύ μεγαλύτερη, αν τις μέρες μας και τις ώρες μας τις μετρήσουμε με την ένταση και όχι με την απλή χρονική έκτασή τους…».
Από έγγραφα του Αρχείου του Υπουργείου Εξωτερικών σκιαγραφείται το εθνικό έργο του Ι. Δραγούμη. Σε ηλικία 25 ετών υπηρετεί στο Προξενείο Μοναστηρίου και δηλώνει: «Δε δουλεύω για την κυβέρνηση, δουλεύω για τον Ελληνισμό…». Με την καθοδήγηση του πατέρα του, μαζί με τον ηρωικό γαμπρό του Παύλο Μελά οργανώνουν τις ελληνικές κοινότητες της Δ. Μακεδονίας.
Ο Ίων Δραγούμης στο πρώτο από τον ίδιο εκδομένο έργο του «Μαρτύρων και Ηρώων αίμα», εξιστορεί τη δράση των Βουλγάρων στη Μακεδονία, όπου ο Ελληνισμός μαχόταν να διώξει Σλάβους και Τούρκους από τη γη του. Θέλει να τονώσει το εθνικό αίσθημα των συμπατριωτών του, που εξεγέρθηκαν μετά τη θυσία του Παύλου Μελά.
Τον Μάιο του 1904 ανακαλείται στην Αθήνα να πάρει μέρος ως έφεδρος στα στρατιωτικά γυμνάσια. Ήδη το 1903 είχε υπηρετήσει με επιτυχία ως προσωρινός διευθυντής στο Προξενείο Σερρών.
Το 1904 διορίζεται στον βουλγαροκρατούμενο Πύργο της Β. Θράκης. Την εποχή αυτή εντείνεται το Ρωσικό ενδιαφέρον για την περιοχή. Ρώσοι αγοράζουν 20.000 στρέμματα αντί 150.000 χρ. Φράγκων στις περιοχές Πύργου και Αγχιάλου, όπου προετοιμάζονται βουλγαρικά σώματα. Στον Πύργο σημειώνει στο ημερολόγιό του:
«Δυό μήνες μένω σ’ ένα μέρος, τρεις μήνες, τέσσερεις˙ και τότε δίνω ένα κέντημα γενικό, χωρίς να το πολυγυρεύω, στους ανθρώπους τους Έλληνες που με βλέπουν. Αυτό το κέντημα φθάνει για να ξυπνήση μερικούς εντόπιους … Με λένε ξυπνητήρι και μ’ αρέσει αυτό το όνομα. Ξυπνώ κάθε ύπνο, ανακατώνω κάθε στάχτη και βγάζω κάθε σπίθα και ανάβω κάθε φωτιά σβησμένη και βγάζω κάθε πνοή κουρασμένη και παίζω κάθε χορδή σιωπηλή…»
Μετά διευθύνει το Προξενείο της Φιλιππούπολης.
Μελαγχολεί και γράφει:
«Άλλες χώρες είναι εκείνες όπου οι Έλληνες είναι ιθαγενείς και άλλες εκείνες, όπου είναι άποικοι, πάροικοι, μέτοικοι, μετανάσται, απόδημοι. Στην Ανατολική Ρωμυλία οι Έλληνες είναι ιθαγενείς. Στην Αμερική είναι πάροικοι… Μ’ αρέσει εγώ ο νέος Έλλην, να πηγαίνω στις βυζαντινές πολιτείες και να περπατώ στους παλιούς τους δρόμους και να πηγαίνω στα παλιά τα σπίτια, στο Μελένικο, στις Σέρρες, στη Φιλιππούπολη, στη Μεσημβρία. Στη Φιλιππούπολη μπήκαν οι βάρβαροι όλων των ειδών, Βούλγαροι, Εβραίοι, Αρμένηδες και Γύφτοι. Το μόνο που μ’ αρέσει, το μόνο που ταράζομαι, όταν βρίσκωμαι εκεί, είναι οι στενοί δρόμοι των δύο τεπέδων, του Νεμπέτ-Τεπέ και του Τζαμπάς-Τεπέ (του λόφου των σχοινοβατών). Εκεί κάθονται οι Έλληνες και τα σπίτια τους και οι δρόμοι τους είναι βυζαντινά και αρχοντικά. Περίεργο με φαίνεται εγώ, ο νέος Έλλην, να σχετίζωμαι με Βυζαντινούς. Οι περισσότεροι υπόδουλοι Έλληνες δεν έγιναν ακόμη Έλληνες και είναι Βυζαντινοί…».
Το 1905 μετατίθεται στο Υποπροξενείο του Δεδέαγατς, σ’ εποχή που είχε ενταθεί η δραστηριότητα των βουλγαρικών ληστοσυμμοριών στην Τουρκοκρατούμνη Θράκη.
Ο Ι. Δραγούμης, με τον ενθουσιασμό που τον διακρίνει, οργανώνει την ελληνική αντίστασης την περιοχή και πληροφορεί το Ελληνικό Υπουργείο των Εξωτερικών για τις μετακινήσεις τουρκικών στρατευμάτων και τα στρατιωτικά γυμνάσια στη Βουλγαρία. Πολύ ενδιαφέρον εξάλλου είναι το έγγραφο του από 1.10.1905, περίοδο κρίσιμη για τον Βορειοελλαδικό Ελληνισμό. Επισημαίνει την ανάγκη για σοβαρούς εθνικούς λόγους ν’ αγοραστεί γη από Έλληνες αγρότες στην περιοχή του Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη) και περιγράφει τις έντονες ενέργειές του για την επίτευξη αυτού του σκοπού: «… μαθών ότι πωλούνται γαίαί τινες παρά το Δεδέαγατς, συνεννοήθην μεθ’ Ελλήνων χωρικών καταπείσας αυτούς μετά δυσκολίας ν’ αγοράσωσι αυτάς. Επειδή δεν εξήρκουν αι πωλούμεναι γαίαι προς ίδρυσιν συνοικισμού ελληνικού, απετάθην τω εκ των ημετέρων προκρίτων ενταύθα Β. Σούχορ, υποπροξένω της Αυστροουγγαρίας, κτηματία και πράκτορι της ατμοπλοΐας Λόϋδ , και παρεκάλεσα αυτόν να πωλήση και ούτος τα κτήματα αυτού εις τους εν λόγω χωρικούς. Ούτος εδέχθη αντί 1.200 λιρών να πράξη τούτο, επειδή όμως οι χωρικοί δεν έχουσι χρήματα διαθέσιμα προς πληρωμήν του ποσού τούτου, εξ άλλου δε δεν δύνανται να επιτύχωσι δάνειον με τόκον μικρότερον των 12% όπερ εντελώς ασύμφορον αυτοίς, ο Β. Σουχόρ εδέχθη να δώση πενταετή ή εξαετή προθεσμίαν εις τους χωρικούς προς αποπληρωμήν των 1.200 λιρών ζητών δια το διάστημα τούτο τόκον 6% και αξιόχρεον εγγύησιν…». Επειδή ο Ι. Δραγούμης δεν βρήκε τους κατάλληλους εγγυητές, προτείνει λύση για την εξεύρεση δανείου: «… τη συνδρομή ελληνικής τινός Τραπέζης εν Αθήναις ή ΚΠόλει, εξευρεθή δάνειον δια το ήμισυ τουλάχιστον του άνω αναφερομένου ποσού δηλαδή δια 600 λίρας…». Τονίζει ότι οι υπόδουλοι Έλληνες πρέπει να «ενθαρρύνωνται προς αγοράν και καλλιέργειαν γαιών εάν δε ευκολυνθώσιν οι περί ων πρόκειται χωρικοί να αγοράσωσι τας ειρημένας γαίας, και έτεροι θα παρασυρθώσιν εις πρόσκτησιν τοιούτων…». Έχει ιδιαίτερη σημασία ότι ο Ι. Δραγούμης είναι ο πρώτος που ετόνισε την ανάγκη να υπάρξει στην Τουρκία Ελληνική Γεωργική Τράπεζα: «… ανάγκην ουχί επιτόπιον θρακικήν μόνον, αλλά και γενικωτέραν, ως είχον την τιμήν και άλλοτε εκ Μοναστηρίου και Σερρών να αναφέρω τω Β. Υπουργείω  διότι και εν Μακεδονία και εν Ηπείρω και εν Θράκη, αλλά και εν Μικρά Ασία αναμφιβόλως, αν θέλωμεν να διατηρήσωμεν την περιοχήν ημών οφείλομεν, νομίζω, να κρατήσωμεν εις χείρας ημών την γην και να καλλιεργώμεν αυτήν δια χειρών ελληνικών».
Το 1906 φθάνει ως την τουρκοκρατούμενη Θράκη ο απόηχος των δεινών του Ελληνισμού της Β. Θράκης.  Χαρακτηριστική είναι η παράγραφος από έγγραφο του Γ. Πρόξενου στην Φιλιππούπολη Σκάσση, για τα βίαια γεγονότα κατά του Ελληνικού στοιχείου: «Μετέβην παρά Νομαρχεύοντια συνοδεία ολοκλήρου Προξενικού σώματος και επ’ ονόματι μεν αυτού τω εγένοντο παραστάσεις δι’ εξακολουθούσαν διατάραξιν της τάξεως … Κατόπιν λαβών προσωπικώς τον λόγον εξέφρασα υψίστην αγανάκτησιν επί συμβάσι λέγων ότι είνε αίσχος δια την Βουλγαρίαν οι αγριότητες και απαραδειγμάτισται σκηναί, οίαι ουδέ υπό τον τουρκικόν ζυβόν έλαβον χώραν.
Απήντησεν ότι έχω δίκαιον…».
Σχετική είναι η ακόλουθη παράγραφος από τα Φιλολογικά απομνημονεύματα του Κ. Βάρναλη»: «… Το καλοκαίρι του 1906 οι Έλληνες αντάρτες είχανε κάψει κάποιο βουλγαρικό χωριό –δε θυμάμαι τώρα ποιο- για να εκδικηθούνε το κάψιμο κάποιου ελληνικού χωριού, που είχανε λίγο πρωτύτερο κάνει οι Βούλγαροι κομιτατζήδες. Με την αφορμή αυτή η Βουλγαρική κυβέρνηση του στρατηγού Ράτσο Πετρώφ έδωσε το σύνθημα στο βουλγαρικό τύπο, το σύνθημα μιάς λυσσασμένης πολεμικής ενάντια στην Ελλάδα και στους Έλληνες και οργανώθηκε η "αυθόρμητη" εξέγερση του Βουλγαρικού λαού ενάντια στο ελληνικό στοιχείο της χώρας. Το ότι η ίδια η κυβέρνηση οργάνωσε τους διωγμούς δεν αμφιβάλλει κανείς από όσους ξέρουνε το μηχανισμό των εθνικών εξεγέρσεων παντού και πάντα. Όμως αν αναφέρουμε "ως εκ περισσού", πως ο τότε διπλωματικός πράχτορας της Βουλγαρίας στην πόλη Νάτσεβιτς κατάγγειλε με μια σειρά άρθρων σε κάποια Βουλγαρική εφημερίδα την κυβέρνησή του για οργανωτή των διωγμών…»
Τότε πολλοί πρόσφυγες από την Β. Θράκη καταφεύγουν τις τουρκοκρατούμενες περιοχές καις την ελεύθερη Ελλάδα. Ο Ι. Δραγούμης φροντίζει για την εγκατάσταση στην περιοχή των πολλών προσφυγικών οικογενειών.
Μεριμνά, για την αποστολή δασκάλων σε χωριά, καθώς και για τον διορισμό ειδικών επιθεωρητών. Προτείνει τους Θρακιώγτες, Μ. Α. Σταμούλη, θεολόγο και νομικό και τον Α. Κουρτίδη, γιατρό και φιλόλογο. Υποδεικνύει την απονομή παρασήμων σε ιεράρχες και στον Λεονταρίδη, που με τις δωρεές του ιδρύθηκε σχολή στο Δεδέαγατς. Ζητεί την εγκατάσταση στην περιοχή μυστικού πράκτορα (αξιωματικού). Γράφει στην Επιτροπή προς Ενίσχυσιν της Ελληνικής Εκκλησίας και Παιδείας να χορηγήσει χρηματικά ποσά κ.λπ.
Στις σημειώσεις του περιγράφει τη ζωή στο Δεδέαγατς: «Η ελληνική γλώσσα, γλώσσα των σαλονιών, όπως τα γαλλικά στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, είναι στα στόματα όλων των Φραγκολεβαντίνων, των Αρμενίων και των Εβραίων. Ήμουν χθες σ’ ένα σαλόνι εδώ στο Δεδέαγατς που ήλθαν απ’ όλα τα μέρη του Ελληνισμού άνθρωποι για να εγκατασταθούν και να προκόψουν, εδώ που είναι κάθε καρυδιάς καρύδι, τι ενώνει τους  Έλληνες, τι απαλαίνει τις διαφορές τους, αν όχι η εκκλησία; Και οι γυναίκες που τραβούν τους άνδρες τους στην πατροπαράδοτη εκκλησία, οι Ελληνίδες, που μαζεύονται πάντα στην εκκλησία κάνουν μεγάλη εθνική δουλειά και τις ευγνωμονώ˙ ενώνουν περισσότερο τους Έλληνες της Κεφαλληνίας, της Χίου, της Θράκης, της Ηπείρου, της Μακεδονίας, του Μωριά και της Πόλης και της Σμύρνης και τους λένε, χωρίς λόγια, πως πρέπει να συνεργάζονται όλοι μαζί για να διατηρήσουν την εκκλησία.. Τώρα στη Θράκη, είμαι σκληρός και κρυσταλλένιος, σαν το διαμάντι. Βλέπω μόνο πως, αν η Ελλάδα δεν το θελήση, ο Ελληνισμός όμως, το έθνος όλο, πρέπει να θελήση να πολεμήση για την ένωσή του. Την ένωση να την κάμη πρόγραμμα, σκοπό, σημαία, όπλο, όργανο τα πάντα και να το βροντοφωνήση σ’ Ευρώπες και σε Τουρκίες…»
Ως Υποπρόξενος στο Δεδέαγατς επισκέπτεται τη Σαμοθράκη. Δυστυχώς δεν βρέθηκε στο Αρχείο του Υπουργείου Εσωτερικών η υπ’ αριθ. 292/16.7.1906 έκθεσή του για την οποία γράφει συνάδελφός του διπλωμάτης ότι ήταν πολύ κατατοπιστική. Τις εντυπώσεις κατά συναισθήματά του  καθώς και τους στοχασμούς του στο νησί των Καβείρων, ο Ίων Δραγούμης εκφράζει στο βιβλίο του «Σαμοθράκη»˙ στον πρόλογό του επισημαίνει: «… το βιβλίο αυτό, που είναι μάλλον συγκαιρινού και νέου ανθρώπου σχετικά με την εθνική του συνείδηση…». Οι στοχασμοί του διαδέχονται ο ένας τον άλλο καθώς περιηγείται το ιστορικό νησί. Πονεί για τη σκλαβιά, επαναστατεί και διερωτάται: «Αλλά και τι αξίζει να θέλη να ζη μια φυλή, αν δε θέλη και να νικήση; Και πως θα νικήση, αν δεν ενωθή όλη και δε φτειάση ένα κράτος μεγάλο και δυνατό, οργανισμό πολιτικό με βάση την τοπική αυτοδιοίκηση, αφού τέτοιο είναι το φυσικό της;». για την αυτοδιοίκηση τονίζει ότι «είναι ο κοινωνικός οργανισμός που βάσταξε τη φυλή αιώνες…» Η τωρινή Σαμοθράκη έχει κοινότητα που είναι συνέχεια της σαμοθρακικής πολιτείας, που περιγράφει ο Αριστοτέλης. Αδιάφορο αν άλλαξαν ονόματα οι άρχοντες, τα πράματα μένουν ίδια. Τότε ο πρώτος άρχοντας λεγόταν «βασιλεύς» και ήταν θρησκευτικός μαζί και  πολιτικός άρχοντας. τώρα ο άρχοντας λέγεται «δεσπότης». Αναλογίζεται ο Ι. Δραγούμης ότι το άγαλμα της Νίκης το έστησε σ’ ένα βράχο του νησιού κάποιος «νικηφόρος κατάντικρα στη Θράκη και τη Μακεδονία»: Τόπους που ο Δραγούμης λάτρεψε και αγωνίστηκε για την απελευθέρωσή τους. Γράφει «Η Νίκη είναι ύμνος, παιάνας, αρμονία, είναι μέθη, είναι γέλοιο, είναι χαρά, είναι θεά … είναι φως φεγγοβολή φωτιά …». Χρόνια αργότερα ο αείμνηστος αδελφός του Φίλιππος Δραγούμης σημείωσε στον Πρόλογο της Β’ έκδοσης της «Σαμοθράκης»: «… η Νίκη φτερούγησε τελευταία φορά κοντά του, την ώρα που αντάμωνε (ο Ίων) τον θάνατο, και του αφήκε στο νεκρό πλέον πρόσωπο κάποιο ασύλληπτο χαμόγελο».
Πάνω από δυό χρόνια ο Ι. Δραγούμης αγωνίσθηκε σθεναρά στον θρακικό χώρο. Αντιμετώπισε μύριους κινδύνους, ανυπέρβλητες δυσκολίες, σκληρές δοκιμασίες και συχνά την ολιγωρία του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών στα αιτήματά του για να προετοιμασθεί μεθοδικά η απελευθέρωση της Θράκης. Κυκλοφόρησε, όσο ήταν Υποπρόξενος στο Δεδέαγατς, ανυπόγραφα φυλλάδια για να εξυψώσει το εθνικό φρόνημα των υποδούλων: Α) Καταστατικό του σχολείου (1905 -1906) πριν από την ίδρυση του «Εκπαιδευτικού Ομίλου», Β) Δισέλιδο τυπωμένο φύλλο που έχει την επιγραφή «Οδηγίαι προς τους διδασκάλους των εν Θράκη ελληνικών σχολείων», Γ) Ανυπόγραφη έκκληση προς τους Έλληνες για την ίδρυση σχολείου για δασκάλους και ιερείς, όπου μεταξύ άλλων αναφέρονται: «Το Ελληνικόν έθνος,ε πειδή είναι λόγω φυλής εκ των ολίγανθρωποτέρων των επί γης εθνών, άνευ συγγενών και επειδή εν τω αγώνι της ζωής περιστοιχείται υπό πολλαπλών και πολυπληθών εχθρών, η δ’ εξόντωσις αυτού του φοβερού ιδία γείτονος –των Σλαύων- ανέκαθεν απειλείται και συστηματικώς επιδιώκει, δια τούτο καιρός πλέον είναι να παρασκευάση τάξιν ανθρώπων, αποκλειστικόν έργον και δη αυτό τούτο επάγγελμα εχόντων την αποσόβησιν του κινδύνου τούτου. Η τάξις αύτη, έστω η των διδασκάλων και των ιερέων…». Πιστεύει λοιπόν, ότι επιβάλλεται η Παρασκευή κατ’ έτος πεντήκοντα ειδικών οργάνων και η αποστολή αυτών εις πάσαν γωνίαν της ελευθέρας και δούλης γης είναι αναπόδραστος πλέον ανάγκη˙ τα όργανα ταύτα θα αγαπήσουν τον Ελληνισμόν υπερανθρώπως, θα εξυπνήσουν το εθνικόν φρόνημα όπου κοιμάται τούτο, θα εμφυσήσουν την αγάπην της Ελλάδος, όπου τυχόν εξητμίσθη αύτη, και θα σπείρουν θάρρος όπου ανάγκη και δια λόγου και δι’ έργου.
Οι διδάσκαλοι μας, όπως είναι και οι ιερείς μας δεν είναι προητοιμασμένοι προς επιδίωξην και επίτευξιν του ιερού, αλλά δυσκόλου και πλήρους κινδύνων τούτου σκοπού.
Δια τούτο πρέπει να παρασκευάσωμεν τα όργανα ταύτα. Θα παρασκευάσωμεν ταύτα επίτηδες δια τούτο. Θα παρασκευάσωμεν εν είδος τάγματος γενιτσάρων, εν είδος τάγματος ιεραποστόλων, και αν θέλετε ονόματα ιερώτερα, εν είδος Σπαρτιατών, Αποστόλων, ετοίμων και εις πύρ και εις θάνατον …»
Προτείνει την ίδρυση Σχολής «όπου θα διδάσκηται εις νέους Έλληνας η αγάπη του Ελληνισμού και η καλλιέργεια αυτής, ούτως ώστε οι νέοι αυτοί να γίνουν αποκλειστικοί, ακράτητοι, απόστολοι της ζωής τα δυνάμεως του Ελληνισμού …».


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου