Παρασκευή 22 Μαρτίου 2013

"ΜΕΛΕΤΗ ΕΔΑΦΟΥΣ"-ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ



Παναγιώτης Αθανασόπουλος
ΜΕΛΕΤΗ ΕΔΑΦΟΥΣ

Όταν περάσεις τη Μέστη, ετοιμάζεσαι να συναντήσεις την Αλεξανδρούπολη. Κι όταν φτάσεις στον Ποταμό νιώθεις σα να βρίσκεσαι κιόλας μέσα στην πόλη.
Ενδιάμεσα, έχεις δεχτεί πολλαπλά ερεθίσματα, τωρινά και από παλιές εμπειρίες και αναμνήσεις.
Σικαράγη: Παλιός τόπος αναψυχής και κυνηγιού. Το τρένο κινείται σε στροφές που εναλλάσσονται αριστερά-δεξιά, κεντρίζουν τη διάθεση για παρατήρηση. Και καθώς η νύχτα δεν έχει καλά-καλά υποχωρήσει, το σκούρο τοπίο γίνεται ένα εκπληκτικό φόντο που παίρνει στην σκέψη μιαν άλλη διάσταση: την προσπάθεια της φύσης να κρατηθεί έξω από την εισβολή του πολιτισμού, να κρατήσει το δικό της ύφος, τη δική της υπόσταση, να κρατηθεί στην τόσο όμορφη μοναξιά της, προστατευμένη από τους όγκους των βουνών.
Κιρκάς: Τα μεταλλεία. Ξεχωρίζουν τα κτίσματα των εγκαταστάσεων πάνω στη γη. Στο υπέδαφος καταχωνιάζουν τα μεταλλεύματα (μόλυβδος-ψευδάργυρος). Παλιότερες ελπίδες, για ευνοϊκές επιπτώσεις πάνω στην οικονομία της πόλης απ’ την καθολική αξιοποίησή τους.
Περνάς τον Ποταμό και τώρα πια δεν νιώθεις μονάχα, αλλά αγγίζεις την πόλη. Τα πρώτα μικρόσπιστα στο μήκος του δρόμου και της γραμμής, εκεί που στο βάθος ήταν το πυκνόφυτο Κυρονέρι
Η αλυσίδα των κτισμάτων συνεχίζεται, πυκνότερα, πληθωρικά, συνεχόμενη. Δεν υπάρχει πια κενό. Στο Γκαρ-Μιλιτέρ (στρατιωτικό σταθμό) μεγάλες κατοικίες αξιοποιούν έδαφος και ουρανό.
Λίγα λεπτά στάση στον «Γαλλικό σταθμό». Ουσιαστικά ο τελικός, είναι ο σταθμός του λιμανιού. Το τσιμέντο υπόστεγο και το κτίριο δεν άλλαξε από χρόνια. Αλλά αριστερά, ο χώρος μετά τις γραμμές, το λιμάνι, σου δίνει την εντύπωση μιας πιο έντονης κίνησης και η όλη παρουσία μια μικροαντιγραφή εμπορικού λιμανιού.
Κάθε ταξίδι έχει το τέλος του. Και κάποιος σταθμός είναι ο τελευταίος. Περιμένω με μια βαλίτσα στο πεζοδρόμιο. Τα ταξί έρχονται αραιά. Δεν κάνω καμιά προσπάθεια να κυριεύσω κάποιο από αυτά. Αφήνω στους συνταξιδιώτες το… προβάδισμα. Έπειτα δεν ήξερα, δεν είχα αποφασίσει που θα καταλήξω. Κυττάζω τον φάρο. Σήμα κατατεθέν της πόλης. Ο αφαλός της. Εκεί θα προστατέψουμε τις αναμνήσεις μας. Αυτός θα αφουγκράζεται το νοηματικό ψίθυρο των κατοίκων της. Εκεί θα φωλιάζει κάθε φωνή στη διαδρομή της ζωής.
Οι αναμνήσεις που βρίσκονται στο υπέδαφος, σκεπάστηκαν από τις πολυκατοικίες.
Το πρώτο γύρισμα στην πόλη Αλεξανδρούπολη, σκονούπολη, αερούπολη, τσακαλούπολη. Η τελευταία λέξη έχει διαγραφεί, δεν ανταποκρίνεται από καιρό στην αλήθεια του χαρακτηρισμού. Ίσως και για άλλες η έννοια να ’χει μεταβληθεί σε έκταση ή σε περιοχή μια και πολλά κτίρια προστατεύουν από αέρα και σκόνη. Προστέθηκαν άλλα. Τσιμεντούπολη. Δεν είναι μόνο τα τσιμεντένια. Ολάκαιρη η πόλη έγινε τσιμεντένια. Μεγαλούπολη. Ρυθμός και μέτρο εξέλιξης. Χάθηκε η παλιά μορφή της. Άδικο να την ήθελες να μείνει όπως ήταν. Ίσως να ’παιρνε αλλιώττικο πρόσωπο. Ακολούθησε κι αυτή τη μοίρα όλων των ελληνικών πόλεων.
Σημεία οριακά εξαφανίστηκαν. Το σπίτι του Κιόρογλου που από μακρυά φάνταζε με τον όγκο του και ήταν το σημείο για να φωτογραφήσει κανείς την «άποψη» της πόλης μίκρηνε απελπιστικά. Ο δρόμος της Μάκρης στένεψε, δύσκολα υποπτεύεσαι από μακρυά την στροφή, ενώ ο λοξός, ο δρόμος της παλιάς σιδηροδρομικής γραμμής, δεν έχει την ίδια απλοχωριά. Σοκάκια, πολλοί απ’ τους άνετους και φαρδείς δρόμους.
Σε πολλούς όμως κατοίκους δόθηκε η δυνατότητα να κάνουν το κονάκι τους και πολλοί έκαναν μια επένδυση που κάτι αποδίδει και αντέχει στην ανυψωτική διάθεση της εποχής μας. Το φορτίσιμο αυτό της ανοικοδόμησης, που ξεκίνησε εδώ και λίγα χρόνια, βρίσκεται ήδη στην κάμψη του. Ωστόσο, η πόλη μεγάλωσε, χτίστηκε σε έκταση και ύψος.
Καινούργια στοιχεία στη ζωή της πόλης. Ή καλλίτερα τα στοιχεία που υπάρχουν σ’ όλη τη χώρα. Ατομικά ή εκείνα που δίνουν τον σφυγμό της. Υπήρχαν και παλιότερα. Αλλά τώρα μπήκαν καθολικότερα στην πόλη, στη ζωή των περισσότερων. Εξοχικά σπίτια, αυτοκίνητα. Δύσκολη η κυκλοφορία και το παρκάρισμα σε μεγάλη έκταση γύρω απ’ το κέντρο. Που και το ίδιο –το κέντρο- πήρε μεγαλύτερη έκταση.
Πληθώρα μαγαζιών και εμπορευμάτων. Μικρογραφία μεγαλούπολης. Πολλά’ απ’ τα είδη της παραγωγικής δραστηριότητας που φορμάρει την καταναλωτική κοινωνία, άμεσης ή έμμεσης αναγκαιότητας –οι λέξεις έχουν χάσει τη διαχωριστική τους σημασία –στα πόδια ή στα μάτια του καταναλωτικού κοινού. Νέες επιχειρήσεις, νέα πρόσωπα, νέες μορφές εργασίας. Πολλοί για τον άρτον τον επιούσιον, με ή χωρίς αυτοκίνητο, πολλοί με κέρδη αρκετά μέχρι απίθανα. Η ιδιομορφία της ελληνικής οικονομίας. Δυνατότητες μεγάλες για άλλες δουλειές, ικανοποιητική στασιμότητα για άλλες, προσπάθεια συντήρησης για αρκετές.
Πάντα υπήρχε το συναίσθημα της εγκατάλειψης του Νομού από το κέντρο. Ανεξάρτητα από τις πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας και από τις απαιτήσεις των εβριτών, σωστές ή όχι (και εννοώ τούτο με το πρίσμα μιας καθολικής και μεθοδευμένης επιστημονικής ανάπτυξης), η κρατική προσοχή και πιότερα σωστά η κρατική παροχή, έφτανε στο νομό αναιμική κι όχι πάντα μεθοδευμένη. Και νομίζω και τώρα.
Μόνο που η έννοια αποκτά διαφορετική σημασία, αφού για πολλούς τα ατομικά βασικά (τα βασικά εδώ εννοείται σε μια έκταση με μεγάλο φάσμα) προβλήματα λύθηκαν και λύνονται ικανοποιητικά.
Προβλήματα έχει κι η πόλη. Δύσκολο να φανταστείς τον τελειωμό των προβλημάτων. Ένα λύνεις, εκατό γεννιούνται.
Πόλη χωρίς υπονόμους. Πρόβλημα που θα συσσωρεύσει και άλλα όσο περνά ο καιρός. Ενώ θα χρειασθούν πολύ περισσότερα χρήματα για να λυθεί αργότερα και θα παρουσιαστούν μεγαλύτερες δυσκολίες από την αυξανόμενη ανάγκη λειτουργικότητας της πόλης.
Υπάρχουν κι άλλα προβλήματα που λύνονται. Ο Δήμαρχος Αλεξανδρούπολης είναι αισιόδοξος και με πολύ κέφι. Σε μια λιγόλεπτη συνάντηση μίλησε για πολλά  έργα που γίνονται σε μια πρωτοφανή –για την  πόλη- δημιουργία.
Πλατύς ο δρόμος στην παραλία. Μπροστά απ’ την είσοδο του ΕΓΝΑΤΙΑ και επάνω την στροφή πράσινο. Η καλή όψη. Δρόμοι στην Καλλιθέα λασπώνουν από κόκκινο χώμα. Ο ήλιος καίει, η θάλασσα ηρεμεί, πρόκληση, κάλεσμα της φύσης. Οι ερασιτέχνες ψαράδες το αποδέχονται. Ετοιμάζουν τις βάρκες για τα μουρμούρια.
Καφέ στην παραλία, γεμάτα από συντροφιές νέων. Είπαμε: μικρογραφία μεγαλούπολης. Υπάρχει χρόνος για κουβέντα. Ίσως να στήνονται κι οι μεσημεριάτικες παγανιές.
Ο δρόμος ίσαμε το λιμάνι δεν είναι μακρύς. Αν μάλιστα έχεις συνηθίσει σε πιο μεγάλη υπόσταση, σου φαίνεται κοντινή απόσταση.
Τα ψαράδικα φύγαν απ’ τη θέση τους, το κτίριο γκρεμίστηκε. Έμειναν μόνο τα αποχωρητήρια. Κι ο πίσω χώρος –η πρόσχωση στη θάλασσα προχώρησε- το πάρκινγκ για τα αζήτητα ή τα δεσμευμένα του τελωνείου.
Βαθειά, ο βραχίονας του λιμανιού. Ταρακουνήθηκε από τους νοτιάδες και τώρα ρίχνουν χώμα προστατευτικό στη θάλασσα. Πάντα ο νοτιάς σημάδευε τη ζωή της πόλης. Την ακοή της ψυχής των ναυτικών. Ανοιχτό το μέρος. Στην αγκαλιά  της πόλης ξέσπαγε το φούσκωμα του Νοτιά. Θαλπωρή να γυρίζεις κάτω από τέτοιον ήλιο και μπροστά σου να απλώνεται μια τέτοια θάλασσα.
Κι απ’ τα αντίπερα. Στο μικρό λιμανάκι οι επαγγελματίες ψαράδες. Οργασμός προετοιμασίας. Λιμάνι, πλοία, βαγόνια, εμπορική κίνηση. Αυτή που είναι. Υπάρχει η μεγάλη προσμονή
: το άνοιγμα του δρόμου που θα κάνει να ξεχύνονται τα εμπορεύματα απ’ τις βορινές χώρες. Για τα άλλα αντίπερα της Μεσογείου και ποιος ξέρει και που ακόμα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου