Πέμπτη 30 Νοεμβρίου 2023

Γιάννης Καζάκος:Η «Αποδοχή κληρονομιάς» είναι ένα καλό βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί. Όχι μόνο για λόγους ψυχαγωγίας αλλά και για λόγους γνωριμίας με μια σημαντική για τη χώρα μας ιστορική περίοδο

ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΠΟΥΝΑΡΤΖΙΔΗΣ
ΑΠΟΔΟΧΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

Ο Μιχάλης ξεκίνησε αργά την περιπέτειά του με τη λογοτεχνία. Δεν πάνε ούτε
15 χρόνια από τότε που κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο (Προσευχή για τις
καινούργιες πατρίδες) και μέσα σε 10 χρόνια μας παρουσίασε άλλα δύο (Η
περιπλάνηση ενός βιολιού και Τι να σημαίνουν οι σημύδες). Και τα τρία βιβλία
είχαν έντονο ιστορικό περιεχόμενο. Κάλυπταν διαδοχικά μια περίοδο από τα
τέλη του 19 ου αιώνα μέχρι το τέλος του Β’ Π.Π. Οι ιστορίες των
πρωταγωνιστών παρουσιάζονταν απόλυτα συνυφασμένες με το κοινωνικό και
ιστορικό περιβάλλον που επηρέαζε (αν δεν καθόριζε) αποφασιστικά τις ζωές
και τις ενέργειές τους. Οι μικρές και άγνωστες ιστορίες των απλών ανθρώπων
και η μεγάλη Ιστορία των Κρατών και των ηγετών τους βρίσκονταn σε μια
διαλεκτική συμπόρευση μέσα από την οποία ο συγγραφέας φώτιζε με
ενάργεια και ένταση ανθρώπινα πάθη, χαρακτήρες, συναισθήματα και
πράξεις και τα έθετε στην κρίση του αναγνώστη για να αποδώσει αυτός στους
ήρωες θετικά ή αρνητικά χαρακτηριστικά ανάλογα με τις γνώσεις που
αποκόμιζε (ή μπορεί και να είχε) και τα συναισθήματα που του γεννούσαν τα
λογοτεχνικά κείμενα.
Είχα διαβάσει τις περίπου 1600 σελίδες των τριών αυτών βιβλίων τα
προηγούμενα χρόνια και είχα παρατηρήσει ότι από βιβλίο σε βιβλίο ο όγκος
τους αυξανόταν. Οι «Σημύδες» έφτασαν τις 670 σελίδες και όταν άκουσα ότι
επίκειται και τέταρτο πόνημα σκέφτηκα ότι μπορεί να φτάναμε και τις ..800! Ο
Μιχάλης συνέχιζε με τον ίδιο ρυθμό και με αμείωτο κέφι, για να μας δώσει το
τέταρτο βιβλίο του, την «Αποδοχή κληρονομιάς». Ευτυχώς, διαψεύστηκα
αφού, μαζί με το κέφι φαίνεται ότι συμβάδιζε και κάποια αυτοσυγκράτηση.
Άλλωστε, ουκ εν τω πολλώ το ευ!
Έτσι, το αποτέλεσμα είναι ένα «σεμνό» έργο 300 σελίδων στο ίδιο μοτίβο της
σύζευξης μεγάλης και μικρής ιστορίας αλλά τώρα με έναν τελείως διαφορετικό
και πρωτότυπο τρόπο αφήγησης. Πρέπει να πω ότι το διάβασα μέσα σε δύο
ημέρες γιατί δεν μπορούσα να το αφήσω από τα χέρια μου. Αν ήμουν
νεότερος και άντεχα θα είχα ξενυχτήσει για να το τελειώσω!

2

Τούτη τη φορά, το ιστορικό πλαίσιο είναι οι δεκαετίες του ’30 και του ’40 στην
Ελλάδα. Τα χρόνια πριν από τον Πόλεμο και μέχρι το τέλος του εμφυλίου.
Χρόνια που σημάδεψαν την πορεία της χώρας και γεγονότα που ο απόηχός
τους είναι ακόμα ζωντανός στη ζωή και τη σκέψη των σημερινών ανθρώπων.
Τα ιστορικά στοιχεία δεν βρίσκονται στο φόντο της υπόθεσης, δεν είναι
αποκομμένα από τη ζωή και τη δράση των πρωταγωνιστών. Αντίθετα, αυτοί
είναι δρώντα μέλη της κοινωνίας. Καθορίζουν (στο βαθμό που τους αναλογεί)
την πορεία της ιστορίας και καθορίζονται αποφασιστικά από αυτή.
Όμως, η πρωτοτυπία του βιβλίου βρίσκεται στον τρόπο που αναπτύσσεται η
υπόθεση. Στην πραγματικότητα διαβάζουμε δύο βιβλία που εξελίσσονται
παράλληλα αλλά σε διαφορετικούς χρόνους, το ένα μέσα στο άλλο με
συνεχείς εναλλαγές. Στο ένα παρακολουθούμε την αναζήτηση και διερεύνηση
του υλικού από τον συγγραφέα στο παρόν και στο άλλο βλέπουμε να
σχηματίζεται σιγά-σιγά το μυθιστόρημα που διαδραματίζεται στα ανώμαλα
χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά, της Κατοχής και του Εμφυλίου.
Η ιδέα για μια τέτοια διπλή αφήγηση μου φάνηκε και πρωτότυπη και
ενδιαφέρουσα σαν σύλληψη και ελκυστική για τον αναγνώστη. Δεν ξέρω αν
έχει χρησιμοποιηθεί και από άλλον συγγραφέα στο παρελθόν, αλλά ακόμα κι
αν δεν είναι καινούργια δεν χάνει κανένα από τα χαρακτηριστικά που
ανέφερα.
Η πλοκή είναι ευφάνταστη, από αυτές που λες ότι δεν μπορεί να συμβαίνουν
στην πραγματική ζωή αλλά που η ίδια η ζωή συνεχώς το διαψεύδει. Στον
αναγνώστη δημιουργείται έντονη η αίσθηση ότι η ιστορία είναι αληθινή,
τουλάχιστον στα βασικά της σημεία και αυτό καταγράφεται χωρίς αμφιβολία
στα υπέρ του βιβλίου. Δύο γραμμές συγγένειας, που μοιάζουν ασύνδετες η
μία με την άλλη, φτάνουν μέσα από μια περιπετειώδη πορεία να συναντηθούν
στο σήμερα με έναν απρόσμενο τρόπο, μια κληρονομιά.
Η εξέλιξη είναι ραγδαία, δεν σε αφήνει να πάρεις ανάσα, το ενδιαφέρον του
αναγνώστη για το τι θα γίνει παρακάτω διατηρείται αμείωτο με τη βοήθεια και
της συνεχούς εναλλαγής από τη μία ιστορία, την «σημερινή», στην άλλη, του
«παρελθόντος». Η ίντριγκα και το σασπένς ενός αστυνομικού μυθιστορήματος
διαπλέκονται με τον τραγικό χαρακτήρα των ιστορικών στοιχείων με τρόπο

3

που δημιουργεί στον αναγνώστη την αίσθηση ότι διαβάζει μια μαρτυρία της
εποχής από αυτόπτες μάρτυρες. Λείπουν, ευτυχώς, τα περιττά γεμίσματα και
οι μακρόσυρτες αναλύσεις και περιγραφές που συνήθως χρησιμοποιούνται
για να αυξάνει τεχνητά ο όγκος των βιβλίων.
Οι πρωταγωνιστές της ιστορίας (ή θα έπρεπε να πω των ιστοριών;) είναι
συνηθισμένοι, καθημερινοί άνθρωποι, σαν τον καθέναν από μας. Δεν κάνουν
μεγάλες ηρωικές πράξεις για να τους θαυμάσουμε αλλά δεν ανήκουν και στην
κατηγορία των αδιάφορων σε όσα συμβαίνουν γύρω τους. Συμμετέχουν με
βάση τα πιστεύω τους είτε στη μια πλευρά της ιστορίας είτε στην άλλη όπως
χιλιάδες άλλοι συμπολίτες τους. Μικρά και άγνωστα γρανάζια μιας τεράστιας
κοινωνικής μηχανής που οδηγούμενα από το βιολογικό ή κοινωνικό ένστικτο
της αυτοσυντήρησης (άλλοι απλά για να επιβιώσουν και άλλοι για να σταθούν
σαν άνθρωποι με αξιοπρέπεια) παίρνουν θέση υπέρ του καλού ή του κακού,
αλέθονται από τις συνθήκες και είτε χάνονται είτε επιζούν κουβαλώντας τα
τραύματα και τα παράσημά τους.
Ο Μιχάλης και η Άρτεμη, οι δύο πρωταγωνιστές του «σήμερα», παλιοί
συμμαθητές, είναι αντιμέτωποι με δύο μυστηριώδη πρόσωπα του
οικογενειακού τους παρελθόντος και αποφασίζουν να διερευνήσουν αυτό το
παρελθόν με τη βοήθεια της Άννης και του Ίαν, της κόρης και του γαμπρού
της Άρτεμης. Στην πορεία της διερεύνησης αυτής ξετυλίγεται ή μάλλον
συγγράφεται η ιστορία του παρελθόντος που οι απαρχές της βρίσκονται στις
δεκαετίες του 1920 και του 1930 και εμφανίζονται οι «πραγματικοί»
πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος. Από τη μια μεριά, ο Αλέκος και η Εμινέ-
Μαρία (η κατατρεγμένη πλευρά της ζωής), από την άλλη ο κόμης Νικίσιν, η
κόρη του Φάνια και ο άντρας της Τόμας Ντώσον (η προνομιούχος πλευρά της
ζωής) και στη μέση ο Νίκος (τυχοδιώκτης, συνεργάτης των Γερμανών,
ασυνείδητος και ηθικό ρεμάλι) και η Άννα (αδελφή του) με τον Αντώνη (τον
άντρα της) δύο φοιτητές με συμμετοχή στην αντίσταση και γκρεμισμένα
όνειρα. Τα μυστήρια της ζωής θα μπλέξουν όλους αυτούς σε ένα γαϊτανάκι
έρωτα, αγώνα, συμφέροντος, απάτης και ίντριγκας μέσα από το οποίο θα







επιβιώσουν ο Νίκος, η Άννα και η κόρη της Άρτεμη που θα μας
ξανασυνδέσουν με το σήμερα.

4

Όπως είπαμε, από το βιβλίο δεν λείπει η μεγάλη Ιστορία. Οι ζοφερές
δεκαετίες του ’30 και του ’40 και τα σημαντικά γεγονότα που συνέβησαν τότε
ζωντανεύουν μπροστά στα μάτια του αναγνώστη, όχι ξεκάρφωτα σαν
γεμίσματα αλλά μέσα από τη ζωή των ίδιων των πρωταγωνιστών. Όσοι δεν
είναι εξοικειωμένοι με το κομμάτι αυτό της σύγχρονης Ιστορίας μας θα βρουν
πάμπολλα σημαντικά στοιχεία και πληροφορίες για την εποχή. Θα φανούν
εκεί καθαρά οι ρίζες της σημερινής κακοδαιμονίας της χώρας μας σε
κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό επίπεδο.
Η γλώσσα είναι απλή, σωστή και ρέουσα. Δεν προβληματίζει τον αναγνώστη,
δεν τον κουράζει και δεν εμποδίζει την κατανόηση της, μπλεγμένης
ομολογουμένως, υπόθεσης. Προσωπικά, το θεωρώ σοβαρό πλεονέκτημα
από τη στιγμή που μιλάμε για μυθιστόρημα και όχι για φιλοσοφική
πραγματεία.
Η ερευνητική δουλειά που έχει γίνει από τον συγγραφέα (όχι αυτόν που είναι
μέσα στο βιβλίο αλλά αυτόν που το έγραψε) είναι εμφανής και σοβαρή. Η
περίοδος που εξετάζεται και αποτελεί το πλαίσιο δράσης των πρωταγωνιστών
όσο είναι πλούσια σε γεγονότα άλλο τόσο είναι και αμφιλεγόμενη, με την
έννοια ότι τόσο η Κατοχή και η Αντίσταση όσο και ο μετέπειτα Εμφύλιος
διαίρεσαν τους πολίτες της χώρας και επομένως η ιστορική εκτίμηση και
αξιολόγησή της κάθε άλλο παρά ενιαία και γενικής αποδοχής είναι. Η χώρα
ταλανίζεται ακόμα σήμερα από όσα συνέβησαν τότε και το να γράφεις για τα
γεγονότα της εποχής αυτής απαιτεί και στέρεα γνώση και μεγάλη προσοχή.
Και νομίζω ότι ο Μιχάλης Μπουναρτζίδης κατάφερε και ισορρόπησε σωστά
τα πράγματα. Χωρίς να προδίδει τα γεγονότα, αφήνει τους πρωταγωνιστές
του να τα κρίνουν, ο καθένας ανάλογα με τη θέση και το ρόλο του στην
ιστορία. Και σωστά, αφού δεν γράφει ως ιστορικός αλλά ως λογοτέχνης.
Συμπερασματικά, η «Αποδοχή κληρονομιάς» είναι ένα καλό βιβλίο που αξίζει
να διαβαστεί. Όχι μόνο για λόγους ψυχαγωγίας αλλά και για λόγους γνωριμίας
με μια σημαντική για τη χώρα μας ιστορική περίοδο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΖΑΚΟΣ
Νοέμβριος 2023

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου