Το φαινόμενο
της διαφθοράς είναι διαχρονικό. Είναι τόσο παλιό όσο και το νεοελληνικό κρατικό
μόρφωμα. Δεν είναι ασφαλώς ελληνικό «προνόμιο» αλλά ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Σχολιάζοντας
την επικαιρότητα πριν μερικά χρόνια γράφαμε :
«Ο αγώνας κατά
της διαφθοράς και της διαπλοκής είναι υπόθεση όλων των πολιτικών δυνάμεων και
στην ουσία ακυρώνεται όταν γίνεται πολιτική εκμετάλλευση για να χαρακτηρίσει
μονομερώς την αντίπαλη πλευρά. Κι αυτό ακριβώς το απομεινάρι αυτού του ακραίου διχαστικού λαϊκισμού που τον
πληρώσαμε πολύ ακριβά ως έθνος κατά τον 20ό αιώνα θα πρέπει να το εξαλείψουμε
εάν όντως επιθυμούμε τη φυγή προς το μέλλον».
Πάνε 124,
περίπου, χρόνια, όταν στις 18 Νοεμβρίου 1875 είχαμε την υπόθεση της καταγγελίας
για «Σιμωνία» των υπουργών Βλασόπουλου
και Νικολόπουλου. Οι υποθέσεις διαφθοράς έχουν, πριν και μετά από αυτό το
σκάνδαλο, πλούσια προϊστορία και συνέχεια. Είναι η ιστορία και η μετεξέλιξη του
νεοελληνικού κρατικού μορφώματος, των κοινωνικών οικονομικών και πολιτικών
δυνάμεών του. Το πλέγμα της εξάρτησης με τις εμφύλιες συρράξεις, τους εθνικούς
διχασμούς και καταστροφές και τις ανώμαλες πολιτικές εξελίξεις διαμορφώνουν ένα
εκρηκτικό πολιτικό περιβάλλον στο οποίο ενδημούν όλα τα άνθη του κακού. Που
σταματάει η νομιμότητα και που το έγκλημα και η παρανομία τα όρια είναι ρευστά
και μη εντοπίσιμα. Το φαινόμενο του αεριτζή είναι μια ελληνική πρωτοτυπία. Για πρώτη φορά
αναφέρεται και καταγράφεται στο κλασικό πια του συγγραφέα-ιστορικού Περικλή
Ροδάκη «Τάξεις και στρώματα στην Ελλάδα»που κυκλοφόρησε το 1976. Γράφει ο
συγγραφέας για τους αεριτζήδες :
«Όταν μιλάει
κανένας για την κοινωνική συγκρότηση της χώρας μας δεν μπορεί να μη μιλήσει και
για μια ειδική κατηγορία, που αποτελεί τη γάγγραινα της οικονομικής μας ζωής :
τους αεριτζήδες. Για την κατηγορία αυτή δεν μπορούμε να μιλήσουμε με σιγουριά
για στρώμα. Οπωσδήποτε δεν τάξη. Άλλα δεν παρουσιάζουν και κοινά συμφέροντα,
ώστε να τους κατατάξουμε στην κατηγορία του στρώματος.
»Οι αεριτζήδες είναι απλά παράσιτα σε κάθε
τομέα της οικονομίας. Δεν έμποροι, για να πάρουν το εμπορικό κέρδος. Παίζουν το
ρόλο του μεσίτη χωρίς να διαθέτουν κεφάλαια ή καμιά ειδικότητα. Προσπαθούν να
αρπάξουν από τον πελάτη που πέφτει στα χέρια τους κάτι πάνω από ό,τι πουλιέται
το είδος στην αγορά. Ή παρέχουν μια κάποια εξυπηρέτηση και πληρώνονται. Ο
αεριτζήδες μοιάζει με τον πλασιέ, αλλά δεν είναι. Ο πλασιέ κινείται στα
εμπορικά πλαίσια. Κινεί ένα είδος σε συγκεκριμένες τιμές και παίρνει προμήθεια.
Ο αεριτζής κάνει την ίδια δουλειά : πλασάρει κάτι, αλλά δεν ισχύει γι’ αυτόν
καμιά λογική, κανένα εμπορικό πλαίσιο.
»Στην κατηγορία των αεριτζήδων, εκτός από
τους κάθε λογής απατεώνας ανήκουν και οι τοκογλύφοι, που είναι η χειρότερη
πληγή της ελληνικής οικονομίας.
»Στην
κατηγορία των αεριτζήδων θα πρέπει να κατατάξουμε και όλους τους οικοδομικούς
συνεταιρισμούς και τους μεσάζοντες οικοπέδων, που μετέτρεψαν και τα κατσάβραχα
σε οικόπεδα. Αυτοί που αγόρασαν με πεντακόσιες δραχμές το στρέμμα τη γη και
κατόρθωσαν να την πουλήσουν είκοσι και σαράντα χιλιάδες το οικόπεδο, είναι
ασφαλώς πληγή της ελληνικής οικονομίας, γιατί άρπαξαν το περίσσευμα των
εργαζομένων, που μπορούσε να τοποθετηθεί σε παραγωγική επιχείρηση.
»Το
πνεύμα του αεριτζή βγαίνει κατευθείαν από το πνεύμα του μεταπράτη ή του
εμπορομεσίτη. Έτσι σαν πνεύμα και σαν πρακτική υπήρχε πάντοτε στη νεοελληνική
κοινωνία, αλλά έγινε πληγή από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά. Πρώτα
κοντά στους Γερμανούς και ύστερα κοντά στους Άγγλους και Αμερικανούς
δημιουργήθηκε ένα πλήθος τρωκτικών που ροκάνιζαν, όχι τα πλούτη των ξένων, αλλά
το αίμα των συμπατριωτών τους, με τις ευλογίες των ξένων προστατών,
προσφέροντάς τους κολακείες και δουλικότητα.
»Αυτοί
οι αεριτζήδες γίνονται το στήριγμα των ξένων που κυριαρχούν στη χώρα μας και
συντρίβουν τα πάντα προκειμένου να ανοίξουν το δρόμο για την κυριαρχία τους».
Το φαινόμενο
της διαφθοράς και του παλαιοκομματισμού δεν μπορούσε παρά να απασχολήσει και τη
βιομηχανία του ελληνικού κινηματογράφου που αντλούσε τα θέματά της από την πραγματική
κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ζωή. «Θανασάκης ο πολιτευόμενος» (1954),
«Ένας ήρως με παντούφλες» (1958), «Ζητείται ψεύτης» (1961), «Φωνάζει ο κλέφτης»
(1965), «Υπάρχει φιλότιμο» (1965), «Τζένη, Τζένη» (1966) είναι έξι ταινίες που
αγαπήθηκαν από γενιές κινηματογραφόφιλων
και τηλεθεατών. Είναι οι κλασικές του είδους. Μας χάρισαν ευρηματικούς και
σπαρταριστούς διαλόγους. Σκηνοθέτες, παραγωγοί, σεναριογράφοι, μουσικοί είναι
οι μετρ του λεγόμενου πετυχημένου και εμπορικού κινηματογράφου. Η ταυτότητα της
κάθε ταινίας δεν χρειάζεται παραπάνω λόγια τεκμηρίωσης και υποστήριξης. Τα
ονόματα και μόνο είναι αρκετά.
Να πέσουν τα
φώτα και να ξεκινήσει η προβολή.
* *
*
του Αλέκου Σακελλάριου (1954)
Μια παραγωγή της Γκλόρια Φιλμ
/Χρ. Σπέντζος.
Το σενάριο υπογράφει το δίδυμο
των επιτυχιών Αλέκος Σακελλάριος και Χρήστος Σακελλάριος.
Η φωτογραφία είναι του Μιχάλη
Γαζάδη.
Η μουσική του Μιχάλη Σουγιούλ.
Τους ρόλους ερμηνεύουν οι
ηθοποιοί: Ντίνος Ηλιόπουλος, Άννα Συνοδινού, Βύρων Πάλλης, Τζόλυ Γαρμπή, Κάκια
Παναγιώτου, Γιώργος Μούτσιος, Νίκος Φέρμας, Δέσπω Διαμαντίδου και άλλοι.
Για την ιστορία του έργου: ο
Μελέτης (Ντίνος Ηλιόπουλος) που είναι ένας εργατικός μπακάλης καλείται να
χρηματοδοτήσει την προεκλογική βουλευτική καμπάνια του γαμπρού του Θανάση
Γκοβότσου (Βύρων Πάλλης). Αν και η αποτυχία είναι παταγώδης, τίποτα δεν
πρόκειται να μειώσει την υπέρμετρη φιλοδοξία να "σώσει τον λαό και τον
τόπο", πράγμα που σημαίνει ότι και πάλι ο Μελέτης θα επωμιστεί το
οικονομικό βάρος του … αγώνα!!!
Α΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Ηλιόπουλος: Και τι δουλειά κάνει, τριανταπέντε χρονώ μεσόκοπος;
Α΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Ηλιόπουλος: Και τι δουλειά κάνει, τριανταπέντε χρονώ μεσόκοπος;
Συνοδινού: Δεν εργάζεται. Μόλις
πήρε το δίπλωμά του στις πολιτικές και οικονομικές επιστήμες.
Ηλιόπουλος: Και στα δύο; Α…
μάλιστα, γι’ αυτό θα καθυστέρησε. Και δε μου λες; Τι δουλειά θα κάνει όταν
έρθει εδώ;
Συνοδινού: Μάλλον θα πολιτευτεί.
Ηλιόπουλος: Με το δίπλωμα; Δηλαδή
όποιος έχει δίπλωμα απ’ αυτό, το δείχνει και μετά πιάνει δουλειά πρωθυπουργός;
Β΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Πάλλης: Ξέρεις τι σημαίνουν 3.960
ψηφοφόροι Μελέτη; Να, εδώ τους έχω. Τους κρατάω στη χούφτα μου.
Ηλιόπουλος: Τους κρατάς στη
χούφτα σου; Γιατί βρε Θανασάκη; Βουλευτής βγήκες;
Πάλλης: Όχι.
Ηλιόπουλος: Ε… τι τους κρατάς
λοιπόν; Αμόλα τους. Άστους να πάνε στα σπίτια τους.
Γ΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Πάλλης: Ε… και τι έγινε που δεν
βγήκα βουλευτής; Έτσι κι αλλιώς, το κόμμα θα χρειαστεί όλα τα μάχιμα στελέχη,
για να επανδρώσει τον κρατικό μηχανισμό. Να… Αν θέλω Νομαρχία… την έχω εδώ! Στη
χούφτα μου!
Ηλιόπουλος: Ε, λοιπόν, αυτό που
θαυμάζω σε σένα Θανασάκη, είναι η χούφτα σου.
* *
*
Του Αλέκου
Σακελλάριου (1958)
Μια ταινία της
Ανζερβός.
Το σενάριο
είναι του Αλέκου Σακελλάριου.
Η φωτογραφία
του Γρηγόρη Δανάλη.
Η μουσική του
Μάνου Χατζιδάκι.
Τους ρόλους
ερμηνεύουν οι ηθοποιοί: Βασίλης Λογοθετίδης, Νίτσα Τσαγανέα, Ίλυα Λιβυκού,
Βύρων Πάλλης, Λαυρέντης Διανέλος, Σόνια Ζωίδου, Βαγγέλης Πρωτοπαππάς, Νίκος
Φέρμας, Θάνος Τζενεράλης και άλλοι.
Για την
ιστορία του έργου: Ο απολαυστικός Βασίλης Λογοθετίδης που υποδύεται τον
απόστρατο στρατηγό, ο οποίος ενώ διακρίθηκε στα πεδία των μαχών, ζει με τη
γυναίκα του Ειρήνη (Νίτσα Τσαγανέα) και την κόρη του Πόπη (Ίλυα Λιβυκού) στα
όρια της φτώχειας. Για να πληρώνουν τον λογαριασμό της Ηλεκτρικής Εταιρίας
ξεπουλάνε ότι έχουν και δεν έχουν. Μια μέρα κάνει την εμφάνισή του ο πολυπράγμων
και καταφερτζής ξάδελφός του (Λαυρέντης Διανέλος) και του ανακοινώνει ότι η
Πατρίς πρόκειται να τον τιμήσει με ένα άγαλμα στην πλατεία έξω από το σπίτι
του. Στην τελετή αποκαλυπτηρίων ο Νάξιος γλύπτης του λέει ότι η ιδέα για το
άγαλμα ήταν μια καλοδουλεμένη κομπίνα για να φάνε μαζί με τον ιδιαίτερο του
υπουργού το μεγαλύτερο μέρος της δαπάνης.
Α΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
(Ο στρατηγός
Δεκαβάζης συζητάει με τον ξάδελφό του Απόστολο για το άγαλμα).
Λογοθετίδης:
Και… δε μου λες Αποστόλη… πως θα είμαι; Τι έμαθες εσύ;
Διανέλος: Ε,
θα ‘σαι με τη μεγάλη σου στολή… το σπαθί σου…
Λογοθετίδης:
Το σπαθί μου! Το σπαθί μου Ειρήνη!...
Διανέλος: …
απάνω σ’ ένα άλογο, καβάλα.
Λογοθετίδης:
Και δε μου λες; Θα δείχνω… θα δείχνω;
Διανέλος: Τι
να δείχνεις;
Λογοθετίδης:
Ε, πως; Δε θα δείχνω κι εγώ τίποτα, όπως ο Κολοκοτρώνης;
Διανέλος: Τι
να σου πω; Δεν έχω δει τα σχέδια. Πάντως θα είναι ωραίο πράμα.
Λογοθετίδης:
Ωραίο πράμα ε; Μπράβο Αποστόλη. Και θα κοστίσει κι ένα σωρό λεφτά. Έτσι δεν
είναι;
Διανέλος: Ίσα
με 4.000 λίρες!
Τσαγανέα: Αχ,
δεν μας δίνουν εμάς τα μισά και να στέκει ο ίδιος όρθιος στην πλατεία;
Β΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
(Στρατηγός και
ιδιαίτερος του υπουργού συζητάνε για το… σύμπλεγμα του αγάλματος).
Τζενεράλης:
Δηλαδή εγώ νομίζω, πως πρέπει μάλλον να είναι ένα σύμπλεγμα.
Λογοθετίδης:
Σύμπλεγμα;
Τζενεράλης:
Ναι, μια συμβολική παράστασις. Εσείς πάνω στο άλογό σας, τα γκέμια του οποίου
θα κρατάει η Νίκη, ενώ από πάνω σας, θα σας στεφανώνει η Δόξα.
Λογοθετίδης:
Αχ, αχ, αχ! Πολλοί μαζευόμαστε βρε παιδιά!
Τζενεράλης: Τι
πολλοί;
Λογοθετίδης:
Ε, καλά λέω. Εγώ, η Νίκη, η Δόξα, το άλογο… Από μακριά θα φαινόμαστε σα σούστα.
* *
*
«Ζητείται ψεύτης» του Γιάννη Δαλιανίδη (1961)
«Ζητείται ψεύτης» του Γιάννη Δαλιανίδη (1961)
Το σενάριο
είναι του Γιάννη Δαλιανίδη.
Η φωτογραφία
του Νίκου Δημόπουλου.
Η μουσική του
Γεράσιμου Λαβράνου.
Παίζουν οι
ηθοποιοί: Ντίνος Ηλιόπουλος, Παντελής Ζερβός, Άννα Κυριακού, Περικλής
Χριστοφορίδης, Θανάσης Βέγγος, Μάρθα Καραγιάννη, Δημήτρης Νικολαΐδης, Μαργαρίτα
Αθανασίου και άλλοι.
Για την
ιστορία του έργου: Ο Θεόδωρος Πάρλας ή ψευτο-Θόδωρος (Ντίνος Ηλιόπουλος)
αναδεικνύεται στον καταλληλότερο και ιδανικό γραμματέα που έψαχνε για το
πολιτικό του γραφείο ο βουλευτής Φερέτης (Παντελής Ζερβός). Η λαμπρή του
καριέρα ξεκινάει όταν πάνω σε μια τυχαία συμπλοκή στο λεωφορείο θα δώσει ένα
χαστούκι σ’ ένας συνεπιβάτη του.
Α΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Δικηγόρος: Ε,
τι θα κάνεις. Πολιτικό γραφείο έχει ο άνθρωπος. Εκεί μαζεύονται οι φίλοι του. Ο
ένας ζητάει το ένα, ο άλλος το άλλο. Έχει ανάγκη από έναν ιδιαίτερο.
Ηλιόπουλος:
Γιατί, δεν έχει;
Δικηγόρος:
Έχει έναν άλλο, αλλά του τα έχει κάνει μούσκεμα.
Ηλιόπουλος: Ε,
κι εμένα τι με θέλει; Να πάω να τα στεγνώσω;
Β΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Ηλιόπουλος :
Κυρία μου, η μετάθεση του ανδρός σας τακτοποιήθηκε!
Κυρία : Μα
πέθανε!
Ηλιόπουλος :
Α, το μάθατε! Λυπάμαι κυρία μου. Ενώ εμείς κάναμε τα πάντα για την μετάθεση, ο
Ύψιστος θέλησε να τον μεταθέσει αλλού.
* *
*
«Φωνάζει ο κλέφτης»
Του Γιάννη Δαλιανίδη (1965)
Μια παραγωγή
της Φίνος Φιλμ. Το σενάριο είναι το Γιάννη Δαλιανίδη. Η φωτογραφία του Παύλου
Φιλίππου.
Παίζουν οι
ηθοποιοί : Ντίνος Ηλιόπουλος, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Ρένα Βλαχοπούλου,
Ανδρέας Ντούζος, Νινή Τζάνετ, Νικήτας Πλατής και άλλοι.
Για την
ιστορία του έργου: Ο Τίμος Λάμπρου
(Ντίνος Ηλιόπουλος), ένας φτωχός αλλά τίμιος λογιστής βρίσκει στο δρόμο
ένα πορτοφόλι που πρόκειται να του αλλάξει τη ζωή. Ανήκει στον εν αποστρατεία
στρατηγό Σόλωνα Καραλέοντα (Διονύση Παπαγιαννόπουλο), ο οποίος αποφασίζει να
τον επιβραβεύσει και τον προσλαμβάνει ως ελεγκτή στο δημόσιο οργανισμό που
διευθύνει.
Πολύ σύντομα
ανακαλύπτει τις ρεμούλες που γίνονται από τον κουνιάδο και προστατευόμενο του
στρατηγού Αντώνη (Ανδρέας Ντούζος), ο οποίος προσπαθεί να τις συγκαλύψει με μια
ισχυρή δόση πατριδοκαπηλείας και εθνικοφροσύνης …
Α΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
(Ο Τίμος
Λάμπρου θα χρειαστεί να καταναλώσει πάρα πολύ κρασί για να βρει το θάρρος να
μιλήσει στο στρατηγό για τις απάτες του κουνιάδου του).
Ηλιόπουλος :
Στρατηγάκο μου. Είναι όλοι κλέφτεεες. Λωποδύτες.
Παπαγιαννόπουλος
: Κάτσε καλά ρε, γιατί θα σε τσακίσω.
Ηλιόπουλος :
Εμένα θα τσακίσεις; Τους κλέφτες να τσακίσεις. Τον αξιότιμο κύριο κουνιάδο σου,
που έχει κατακλέψει τον οργανισμό.
Παπαγιαννόπουλος
: Πως το λες αυτό ρε; Πως το ξέρεις;
Ηλιόπουλος :
Εγώ το λέω; Τα βιβλία το λένε. Έλεγχο δεν κάνω;
Παπαγιαννόπουλος
: Και βρήκες ατασθαλίες στα βιβλία;
Ηλιόπουλος :
Ουουου…. Μύλος γίνεται στον οργανισμό, στρατηγάκο μου. Ο κλέψας, του κλέψαντος,
τον κλέψαντα, τω κλέψαντι, ω παλιοκλέφταροι και παλιοκλεφταροίοιοιοι.
Παπαγιαννόπουλος
: Μη φωνάζεις, ρε! Μη φωνάζεις!
Ηλιόπουλος :
Μα τόσο κορόιδο είσαι, στρατηγάκο μου; Πως στη σκάσανε έτσι;
Παπαγιαννόπουλος
: Θα σου έρθει καμιά ξανάστροφη, μ’ ακούς; Μη με λες στρατηγάκο μου.
Ηλιόπουλος :
Ωραία, Σόλωνα.
Παπαγιαννόπουλος
: Ούτε και Σόλωνα.
Ηλιόπουλος :
Σολωνάκο μου, Σολωνάκο μου.
Β΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
(Η Λία (Ρένα
Βλαχοπούλου) σύζυγος του στρατηγού σε πρώτη φάση θα επιχειρήσει να δωροδοκήσει
τον φτωχό πλην τίμιο λογιστή).
Βλαχοπούλου :
Βρε παιδάκι μου, μαλάκωσε λίγο τις ιδέες σου. Κράτα και λίγο πισινή.
Ηλιόπουλος :
Με συγχωρείτε μαντάμ, αλλά δυσκολεύομαι να σας παρακολουθήσω.
Βλαχοπούλου :
Δεν ξέρεις τι θα πει πισινή; Πισινή, θα πει διπλωματία. Όλοι οι έξυπνοι
άνθρωποι σήμερα χρυσέ μου, κρατάνε πισινή. Τελείωσε. Πάρτο απόφαση. Ζούμε στην
εποχή των πισινών.
* *
*
«Υπάρχει και φιλότιμο»
του Αλέκου Σακελλάριου (1965)
Μια παραγωγή
της Φίνος Φίλμ / Θ. Δαμασκηνός –Β. Μιχαηλίδης.
Το σενάριο
είναι του Αλέκου Σακελλάριου.
Η φωτογραφία
του Παύλου Φιλίππου.
Η μουσική του
Μίμη Πλέσσα.
Παίζουν οι
ηθοποιοί : Λάμπρος Κωνσταντάρας, Ανδρέας Ντούζος, Νίκη Λινάρδου, Μέλπω
Ζαρόκωστα, Διονύσης Παπαγιαννόουλος, Νικήτας Πλατής, Τάκης Χριστοφορίδης,
Χρήστος Δοξαράς, Γιώργος Γαβριηλίδης και άλλοι.
Για την
ιστορία του έργου : Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας υποδύθηκε έναν από τους πλέον
εμβληματικούς πολιτικούς τύπους που χαρακτήρισαν μια μεγάλη περίοδο της
ελληνικής πολιτικής ζωής. Ένα μικρό αυτοκινητιστικό ατύχημα γίνεται η αιτία για
τον υπουργό Ανδρέα Μαυρογιαλούρο να ανακαλύψει ένα μικρό χωριό της εκλογικής
περιφέρειάς του και πρώτα απ’ όλα τις ρεμούλες και τις απάτες που είχαν στήσει
ο ιδιαίτερος του πολιτικού γραφείου του Γιώργος (Ανδρέας Ντούζος) και ο
κομματάρχης του στην περιοχή Γκρούεζος (Διονύσης Παπαγιαννόπουλος). Ο ίδιος ο
υπουργός γίνεται αυτόπτης μάρτυρας της κομματικής εκμετάλλευσης και της
κοροϊδίας που υφίστανται όσοι από τους κατοίκους του χωριού δεν ανήκουν στους «ημέτερους».
Α΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
(Ο κομματάρχης
Γκρούεζος και ο ιδιαίτερος του υπουργού πρωτοστατούν στην υποδοχή για τα
εγκαίνια του νεόκτιστου μαιευτηρίου της Πλατανιάς …)
Β΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Ντούζος : Πως
πάνε οι ετοιμασίες για την υποδοχή;
Παπαγιαννόπουλος
: Τα έχω κανονίσει όλα.
Ντούζος : Α,
μπράβο! Γιατί πρέπει να υπάρχει παλμός … αυθορμητισμός.
Παπαγιαννόπουλος
: Και τον αυθορμητισμό, τον έχω κανονίσει!
* *
*
«Τζένη, Τζένη»
Του Ντίνου Δημόπουλου (1966)
Μια παραγωγή
της Φίνος Φιλμ.
Το σενάριο
υπογράφουν οι Ασημάκης Γιαλαμάς και Κώστας Πρετεντέρης.
Η φωτογραφία
είναι του Νίκου Καβουκίδη.
Η μουσική του
Κώστα Καπνίση.
Παίζουν οι
ηθοποιοί : Τζένη Καρέζη, Ανδρέας Μπάρκουλης, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Λάμπρος
Κωνσταντάρας, Ελένη Ζαφειρίου, Μαίρη Λαλοπούλου, Δημήτρης Καλλιβωκάς και άλλοι.
Για την
ιστορία του έργου: Στο κατά τα άλλα επαρχιακό και ειδυλλιακό περιβάλλον ενός
ελληνικού νησιού μαίνεται η σύγκρουση των δυο πανίσχυρων κομματαρχών, του
Μίλτου Κασσανδρή (Λάμπρος Κωνσταντάρας) και του Κοσμά Σκούταρη (Διονύσης
Παπαγιαννόπουλος), οι οποίοι χρησιμοποιούν όλα τα θεμιτά και αθέμιτα μέσα για
να πετύχουν τους στόχους τους.
Τα χρέη του
Κοσμά που τον έχουν οδηγήσει στα όρια της πτώχευσης τον καθιστούν ευάλωτο και
τον αναγκάζουν να αλλάξει στρατόπεδο ενώ η Κόρη του (Τζένη Καρέζη) θα
παντρευτεί με λευκό γάμο τον υποψήφιο βουλευτή Νίκο Μαντά (Ανδρέα Μπάρκουλη),
μέχρι να κερδίσει τις εκλογές και μετά να χωρίσουν.
Α΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
(Όταν στην
πολιτική όλα επιτρέπονται)
Κωνσταντάρας :
Δηλαδή, ο πραγματικός μας αντίπαλος, είναι ο Σκούταρης!
Ψηφοφόρος :
Σας το είπαμε
Κωνσταντάρας :
Και δεν έχει κανένα αδύνατο σημείο, να τον χτυπήσουμε;
Ψηφοφόρος : Το
μοναδικό του αδύνατο σημείο, είναι η κόρη του Τζένη.
Κωνσταντάρας :
Ε, και τι θέλετε να κάνουμε τώρα; Να απαγάγουμε την κόρη του και να ζητήσουμε
τα λύτρα σε ψήφους;
Λαλοπούλου :
Εσύ δεν λες, ότι στην πολιτική όλα επιτρέπονται;
Β΄ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
(Η Τζένη
χρεώνει διπλά τον τελευταίο λόγο που γράφει τον υποψήφιο βουλευτή Νίκο Μαντά).
Κωνσταντάρας :
Λοιπόν, γράψε τον τελευταίο λόγο, του εκλογικού κέντρου, να τελειώνουμε.
Καρέζη : Ο
τελευταίος θα στοιχίσει 10.000 δραχμές.
Κωνσταντάρας :
Τα διπλά! Πες και συ κάτι, βρε Νίκο.
Μπάρκουλης :
Εμένα με τους λόγους μου, μην με ανακατεύετε. Εγώ απλώς τους εκφωνώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου