Ο ΑΔΙΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΛΚΗ
Ξημέρωμα της χαραυγής
Πρώτη του Φλεβάρη
Έφγε απ’ τη ζωή
Το νέο παλικάρι
Ήταν δεκαεννιά χρονών
Στο άνθος της ηλικίας
Και φονιάδες το χτυπήσανε
Με μίσος και κακία
Καθόλου δεν εδίστασαν
Τα χέρια να σηκώσουν
Και με μεγάλη δύναμη
Τη δρεπανιά να δώσουν
Πισώπλατα τον χτύπησαν
Με δύναμη μεγάλη
Ευθύς αμέσως έπεσε
Ζο’ τη μεγάλη ζάλη
Μην με χτυπάτε ρε παιδιά
Ο Άλκης τους παρακαλούσε
Μα αυτοί ακόμη πιο σκληρά
Ο καθένας τον χτυπούσε
Γιατί με χτυπάτε ρε παιδιά
Χωρίς κάτι να κάνω;
Κι ούτε ποτέ μου θέλησα κακό να σας κάνω;
Μου στερήσατε τα νιάτα μου
Χωρίς καμιά αιτία
Τα όμορφα χαθήκανε
Για με στην κοινωνία
Μαύρισαν τα μάτια μου
Πέφτει βαθύ σκοτάδι
Για μένα ο κόσμος χάνεται
Κι εγώ πάω στον Άδη
Κλάψετε φίλοι κλάψετε
Κι εσείς εχθροί χαρείτε
Και σεις μανούλα και πατέρα μου
Τα μαύρα να ντυθείτε
Μάνα εσύ που έχασες
Το γιο σου το λεβέντη
Για σένα είναι σκοτεινά
Τίποτα πια δεν φέγγει
Οι φονιάδες θέλησαν
Με χάρο να παλέψω
Και να φύγω απ’ τη ζωή
Νωρίς να βασιλέψω/
Στέλιος Ντουρανίδης
Σπήλαιο Ορεστιάδας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου