ΑΝΤΙ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΥ
Στην περίοδο της πανδημίας, το 2020, ο πατέρας μου, ο Χρήστος Ρουσσόπουλος, συμπλήρωνε 20 χρόνια από τον θάνατό του και 100 χρόνια από τη γέννησή του.
Ετοιμαζόμασταν τότε, με τον καλό μου φίλο, τον έγκριτο δημοσιογράφο και ερευνητή της τοπικής μας Ιστορίας, τον Σταύρο Παπαθανάκη, για μια εκδήλωση προς τιμήν του Χρήστου Ρουσσόπουλου, που θα την παρουσιάζαμε στο χώρο του Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου της Ν. Ορεστιάδας.
Δυστυχώς, λόγω των απαγορεύσεων, δεν έγινε τελικά αυτή η εκδήλωση. Ίσως μελλοντικά μπορέσουμε να την πραγματοποιήσουμε.
Σήμερα, εγώ η θυγατέρα του, η Ελένη, θεωρώ σκόπιμο να κάνω μια μικρή αναδρομή στη ζωή του πατέρα μου και ας είναι αυτό το αφιέρωμα ένας ελάχιστος φόρος τιμής και ένα μεγάλο ‘’ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ’’, για όλα όσα προσέφερε σε μας τις θυγατέρες του, στο χωριό μας το Ν. Χειμώνιο, στον Έβρο, στη Θράκη.
Στο μικρό χωριουδάκι του Έβρου, στο Ν. Χειμώνιο Ορεστιάδας, τον Απρίλιο του 2000, άφησε την τελευταία του πνοή, ο πολυτάλαντος Αρβανίτης – Ζαλουφιώτης, ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΡΟΥΣΣΟΠΟΥΛΟΣ.
Λίγοι είχαν την τύχη να γνωρίσουν αυτόν τον Χειμωνιώτη, τον αυτοδίδακτο σ’ όλα τα ταλέντα του. Στη μουσική, στη ζωγραφική, στο θέατρο, στην ποίηση, στο συγγραφικό του έργο, στην αγροτική του ενασχόληση.
Αείμνηστε πατέρα, εσύ λείπεις, όμως το έργο σου ρίζωσε βαθιά σ’ όλους τους Ζαλουφιώτες και όχι μόνο.
Όλοι μας σήμερα θερίζουμε και μαζεύουμε τους καρπούς των έργων σου, που αντέχουν στο χρόνο και μας είναι τόσο χρήσιμοι.
Σε φέρανε δύο χρονών οι γονείς σου από το Μεγάλο Ζαλούφι το 1922, με τον ξεριζωμό των Ανατολικοθρακιωτών.
Από πολύ μικρός έγινες βοσκός στα πρόβατα, στα βουβάλια, στις αγελάδες της οικογένειάς σου.
Έσκαψες, όργωσες, έσπειρες, αλώνισες τους καρπούς που σου προσέφερε η γη.
Αγαπούσες την αγροτική ζωή σου, που ήταν πολύ φτωχική, όμως πιο πολύ αγάπησες τα γράμματα.
Με μεγάλες δυσκολίες τελείωσες το Δημοτικό Σχολείο, πηγαίνοντας άλλοτε στο Θούριο και άλλοτε στο Ν. Χειμώνιο.
Δεν σπούδασες, αν και ο δάσκαλός σου, ο αείμνηστος Βασιλειάδης Κωνσταντίνος, ήθελε να σε σπουδάσει με δικά του έξοδα. Δεν μπόρεσε να πείσει τους γονείς σου και κυρίως τους παππούδες σου, που σε υπεραγαπούσαν. Οι γονείς σου δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι διαφορετικό από την πρόθεση των μεγαλυτέρων. Έτσι χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία, για σένα πατέρα μου, να σπουδάσεις και να μορφωθείς.
Το μολύβι και το χαρτί, πάντα ήταν η συντροφιά σου, στο χωράφι, στο κοπάδι, στα ταξίδια, στις εξορίες σου.
Σημείωνες από μικρός το κάθε τι που σου έκανε εντύπωση.
Ζωγράφιζες τοπία, λουλούδια, περιστέρια, καλύβες βοσκών, ακόμα και προσωπογραφίες.
Πολλές δικές σου ζωγραφιές, κοσμούν μέχρι σήμερα πολλά σπίτια συγχωριανών μας. Οι προσωπογραφίες των πολιτικών της εποχής σου, σ’ ένα μεγάλο κάδρο, που το είχες φτιάξει ο ίδιος, κοσμούσε μέχρι τελευταία, γνωστό καφενείο του χωριού μας.
Το Μεγάλο Ζαλούφι, όπου γεννήθηκες, το έκλεισες μέσα στην καρδιά σου, το έκανες βιβλίο που ταξίδεψε παντού. Το εξέδωσες πολλές φορές και εξαντλούνταν αμέσως.
Το βιβλίο σου αυτό, μπήκε σ’ όλα τα αρβανίτικα σπίτια του Έβρου, της Θράκης, της Μακεδονίας και των μεταναστών του εξωτερικού, όπου υπάρχουν απόγονοι Ζαλουφιωτών. Το ψάχνουν ακόμη και σήμερα οι ερευνητές – λαογράφοι, που τους ενδιαφέρει η παράδοση και ο πολιτισμός.
Πόσο αναλυτικά μας περιγράφεις σ’ αυτό το βιβλίο σου τα ήθη και έθιμα των προγόνων μας. Πόσα μάθαμε διαβάζοντάς το, για την καταγωγή μας, για τις ασχολίες των προγόνων μας, για την ενδυμασία τους, για τις διασκεδάσεις τους, για την ξακουστή βρύση του ‘’ΓΚΙΟΚΑ’’ και γενικά για κάθε τι που αφορούσε τη ζωή στο Μεγάλο Ζαλούφι.
Μάθαμε και για την καταστροφή του Ζαλουφιού στις 12 Ιουλίου 1913 από τους Τούρκους. Για τους τετρακόσιους Ζαλουφιώτες που σφαγιάστηκαν με άγριο τρόπο, για την μεγάλη πυρκαγιά του χωριού, που κατέκαψε πολλά σπίτια και αμέτρητα αιγοπρόβατα και αγελάδες. Ακόμα και για τους πολλούς τόνους κρασιού και τσίπουρου που χύθηκαν στους δρόμους.
Τονίζεις, όμως πατέρα, στο βιβλίο σου, ότι το πληγωμένο κρασοχώρι, αψηφώντας τις αμέτρητες πληγές του, με τους εργατικούς και δυναμικούς αρβανίτες, άντεξε και επανέφερε τη ζωή στο σπίτι, στο χωράφι, στις πλατείες με τους λεβέντικους χορούς και το τραγούδι.
Ο Πολιτιστικός Σύλλογος του χωριού μας, για έμβλημα στο λάβαρό του, έχει την μεγάλη πυρκαγιά του Ζαλουφιού στις 12 Ιουλίου το 1913, από ένα δικό σου σκίτσο.
Όλες τις εκδηλώσεις του, ο Σύλλογος τις αρχίζει με τον Ύμνο για την καταστροφή του Ζαλουφιού, που τον έγραψες και μελοποίησες.
Ήσουν ανεκπαίδευτο και αμούστακο παλληκαράκι, μόλις 19 χρονών, όταν στις 3 Απριλίου 1941, μαζί με ένδεκα συγχωριανούς σου επιστρατεύτηκες.
Βρέθηκες μετά από δεκαήμερη εκπαίδευση στο Ναύπλιο, στην Κρήτη, στη πρώτη γραμμή των σκληρών μαχών κατά των Γερμανών.
Πολέμησες, αιχμαλωτίστηκες, υπέφερες πολύ, όμως άντεξες και κράτησες σημειώσεις για όλα τα βιώματά σου, από τον πόλεμο, την αιχμαλωσία και την περιπετειώδη επιστροφή στο χωριό σου.
Κρατούσες ημερολόγιο από την πρώτη μέρα της επιστράτευσής σου. Τα χειρόγραφά σου αυτά, τα παραδώσαμε το 2012 στον ιστορικό – ερευνητή του Ιστορικού Μουσείου Ηρακλείου Κρήτης και αφού τις επεξεργάστηκαν, ξέδωσαν το έβδομο βιβλίο σου, με τίτλο ‘’Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ’’.
Πατέρα μου, τον Ιούνιο του 2014, στο χώρο του Μουσείου, έγινε μια πανηγυρική εκδήλωση για την παρουσίαση του βιβλίου σου. Κατάμεστο το αμφιθέατρο του Μουσείου ‘’Γιάννη Περτσελάκη’’, από Κρητικούς και Θρακιώτες, από διανοούμενους και απλό λαό. Ο ηλεκτρονικός και ημερήσιος τύπος όλης της Κρήτης, επί πολλές μέρες ασχολήθηκε με το βιβλίο, τον αγρότη από το Ν. Χειμώνιο, ο οποίος με την παραστατική γραφή του, διέσωσε ένα κεφάλαιο τοπικής και εθνικής Ιστορίας.
Πόσο περήφανους μας έκανες πατέρα, όταν οι δύο καθηγητές Πανεπιστημίου κ.κ. Καλοκαιρινός και Ζούκας, εκθείαζαν και εξυμνούσαν τον Χρήστο Ρουσσόπουλο κατά την παρουσίαση του βιβλίου σου.
Ο δε θεατρικός συγγραφέας και ηθοποιός κ. Βιρβιδάκης, με την στεντόρεια φωνή του, διάβασε αποσπάσματα από το βιβλίο σου.
Εγώ με την Έφη σε τιμήσαμε φορώντας τις αρβανίτικες παραδοσιακές φορεσιές μας και με τον Θόδωρο τραγουδήσαμε αρβανίτικα τραγούδια.
Άλλη μια μεγάλη επιτυχία του βιβλίου σου ήταν τα αποσπάσματα που συμπεριελήφθησαν στην παγκόσμια βιβλιογραφία, στην αγγλική γλώσσα.
Ακολούθησαν πολλές παραστάσεις σε πόλεις της Ελλάδας, στο Βόλο, στην Αλεξανδρούπολη, στην Ορεστιάδα δύο παραστάσεις, στο Διδυμότειχο, στην Κομοτηνή και δεύτερη στο Ηράκλειο, στο Δημοτικό Σχολείο Ν. Βύσσας, στο Δήμο Κερατσινίου – Δραπετσώνας. Όλες σημείωσαν πολύ μεγάλη επιτυχία.
Αναβλήθηκαν οι προγραμματισμένες σε Δράμα, Καβάλα και Θεσσαλονίκη, λόγω της πανδημίας Covid 19.
Εκτός από το ‘’ΜΕΓΑΛΟ ΖΑΛΟΥΦΙ’’, που εκδόθηκε το 1977, εκδόθηκαν και τα ‘’ΑΠΛΑ ΑΓΡΟΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ’’ το 1981, το ‘’ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΙ ΤΗΣ Μ. ΑΣΙΑΣ’’ το 1987, ‘’ΑΝΤΑΡΤΗΣ Ο ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΗΣ’’ το 1991, ‘’ΒΑΣΙΛΗΣ ΦΩΤΙΔΗΣ – ΑΠΙΑΣΤΟΣ’’ το 1996, ‘’ΤΑΛΑΙΠΩΡΗ ΑΓΡΟΤΙΑ’’ το 1997.
Αείμνηστε πατέρα μου, ποιος μπορεί να ξεχάσει την καλλιτεχνική ομάδα που οργάνωσες στο Ν. Χειμώνιο, το 1957; Την ομάδα σου αποτελούσαν μόνο συγχωριανοί σου, νέα κορίτσια και αγόρια ακόμα και μεσήλικες κυρίως άνδρες. Περίμεναν με αγωνία ‘’οι ηθοποιοί σου’’, να επιστρέψουν από τα χωράφια τους και να σε συναντήσουν για πρόβες στο Δημοτικό Σχολείο. Από τους πρώτους ηθοποιούς σου ήταν οι αείμνηστοι συγχωριανοί μας Ζουπίδης Αναστάσιος, Λιολιοσίδης Γιάννης, Φυδανίδης Αναστάσιος, Παπαδόπουλος Γιώργος και αρκετοί άλλοι που δεν ενθυμούμαι. Ορισμένοι ζουν ακόμη στο Ν. Χειμώνιο και νοσταλγούν τις εποχές εκείνες, όπως ο Φωτίδης Θεόφιλος, οι αδελφές Πολίδου Δάφνη και Ευδοξία, Σταματοπούλου Γεωργία και σε κάθε συνάντηση μας αναφέρονται στη θεατρική σας ομάδα και κυρίως σε σένα πατέρα.
Τα θεατράκια που έπαιζαν ήταν γραμμένα από σένα τον ίδιο. Τη ‘’σκηνή’’ την έστηνες με πολύ κόπο, με σανίδια, ξύλα και σκούρα σεντόνια, μόνος σου, βοηθούμενος μόνο από τα παιδιά της θεατρικής ομάδας. Ακόμα και τα σκηνικά, τα ζωγράφιζες μόνος σου και ήταν το καθένα και ένα αριστούργημα. Ορισμένα απ’ αυτά ακόμη και σήμερα κοσμούν τις εκδηλώσεις της πανήγυρης του χωριού μας. Τα σκετς αυτά, οι κωμωδίες και τα τραγούδια της χορωδίας σου, έδιναν μία ευχάριστη πνοή στην κουραστική αγροτική ζωή των κατοίκων του χωριού μας. Εξ άλλου, δεν υπήρχαν τότε και πολλοί τρόποι διασκέδασης στην ύπαιθρο. Τα ραδιόφωνα στο χωριό ελάχιστα και αυτά με πολλά παράσιτα.
Όλοι οι Χειμωνιώτες περίμεναν πότε θα δοθούν οι παραστάσεις, για να γελάσουν με τις κωμωδίες και να κλάψουν με τα δράματα. Μα κυρίως περίμεναν να ακούσουν το πώς σατύριζες τους ίδιους με το λεπτό σου χιούμορ.
Η Ασφάλεια Ορεστιάδας, το 1963, σου απαγόρεψε να παρουσιάζεις δημόσια τα θεατρικά σου έργα, με το αιτιολογικό ότι μ’ αυτά που έγραφες εξύβριζες τη Δημοκρατία και έτσι διαλύθηκε η θεατρική σου ομάδα.
Όμως εσύ πατέρα, καθώς ήσουν ανήσυχο άτομο, έπειτα από ορισμένα χρόνια, άρχισες πάλι το 1974 να οργανώνεις κάθε Αποκριά, ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ στο χωριό σου. Την Κυριακή της Αποκριάς, έξω από το σπίτι μας, περίμεναν με υπομονή οι συγχωριανοί μας που διέθεταν αγροτικά αυτοκίνητα και τρακτέρ με πλατφόρμες. Τοποθετούσες στο καθένα διαφορετικά ομοιώματα που έφτιαχνες ο ίδιος με φελιζόλ και χρώμα, με θέματα όπως η ειρήνη, ο πόλεμος, οι ζωέμποροι της εποχής, ή θέματα από την αγροτική ζωή του χωριού.
Στη ζωή σου, πατέρα, έλεγες ξεκάθαρα και δυνατά την αλήθεια, κατηγορώντας τους εμπόρους ζώων και προϊόντων πως εκμεταλλεύονταν τον φτωχό και αγράμματο αγρότη. Ζητούσες να αλλάξει η νοοτροπία μεταξύ αγρότη και αστού, μεταξύ χωριού και πόλης. Αυτό όμως το πλήρωσες με εξορίες στη Σαμοθράκη, στη Μακρόνησο, στην Ικαρία και τελευταία στη Γυάρο.
Μόχθησες πολύ πατέρα, για να μας κληροδοτήσεις πολιτισμό, παράδοση, ανθρώπινες αξίες και κυρίως αγάπη προς όλους. Αγάπησες όλους τους συγχωριανούς σου, ακόμα και αυτούς που θέλανε να σου κάνουν κακό. Αυτό μας δίδαξες και μας.
Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ, λατρεμένε μας πατέρα, όχι μόνο εμείς οι θυγατέρες, οι γαμπροί, τα εγγόνια και τα δισέγγονά σου, αλλά και όλοι οι Χειμωνιώτες και οι Χειμωνιώτισσες και κάθε ένας ο οποίος σε γνώρισε.
Τελειώνοντας την αναφορά στη ζωή του πατέρα μου, θα ήθελα να αναφερθώ στον επίλογο του τελευταίου βιβλίου του, που είναι επίκαιρος στις μέρες μας. Οι ευχές του για ειρήνη είναι ευχές όλων μας.
Γράφει ο Χρήστος Ρουσσόπουλος στην τελευταία σελίδα του βιβλίου του ‘’Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ’’:
‘’Θα ήθελα να ευχηθώ να μην ξαναγίνουν πόλεμοι. Να μην υπάρχουν κατακτητές και σκλάβοι. Να μην υπάρχουν νικητές και νικημένοι. Να μη γίνου και άλλοι ήρωες. Παράσημα ανδρείας να δοθούν για ειρηνικά έργα και αυτοθυσίες.’’
Θα σ’ αγαπώ πάντα
Η θυγατέρα σου
ΕΛΕΝΗ ΡΟΥΣΣΟΠΟΥΛΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου