Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2023

Η Αλεξανδρουπολίτισσα ποιήτρια Δέσπω Καρούσου για την Θρακιώτισσα τραγουδίστρια της Νίκης Σοφία Βέμπο!

                      Η ΣΟΦΙΑ ΒΕΜΠΟ Η ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΡΙΑ ΝΙΚΗΣ

                                                  

Απόψε, εδώ στη φιλόξενη αίθουσα του πολεμικού  Μουσείου, που παραχωρήθηκε ευγενικά από τη διεύθυνσή του, στον Σύλλογο Γυναικών

Θράκης, θα αναφερθούμε στην  τραγουδίστρια και ηθοποιό, Σοφία Βέμπο. Την τραγουδίστρια της Νίκης, όπως έμεινε στην ιστορία της πατρίδας, της Ελλάδας.

   Η Σοφία Βέμπο κυριάρχησε με το τραγούδι της και την ηθοποιία της για δεκαετίες στη σκηνή του μουσικού Θεάτρου, της επιθεώρησης. Έγραψε ιστορία στη ζωή της, η ζεστή κι αισθαντική της φωνή που ακούστηκε κι αγαπήθηκε στην Ευρώπη και στην Αφρική κατά τη διάρκεια του πολέμου 1940- 1944 και στην  συνέχεια στην Αμερική. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή. Ας δούμε την καταγωγή της οικογένειας και την πορεία της στις αρχές του 20ου  αιώνα.

Η  Ελλάδα σιγά –σιγά δημιουργείται ελεύθερο και ανεξάρτητο κράτος με οικονομικά προβλήματα, αλλά και με τη λύση πάντα, της προσωρινής μετανάστευσης για τη δημιουργία μιας καλύτερης κι άνετης ζωής.

Η σκέψη της προσωρινής μετανάστευσης ποτέ δεν έπαψε να υπάρχει στο

πρόγραμμα του Έλληνα, είναι στοιχείο  του οργανισμού του. Αποφασίζει, ριψοκινδυνεύει, κυνηγά συνεχώς το καλύτερο. Κάποιοι το επιτυγχάνουν, κάποιοι άλλοι χάνουν κι επιστρέφουν με την εμπειρία. 

Ο πατέρας της Σοφίας, Θανάσης Μπέμπος είναι έμπορος καπνών  από την Τσαρίτσανη της Θεσσαλίας και η μητέρα της Πηνελόπη  το γένος Παντίλη έχουν μεταναστεύσει στην Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης προς αναζήτηση καλύτερης ζωής.

  Η Σοφία γεννήθηκε στην Καλλίπολη το 1910 καθώς και ο αδελφός της  Γιώργος { Τζώρτζης} το 1914. Οι δουλειές του πατέρα της δεν πήγαιναν καλά και μετακόμισαν στην Κωνσταντινούπολη όπου γεννήθηκαν η Αλίκη και ο Αντρέας τα μικρότερα αδέλφια της Σοφίας.

  Η Καλλίπολη ( τουρκικά Γκελήμπολου) βρίσκεται στη χερσόνησο στην έξοδο του Ελλησπόντου προς την Προποντίδα με (κατ. Περίπου 12.000). Είναι αρχαία πόλη και εξαιτίας της επίκαιρης θέσης της ήταν οχυρωμένη από τους Βυζαντινούς και τους Τούρκους.

Το 1920 παραχωρήθηκε στην Ελλάδα, αλλά με η συνθήκη της Λοζάννης το 1923, αποδόθηκε στην Τουρκία.

  Πριν  από την ανταλλαγή των πληθυσμών είχε 8.000 χιλιάδες Έλληνες. Η χερσόνησος της Καλλίπολης βρίσκεται ανάμεσα στον Μέλανα Κόλπο και τα στενά του Ελλησπόντου. Έχει μήκος 85 χιλ. Σε τούτη τη χερσόνησο κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου έλαβαν χώρα μεγάλες μάχες όσο διαρκούσε η εκστρατεία των Δαρδανελίων.

 Είναι καιρός, όμως να επιστρέψουμε στο κυρίως θέμα μας που είναι     

Η προσωπικότητα της Σοφίας Βέμπο, η καλλιτεχνική της υπόσταση,  είναι  το θέμα  μας. Αναδείχτηκε πολύ γρήγορα από την πρώτη της εμφάνιση το 1933. Στον καιρό του πολέμου 1940-1941 η Σοφία Βέμπο θα λάμψει και για την εθνική της δράση. Δεν είναι τυχαίο που φέρει και τον τίτλο της τραγουδίστριας της νίκης. 

    Η Σοφία είναι το πρωτότοκο παιδί της οικογένειας και είναι περίπου 11 χρονών όταν η οικογένεια φεύγει από την Κωνσταντινούπολη κι επιστρέφει στην Ελλάδα, στο Βόλο όπου και παραμένει ίσαμε το έτος 1933.

 Οι δουλειές του πατέρα της δεν πήγαν καλά στην Κων/πολη και η εξαμελής οικογένεια καταλήγει στην πατρίδα της. Με την επιστροφή στην Ελλάδα θα τελειώσουν, οι ανέμελες και οι άνετες μέρες για τη Σοφία, που είναι υπεύθυνο άτομο και θα το δείξει κατά τη διάρκεια της ζωής της. Σώζει κυριολεκτικά την οικογένεια της και αναδεικνύεται η ίδια  σπουδαία τραγουδίστρια και ηθοποιός της Επιθεώρησης. Θα κρατήσει τούτη τη θέση για τρεις δεκαετίες..

Η Σοφία είναι προσκολλημένη στην οικογένειά της, αγαπάει τους γονείς της και ιδιαίτερα τον ανήμπορο πατέρα της, και παραμένει πιστή στις πρώτες σκέψεις, δηλαδή να βοηθήσει τον Τζώρτζη να σπουδάσει δικηγόρος. Είναι από τη φύση της γενναιόδωρη. Όπως και η φύση την προίκισε γενναιόδωρα, με ταλέντο, φωνητικό και υποκριτικό. Αν κι εκείνη σκέφτεται τη ζωή της, σαν μιας συνηθισμένης γυναίκας της εποχής της, με γάμο και παιδιά, όλα θα έρθουν διαφορετικά.  

  Η Σοφία πηγαίνει στο σχολείο, στο Βόλο κι όταν τελειώνει το Γυμνάσιο προσπαθεί να εργαστεί και φιλοδοξεί ο αδελφός της ο Τζώρτζης να σπουδάσει νομικά. Προκύπτει κι ένας έρωτας. Εκείνος είναι πλούσιος, η οικογένειά του δεν θα την ήθελε για νύφη.

 Στον ορίζοντα το μόνο φωτεινό σημείο είναι να εξασφαλίσει μια εργασία και παλεύει στο Βόλο όσο μπορεί, για ανεύρεση εργασίας ακόμη και μοδιστρική μαθαίνει. Κυρίαρχοι στόχοι της γίνονται η επιβίωση της, οι σπουδές του αδελφού της, και η προσφορά της στους δικούς της.

    Οι προσπάθειες της να βρει μια καλή δουλειά στο Βόλο είχαν εξαφανιστεί, όταν αποφάσισε να πάει στη Θεσσαλονίκη, να εργαστεί και να βοηθήσει τον αδελφό της Τζώρτζη.

    Είναι μελαγχολική. δεν βρίσκει διέξοδο. Όταν κάποιο μεσημέρι γυρίζοντας από κάποια ραπτική εργασία, συναντά μια τσιγγάνα, που θέλει να της πει τη μοίρα. Η Σοφία την αποκρούει λέγοντάς της ότι δεν έχει καθόλου χρήματα. Συμβιβάζονται να  πληρώσει με την τυρόπιτα  που είχε πάρει για τον εαυτό της, για να κατευνάσει την πείνα της.. Η τσιγγάνα κοιτώντας την παλάμη της  μαντεύει ότι, θα έχει γρήγορα μεγάλη επιτυχία και χρήματα. Τη βεβαιώνει πως η ζωή της θα είναι γεμάτη χρήματα και δόξα. Η Σοφία είχε ανάγκη να πιστέψει για το καλύτερο κι ένιωσε την αισιοδοξία να γλιστράει μέσα της.

 Μέσα σε ψυχικό κλίμα αισιοδοξίας και απροσδόκητης ευκαιρίας, για το μέλλον της θα ταξιδέψει την άλλη μέρα για τη Θεσσαλονίκη. Πηγαίνει

 κοντά στον αδελφό της ο οποίος προηγήθηκε για να εγγραφεί στο Πανεπιστήμιο και παράλληλα να βρει δουλειά.

Τα λόγια της τσιγγάνας δεν άργησαν να επαληθευτούν!... Κατά τη διάρκεια του σύντομου θαλάσσιου ταξιδιού της προς τη Θεσσαλονίκη, εντελώς απρόοπτα θ’ αρχίσει η μεγάλη καριέρα, της πλούσια προικισμένης το Θεό και τη φύση, Σοφίας Μπέμπου.

Το ταξίδι της νεαρής Σοφίας Μπέμπου για τη Θεσσαλονίκη με το πλοίο, θα μπορούσε κάποιος να το περιγράψει μοιραίο, υπήρξε το πρώτο βήμα μιας μεγάλης καριέρας.

Το νεαρό κορίτσι, με τις περιορισμένες εμπειρίες μιας μικροαστής με ωραία φωνή, συχνά διασκεδάζει τις φίλες της, τραγουδώντας. Διαθέτει κιθάρα, και το μουσικό της αυτί πάντα αλάθητο συλλαμβάνει  το σωστό ρυθμό. Της αρέσει να τραγουδάει τις μελωδίες της πόλης εκείνης της εποχής και στα καταστήματα «Φλωριά» όπου εργάστηκε κατά περιόδους τις ακούει από το γραμμόφωνο. «Το γελεκάκι», η «Φτώχεια» του Χατζηαποστόλου είναι μεγάλες επιτυχίες της εποχής. Στο σχολείο είναι πάντα πρώτη στο τραγούδι.

Ενώ ταξίδευαν κι ο ήλιος έγερνε στη δειλινή ώρα, η Σοφία πήρε την κιθάρα της κι άρχισε να τραγουδάει. Μαζεύτηκαν γύρω της αρκετοί συνταξιδιώτες. Ένας καλοντυμένος νέος την έτρωγε με τα μάτια του, στηριγμένος στην κουπαστή. Όταν τελείωσε το ρεπερτόριό της, την  συνεχάρη και ρώτησε αν ήταν επαγγελματίας τραγουδίστρια. Η Σοφία νομίζοντας ότι προσπαθούσε να τη φλερτάρει, κίνησε να απομακρυνθεί λέγοντας του, ότι θα ήταν η τελευταία δουλειά που θα έκανε. Ο νέος της έκοψε τη φόρα και το δρόμο της απομάκρυνσης εξηγώντας της, την ιδιότητά του. Ήταν Ιμπρεσάριος και ότι μπορούσε να της βρει δουλειά σε κοσμικά κέντρα και θέατρα. Η Σοφία φιλύποπτη προσπαθούσε να διαβάσει στο πρόσωπό του, τις προθέσεις του, εκείνος επέμενε κι εκείνη τον παρέπεμψε στον αδελφό της Τζώρτζη.

Ο αδελφός της Τζώρτζης επικοινώνησε με τον κύριο Τσίπρα που ήταν αληθινά Ιμπρεσάριος. Έκλεισε δουλειά στο  μουσικό θέατρο Σαμαρτζή με πρώτο μισθό 14.000 χιλ. δραχ.  Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην επιθεώρηση «Παπαγάλος» το 1933. Στην Πρώτη της εμφάνιση, ο Τσίπρας την πείθει να αλλάξει το όνομα της σε Έφη Βέμπο.

Αργότερα, ο Πολ Νορ την επηρεάζει και εμφανίζεται με το αληθινό της όνομα, Σοφία Βέμπο.

Εκτός από τις ικανότητες της Σοφίας είναι και η συμπάθεια  του Σαμαρτζή, διορατικού επιχειρηματία, της εποχής εκείνης.

 Η επιτυχία της σε τούτο το θεατρικό είδος αρχίζει από την πρώτη της εμφάνιση με το θίασο Σαμαρτζή - Μηλιάδη στο έργο «Παπαγάλος»

Ο ενθουσιασμός που δημιούργησε στο κοινό της,  έγινε αιτία να την καλούν στη σκηνή για να επαναλάβει τα τραγούδια της Τούτη η πρώτη επιτυχία της συνεχίστηκε ίσαμε τη στιγμή, που την πρόδωσε η υγεία της στη Θεσσαλονίκη, όπου τραγούδησε για πρώτη φορά μπρος σε κοινό στο Αστόρια Β. Γεννήθηκε στην Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης 1910 και πέθανε στις 10 Μαρτίου του 1978 στην Αθήνα στο σπίτι της, στην οδό Στουρνάρη..

.                                   

  Θα προσπαθήσω στη συνέχεια ν’ αναφερθώ όσο πιο συνοπτικά μου επιτρέπει η σημαντική προσωπικότητα της γυναίκας, της τραγουδίστριας, της ηθοποιού αλλά και της ελληνίδας πατριώτισσας στις δύσκολες  ώρες της πατρίδας μας στο διάστημα του πολέμου 1940-1944.         

  Η Σοφία Βέμπο εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Επιθεώρηση «Παπαγάλος» με το θίασο Σαμαρτζή - Μηλιάδη στο Θέατρο Κεντρικόν το 1933, στις 25 Οκτωβρίου του 1933 είναι η πρεμιέρα της επιθεώρησης «Παπαγάλος.»

 Στις πρεμιέρες, πάντα υπάρχει στα παρασκήνια εκνευρισμός και της τελευταίας στιγμής εκκρεμότητες, κινητικότητα. Η νεαρή Σοφία ζει για πρώτη φορά τούτη τη στιγμή, την τόσο αποφασιστική για την ύπαρξη της και την ευτυχία της. Η Μ. Νέζερ και η Βώττη την βοηθούν όσο μπορούν. Η Μαρίκα Νέζερ τη βοηθά να μακιγιαριστεί και γενικά την ενθαρρύνει. Οι στιγμές είναι κρίσιμες  για τη μελλοντική της ζωή.

Η θλίψη που απέδιδε ο ήχος της φωνής της, είχε αλήθεια, γνησιότητα Μέσα στη σκέψη της κυριαρχούσε η αίσθηση, πως η μοίρα την έφερε στη θέση να κάνει την τραγουδίστρια στην Αθήνα μακριά από την οικογένειά της, που γι αυτήν ήταν ταυτόσημο με το επάγγελμα της πόρνης. Δεν είχε τρακ. Είχε θλίψη ενώ απέδιδε σωστά το ρυθμό, προσποιούμενη ότι έπαιζε κιθάρα  Όταν το τραγούδι τελείωσε, ακολούθησε το θερμό χειροκρότημα του κοινού  και διαφοροποίησε το ψυχικό της κλίμα.  Υποκλίθηκε βαθιά προς το κοινό, έβαλε την κιθάρα στον ώμο και κίνησε να φύγει προς την κουίντα, ενώ η αίθουσα σείονταν από το χειροκρότημα.. Οι ηθοποιοί της φώναζαν: που πας το κοινό θέλει επανάληψη, σου φωνάζει μπις. Η πρωτόβγαλτη στη σκηνή Σοφία Βέμπο επανέλαβε 4 φορές το τραγούδι της. Το ένστικτο του κόσμου εκτίμησε τη θέρμη και τη γνησιότητα της φωνής της. ¨ένα μέρος του κοινού είχε πάει από περιέργεια.

Βγαίνοντας από τη σκηνή είδε το Σαμαρτζή ικανοποιημένο, χαρούμενο. Το πείραμα είχε πετύχει. Η Νέζερ τη φίλησε, «μπράβο Σοφία» η σκηνή σε θέλει. «Μπράβο Σοφία μου, πήγες πολύ καλά.»

Ο Τζώρτζης την αγκάλιασε και τη φίλησε, ενώ εκείνη τον ρωτούσε πως ήταν;¨ Εκείνος  της είπε: η γνώμη μου δεν έχει σημασία, εκείνο που μετράει είναι ότι το κοινό ζήτησε να επαναλάβεις το τραγούδι σου 4ις φορές..

Οι κριτικοί, οι πιο προοδευτικοί έβρισκαν στο παίξιμό της ενδιαφέρον και την σύγκριναν με τη γαλλίδα τραγουδίστρια Νταμιά. Οι συντηρητικοί κριτικοί επέμεναν πως δεν είχε φωνή και την αποκαλούσαν «χασικλού» ή επιεικώς αμανετζού.

Γράφτηκαν κριτικές καλές και κακές. Ο Σαμαρτζής της είπε:ας λένε, μη δίνεις σημασία, το κοινό σε θέλει, αυτό έχει σημασία. Κάποιος όμως δημοσιογράφος τη συμβούλεψε: να  πάει στο σπίτι της να πλένει πιάτα,

Η Σοφία δεν έχασε καιρό, πήγε στο γραφείο του, τον βρήκε και τον ρώτησε. Εσείς γράψατε: ότι καλύτερα είναι να πάω στο σπίτι μου να πλένω πιάτα; Ναι, εγώ της απάντησε  Και πριν προλάβει να καταλάβει το νόημα της επίσκεψης, δέχτηκε ένα δυνατό χαστούκι.. Το νέο διαδόθηκε αστραπιαία στους δημοσιογραφικούς και θεατρικούς κύκλους. Στο Κεντρικόν  άλλοι έλεγαν : Καλά του έκανε. Η Μαντεινιού είπε θα μας δείρει όλους, «έχει δέκα μέρες στο Θέατρο κι έχει δώσει μια γροθιά κι ένα χαστούκι.»

Έτσι άρχισε την καριέρα της η Βέμπο. Οι προκαταλήψεις με τις οποίες είχε μεγαλώσει στο Βόλο, είχαν για πάντα επηρεάσει την προσωπικότητά της. Η Σοφία ήταν νευρική, παρορμητική, δεν ήταν κακή. Η απότομη συμπεριφορά της ήταν  η  άμυνά της.

Το κοινό έμενε διχασμένο, αλλά εκείνη έλεγε στον εαυτό της, «θα με χειροκροτήσετε, τι θα κάνετε;» Ήταν αποφασισμένη να πετύχει, προσπαθούσε, άκουγε, είχε τα προσόντα.

Η Σοφία ζητούσε από τους γονείς της να στείλουν στην Αθήνα την αδελφή της Αλίκη, για να έχει κοντά της, κάποιον δικό της άνθρωπο, της έλειπε η οικογένειά της.

Η φήμη της ταξίδεψε ταχύτατα στο  Αθηναϊκό κοινό και η νεαρή  ηθοποιός και τραγουδίστρια εργαζόταν με συνέπεια και πάθος για να πετύχει το καλύτερο αποτέλεσμα.

Το Πάσχα του 1934, την ημέρα της πρεμιέρας της «Ταραντέλας» έφθασαν στην Αθήνα η μητέρα της με την αδελφή της Αλίκη και παρακολούθησαν την παράσταση. Η μητέρα της έκανε αυστηρή κριτική. Τα τραγούδια που λανσάριζε τα θεωρούσε σαχλά και πρόσθεσε ότι: Τα τραγούδια που τραγουδούσε στο Βόλο ήταν καλύτερα. Την ίδια γνώμη είχε και η Σοφία αλλά.. ήθελε τη δουλειά. Δεν λυπήθηκε με την κριτική της μητέρας της, άλλωστε ήταν τόσο χαρούμενη που θα είχε την αδελφή της κοντά της.

Το καλοκαίρι ο θίασος μεταφέρθηκε στο θερινό Θέατρο Σαμαρτζή στην οδό Καρόλου. Η Σοφία ανανέωσε το συμβόλαιό της, αλλά βελτίωσε και τους οικονομικούς όρους. Επίσης έπεισε τον Σαμαρτζή να προσλάβει στο θίασο και την αδελφή της.

Η Αλίκη ήταν πανέμορφη, κατάξανθη, συγκίνησε τον Πολ  Νορ, τον συγγραφέα της επιθεώρησης, ο οποίος ανέλαβε να την παρουσιάσει όσο πιο καλά γινόταν

Η καινούρια ρομάντζα της Σοφίας ήταν το: «Μη ζητάς φιλιά». Δάσκαλος της ήταν ο σπουδαίος πιανίστας και συνθέτης Ντ’ Αντζελίς, ο οποίος είχε εργαστεί με τη γαλλίδα τραγουδίστρια Νταμιά και ήταν ο πρώτος μουσικός που ξεχώρισε τις ικανότητες της Βέμπο στο τραγούδι, λέγοντάς της, πως κανένας δεν είχε υποψιαστεί το ταλέντο της και κανένας, δεν της είχε γράψει τραγούδια που ταίριαζαν στη φωνή της. Κι ανέλαβε να της κάνει εντατικές πρόβες και να της δείξει πώς να κινείται στη σκηνή. Ένα πρωί ένιωθε κουρασμένη  από την επανάληψη ης πρόβας, πήγε κι ακούμπησε στην κουίντα. Αυτό είναι φώναξε ο μαέστρος. Έτσι ακουμπισμένη στην κουίντα θα το τραγουδάς

Ο συγγραφέας Συναδινός πρόσεξε ότι η Σοφία δεν άρθρωνε καλά το α, και το ο, στάθηκε το μοναδικό μάθημα ορθοφωνίας που έκανε στη ζωή της. Προσπάθησε και διόρθωσε το ελάττωμά της. Τότε μαζί με τη Βέμπο τραγουδούσε και ο Μοσχονάς  ο οποίος σε λίγα χρόνια εξελίχθηκε σ’ ένα μεγάλο αστέρι της Μετροπόλιταν Όπερας της ΝΥόρκης. Η ρομάντζα που τραγουδούσε η Βέμπο: Μη ζητάς φιλιά / ούτε αγκαλιά/ και μην προδοθείς/ για να χαρείς ότι ποθείς. Είχε μεγάλη επιτυχία. Τραγουδήθηκε απ’ όλη την Αθήνα. Το θέατρο κατάμεστο κάθε βράδυ, στην πλατεία η αριστοκρατία και στον εξώστη η γαλαρία δηλαδή ο λαουτζίκος.

Η παρουσία της Βέμπο προκαλούσε σεισμό. Κι ακολουθούσανε τρεις και τέσσερις επαναλήψεις των τραγουδιών της, για να ικανοποιηθεί το κοινό.              

 Το 1935 η Σοφία, είναι ευτυχισμένη, χαρούμενη. Έχει φέρει και το μικρό της αδελφό Ανδρέα για να γραφτεί σε μια τεχνική σχολή.

Η αλματώδης εξέλιξή της είναι γεγονός, βρίσκεται ήδη ανάμεσα στα πρώτα ονόματα του μουσικού  θεάτρου.

Στην αρχή του έτους αποφασίζει να φύγει σε περιοδεία στη Βόρειο Ελλάδα, μαζί με τη Λουίζα Ποζέλη το παιδί θαύμα της εποχής, που έφυγε από τον Αττίκ για να συνεργαστεί με τη Βέμπο μαζί τους είναι και η Αλίκη.

Ξεκίνησαν για το Βόλο με πρώτη εμφάνιση στην αίθουσα ΟΛΥΜΠΙΑ, με μεγάλη επιτυχία.

Όλη η αφρόκρεμα του Βόλου πήγε να χειροκροτήσει την συμπατριώτισσά τους, που ήδη είχε κατακτήσει τις καρδιές των Αθηναίων.

Για τη Σοφία ήταν πολύ συγκινητική βραδιά. Πριν ενάμισι χρόνο είχε φύγει γεμάτη φόβους και αμφιβολίες για να κατακτήσει το θέατρο, και μέσα σε μικρό διάστημα επιστρέφει με τη θέση της ανάμεσα μεγαλύτερα ονόματα του μουσικού θεάτρου. Είχε πάει κι ο Αλέκος, το άτομο του ανέφικτου έρωτα, να τη δει, και να την ακούσει. Εκείνη αρνήθηκε να τον συναντήσει.

Η περιοδεία συνεχίστηκε και σε άλλες πόλεις της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας κι από όπου πέρασαν κέρδισαν θαυμασμό κι αγάπη.

Στα μέσα του Μάρτη γύρισαν στην Αθήνα με χρήμα κι αισιοδοξία.

Την κάλεσε ο Σαμαρτζής στο Κεντρικόν που θ’ ανέβαινε η καινούρια επιθεώρηση και το καλοκαίρι θα πήγαιναν στην Αίγυπτο.

Η πρόταση θαυμάσια, αλλά ο Πολ Νορ κατάφερε να την επηρεάσει και να συνεργαστεί μαζί του στο θέατρο του Λαού στην οδό Κολοκυνθούς. Σε συνεργασία με το Σπύρο Μεταξά και με μαέστρο τον Ντ’ Αντζελίς. Έχω γράψει τραγούδι Σοφία, που θα χαλάσει κόσμο.

Η Βέμπο που τον εκτιμούσε και τον σέβονταν δέχτηκε αμέσως την πρότασή του. Επί κεφαλής του θιάσου ο Σταύρος Ιατρού και η Μαρίκα Κρεβατά. Τα τραγούδια ήταν «Κοκαίνη» και το «Δεν έχεις τίποτε μα έχεις κάτι/ Κάτι στα χείλη, στα μαλλάκια, στη ματιά..» Τραγούδι που τραγουδήθηκε και χορεύτηκε στην Αθήνα που ζούσε στο ρυθμό του ταγκό.

Το κοινό πήγαινε να στο θέατρο του Λαού να δει και ν’ ακούσει το χασικλίδικο τραγούδι, η ερμηνεύτριά του δεν είχε δοκιμάσει ούτε τσιγάρο.

Το περιοδικό «Ατλαντίς» του Ιουλίου του 35 έγραφε: Μια μεγάλη πρωτοτυπία είναι το τραγούδι της κοκαϊνομανούς, η φετινή μεγάλη δημιουργία της εκλεκτής ντιζέζ Σοφίας Βέμπο, την ξέρουμε για μια απ’ τις καλύτερες ντιζέζ μας, απέδειξε όμως, ότι έχει και δραματικό ταλέντο αξιοσημείωτο. Ο τύπος της κοκαϊνομανούς είναι μια δημιουργία που θα ζήλευε και η μεγαλύτερη ηθοποιός της πρόζας.»

Πέρασε όμορφο καλοκαίρι η Σοφία στο θεατράκι του Λαού.

Η Καθημερινή στις 4/6/35 έγραφε: η Σοφία Βέμπο είναι μια ντιζέζ με εξαιρετική ιδιοσυγκρασία. Τη φωνή της, την πόζα της, την πρόζα της, τη φινέτσα της θα τη ζήλευε ένας θίασος πρόζας.»

Εκείνο το καλοκαίρι έφερε και τους δικούς της στην Αθήνα στο υπόγειό της. Αργότερα μετακόμισαν σ’ ένα από τα διαμερίσματα της μπλε πολυκατοικίας στα Εξάρχεια, της πρώτης πολυκατοικίας.

Στη χειμωνιάτικη σεζόν του 35-36 η Σοφία Βέμπο είναι στο κομψό θέατρο ΙΝΤΕΑΛ της Πανεπιστημίου, στην επιθεώρηση του Δημήτρη Γιαννουκάκη. Εκεί θα της δοθεί η ευκαιρία να γνωρίσει το σπουδαίο συνθέτη και μαέστρο Κώστα Γιαννίδη, που θα της άνοιγε καινούριους ερμηνευτικούς δρόμους και που θα την έκανε πρώτο αστέρι του ελληνικού τραγουδιού. Ο Γιαννίδης ήταν εκείνος που βρήκε τη φωνιτική της τεσιτούρα, πάνω στην οποία της έγραψε όμορφες μελωδίες που η Βέμπο τις έκανε διαχρονικές επιτυχίες.

Η Σοφία στέκεται γερά στα πόδια της. Είναι σίγουρη για τον εαυτό της και το ταλέντο της δώρο Θεού. Γραμμοφωνεί το ένα τραγούδι μετά το άλλο. Συνθέτες και στιχουργοί την πολιορκούν με τα τραγούδια τους κι εκείνη δε λέει όχι σε κανένα.

Το 1936 το θερινό θέατρο Σαμαρτζή έχει ανακαινισθεί από τα θεμέλια του. Έγινε ένα από τα ωραιότερα θέατρα της Αθήνας.

Κάνει την έναρξή του με την επιθεώρηση του Παπαδούκα-Κωνσταντινίδη  «Η Βασίλισσα». Οι ρομάντζες της Βέμπο είναι σε ρυθμό ταγκό. «Μάτια μου» και «Σ’αγαπώ».

Η επιθεώρηση δεν κατάφερε να βγάλει ούτε μήνα.

Την διαδέχτηκαν τα «Παναθήναια» του 36 των Βώττη - Ευαγγελίδη σε μουσική της Λόλας Βώττη. Η Σοφία τραγουδίστρια επιτυχημένη και περιζήτητη συναντιέται με τους ανθρώπους που στο ξεκίνημά της τη στήριξαν στην αρχή της εμφάνισής της με τον τρόπο τους.

Το καινούριο τραγούδι «Μαριτάνα» ταγκό, έγινε τεράστια επιτυχία και τραγουδήθηκε σε όλη την Ελλάδα. Απ’ αυτό το τραγούδι ερωτεύθηκε ο Τραϊφόρος τη Σοφία. Εκείνο το καλοκαίρι ήταν τουρνέ με τον Αττίκ σε κάποιο καφενείο της Καβάλας,  άκουσε από το γραμμόφωνο το «Μαριτάνα» και μαγεύτηκε από την ερμηνεία της Βέμπο. Ποιος γνωρίζει της μοίρας τα γραμμένα.

Τον Σεπτέμβριο του 1936 η Σοφία με την Αλίκη που ήδη έχει εξελιχθεί σε καλή σουμπρέτα της επιθεώρησης θα αναχωρήσουν για την Αλεξάνδρεια όπου θα εμφανιστούν στο μεγάλο καμπαρέ της πόλης «Γκραν Τριανόν».

Η Σοφία θα τραγουδήσει πλαισιωμένη από γαλλίδες χορεύτριες και τη διαφημίζουν παρουσιάζοντάς την σαν την ελληνίδα Νταμιά.

Οι έλληνες της Αλεξάνδρειας την υποδέχτηκαν με λατρεία και κάθε βράδυ γέμιζαν ασφυκτικά το καμπαρέ, αλλά και πολλοί ξένοι ευρωπαίοι τη λάτρεψαν.

Τα Χριστούγεννα του 1939 εγκαταλείπει το ΙΝΤΕΑΛ και φεύγει τουρνέ με την αδελφή της στη Βόρειο Ελλάδα. Η επιτυχία είναι μεγάλη, σ’ αυτό συνέβαλλε και η προβολή της «Προσφυγοπούλας» την ίδια χρονική στιγμή στις αίθουσες των κινηματογράφων, όπου πρωταγωνιστούσε.

Ήταν η πρώτη ομιλούσα αξιόλογη ταινία, είχε τα χάλια της βέβαια και ιδιαίτερα ο ήχος της που ήταν κακός. Ωστόσο παίχτηκε με επιτυχία και στο εξωτερικό στους ομογενείς. Συνέχιζε τη λαμπρή της πορεία ίσαμε τα τέλη της δεκαετίας του 50 ώσπου καταστράφηκε το αρνητικό της.

Ενώ παίζεται η «Προσφυγοπούλα» η Βέμπο εμφανίζεται στο Ιντεάλ με ένα τραγουδάκι «Χρυσή βροχή. Το θέατρο κατάμεστο, στην πλατεία η αριστοκρατία και στον εξώστη η γαλαρία δηλ. ο λαουτζίκος.

Η παρουσία της Βέμπο προκαλούσε σεισμό. Κι ακολουθούσαν 3-4 επαναλήψεις. Όπου τραγουδάει και τις δισκογραφικές της επιτυχίες.         

 Συνθέτες και στιχουργοί  πολιορκούν τη Σοφία. Εκείνη σίγουρη για τον εαυτό της δε λέει όχι σε κανένα.

Η θερινή σεζόν του 1939 αρχίζει στο ανακαινισμένο θέατρο του Σαμαρτζή. Κάνει την έναρξή του με το έργο Βασίλισσα. Οι ρομάντζες της Βέμπο  σε ρυθμό ταγκό είναι τα «μάτια μου και Σ’αγαπώ. Η επιθεώρηση δεν κατάφερε να βγάλει ούτε το μήνα. Και  η Βέμπο δέχτηκε την πρόταση των Βώττη- Ευαγγελίδη με μουσική της Λόλας Βώττη. Η Σοφία επιτυχημένη πια τραγουδίστρια εργάζεται και πάλι με αυτούς που πρωτοεμφανίστηκε και τη βοήθησαν με τον τρόπο τους.

Είναι σίγουρη για τον εαυτό της και για το ταλέντο που της χάρισε ο θεός. Το τραγούδι της «Μαριτάνα», πάλι ταγκό έγινε τεράστια επιτυχία τραγουδήθηκε σε όλη την Ελλάδα. Σε τούτο το τραγούδι την άκουσε ο Τραϊφόρος και την ερωτεύθηκε απ’ το τραγούδι αυτό που άκουσε στην Καβάλα μαγεύτηκε από την ερμηνεία της, Εκείνος συνεργαζόταν με τον Αττίκ.

Φθινόπωρο 1940. Ο πόλεμος 1940-1941 άρχισε.

Στις πρώτες μέρες του Νοέμβρη κάλεσε ο Μακέδος τη Σοφία να συζητήσει μαζί της την απόφασή του να δημιουργήσει ένα είδος βαριετέ όπως η Όασις του Ζαπείου, που παρουσίαζε ο Μίμης Τραϊφόρος –κονφερασιέ, ποιητής, και συγγραφέας.

Το θίασο του μιμήθηκαν, πολύ σύντομα, η Μαρίκα Κοτοπούλη, με το έργο Πολεμικά Παναθήναια. Η Κατερίνα με τις «Πολεμικές Καντρίλιες,» ο Κώστας Μουσούρης με το έργο «Μπράβο Κολονέλο». Ο Αργυρόπουλος με το «Φινίτο Μουσσολίνι και το Βρεττάνια με το Κορόϊδο Μουσσολίνι.    Κάποιο βράδυ η Βέμπο άκουσε ένα τραγούδι Πατρίδα-Πατρίδα πάνω στη μελωδία του «Διαμάντω». Ρώτησε κι έμαθε, πωε το είχε γράψει ο Μίμης Τραϊφόρος. Άφησε στην άκρη τον εγωϊσμό της, του είπε: Κύριε Τραϊφόρε μου αρέσει το τραγούδι σας που τραγουδάει η Βλαχοπούλου. Θα μπορέσετε να γράψετε ένα παρόμοιο και για μένα;

Ο Τραϊφόρος τη θαύμαζε από χρόνια, αλλά την έβλεπε από μακριά. Η ερώτησή της, του έδινε την ευκαιρία της ζωής του, να γράψει τραγούδι για τη Βέμπο. Έκανε την παρωδία της «Ζεχρά». Το έδωσε στη Σοφία η οποία εκτίμησε το ταλέντο του αλλά διαφώνησε με το τέλος « Αν δεν βγείτε νικηταί να μην έρθετε ποτέ». Δηλ, Το Ταν επί Τας» των αρχαίων ελλήνων. Ο Τραϊφόρος πολύ γρήγορα το άλλαξε σε «Με της Νίκης τα κλαδιά, σας προσμένουμε παιδιά». Το ίδιο βράδυ το τραγούδησε απ’ το χαρτί η Σοφία, κι ο ενθουσιασμός πλημμύρισε το Θέατρο. Την επομένη,

 το γραμμοφώνησε μαζί με το «Πατρίδα – Πατρίδα.»

Ο ραδιοφωνικός σταθμός την κάλεσε και της παραχώρησε μία ώρα την ημέρα να τραγουδάει ζωντανά με τους συνεργάτες της.

Ο συγγραφέας Θίσβιος παρώδησε την επιτυχία της «Στη Λάρισα βγαίν’ ο Αυγερινός με το «Στον πόλεμο βγαιν’ ο Ιταλός» το «Πλέκει η Μάρω το προικιό της» σε λόγια «Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του.» Και ο Γιώργος Οικονομίδης το ιταλικό «Καμπανιόλα μπέλα» σε Κορόϊδο Μουσσολίνι.»

Τα τραγούδια πρωτοεμφανίστηκαν από τη Βέμπο στον ραδιοφωνικό σταθμό και ύστερα τραγουδήθηκαν στο θέατρο Μοντιάλ.

Τραγουδούσε μπροστά σ’ ένα κοινό που παραληρούσε από ενθουσιασμό είτε στο ραδιόφωνο  είτε στο Θέατρο. Που σ’ ρε Μπενίτο / Κρυμμένος στη σπηλιά/ Ωρέ κατέβα παρακάτω/ Φοβάμαι τον τζολιά!

Το ΓΕΣ, Γεν. επιτ. Στρατού στέλνει τους δίσκους στις μονάδες και οι έλληνες φαντάροι πολεμάνε με τους ήχους της φωνής της. Παιδιά / της Ελλάδας παιδιά/ που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά..

Η φωνή της Σοφίας αντηχούσε επική, ειρωνική, αιχμηρή σαν ξιφολόγχη και γέμιζε ελπίδα κι αισιοδοξία τις καρδιές των φαντάρων.

Η Σοφία το 1941 εξακολουθεί να εργάζεται στο Μοντιάλ τραγουδώντας με το ίδιο κέφι και ιδιαίτερα τώρα που είναι ερωτευμένη με τον ποιητή Μίμη Τραϊφόρο. Που υπήρξε ο μοναδικός άνδρας της ζωής της. Αυτός ο έρωτας έφερε αργότερα αλησμόνητα ερωτικά τραγούδια. Βέβαια ο ποιητής Τραϊφόρος δεν κέρδισε τις δάφνες της μοναδικής Σοφίας Βέμπο.

Τις πρώτες μέρες του Απρίλη τα γερμανικά στρατεύματα μπήκαν στην έρημη Αθήνα.

Η Βέμπο είναι υποχρεωμένη να τραγουδάει στο Θέατρο. Ώσπου κάποιο βράδυ πήγαν οι γερμανοί στο Θέατρο. Την ώρα, που έβγαινε στη σκηνή την εμπόδισαν και την πήραν μαζί τους, ενώ η ορχήστρα συνέχιζε να επαναλαμβάνει την εισαγωγή. Ο μαέστρος, δεν γνώριζε που οφειλόταν η καθυστέρηση της εμφάνισής της. Την έβαλαν σ’ αυτοκίνητο και την πήγαν στην Γκεστάπο. Την κατηγορούσαν γιατί διακωμωδούσε τον Μουσολίνι και τον  Ιταλικό στρατό. Ετοιμόλογη και πανέξυπνη απάντησε:  ότι είχαν πόλεμο κι έτσι έπρεπε να φερθεί, της πήραν την τσάντα, την έκλεισαν σ’ ένα γραφείο. Ερεύνησαν και το σπίτι της όπου έμενε με τους γονείς της και τ’ αδέλφια της, δεν βρήκαν κάτι επιβαρυντικό.

Την έβαλαν σ’ ένα καμιόνι με άλλες γυναίκες που έκλαιγαν. Η κατεύθυνση ήταν οι φυλακές Αβέρωφ. Εκεί  την παρέλαβαν έλληνες και της είπαν να υπογράψει τα χαρτιά που θα προτείνουν οι γερμανοί κι έτσι έκανε. Ο γερμανός,

 όταν ο διερμηνέας του είπε ότι η Βέμπο θα άφηνε τη δουλειά της. Ο γερμανός απάντησε θυμωμένος, κι ο διερμηνέας της το είπε: «Δε θα παρατήσεις τη δουλειά σου. Είσαι πολύ καλή τραγουδίστρια και καλά θα έκανες να μάθαινες και μερικά γερμανικά τραγούδια.

Η Σοφία σκέφτηκε προτιμώ να με τουφεκίσετε παρά να τραγουδήσω γερμανικά τραγούδια.

Ο γερμανός της είπε απόψε θα εμφανιστείς στο Θέατρο. Η Σοφία σκεφτόταν αν μπλοφάριζε ο γερμανός αλλά έκανε το σταυρό της, ενώ σκεφτόταν, θα δούμε πως θα το χειριστώ. Υπέγραψε η δήλωση κι έφυγε. Στη γωνία Βουκουρεστίου και Παν/μίου την περίμενε ο Τζώρτζης, αγκαλιάστηκαν δακρυσμένοι και πήραν το δρόμο για το σπίτι τους.

  Το ίδιο βράδυ βγήκε στη σκηνή. Το θέατρο κατάμεστο εσείετο από το χειροκρότημα. Η ορχήστρα έπαιζε την εισαγωγή. Ήταν βαθιά   συγκινημένη ενώ ακουγόταν η φωνή της στο τραγούδι.

Σαν κι απόψε/ μες στης νύχτας τα μάγια είχαμε μπλέξει/ κι απ’ τα χείλη σου πρωτάκουσα τη λέξη/ σ’ αγαπώ…. Το κοινό τραγουδούσε μαζί της διαβάζοντας τα λόγια από ένα αναρτημένο πανό. Κανείς δε ζήτησε πατριωτικό τραγούδι.

 

           1941. Φρικτή χρονιά τέτοια  σαν αυτή να μην ξημερώσει ποτέ για την Ελλάδα και για καμιά χώρα του κόσμου. Μπορούμε να συνοψίσουμε την εικόνα της στις λέξεις Πείνα, Θάνατος, Ορφάνεια Φόβος, Σκλαβιά,.

Το 1941 Οι ερωτικοί στίχοι του Μίμη Τραϊφόρου κατακτούν κυριολεκτικά τη Σοφία Βέμπο. Ένας μεγάλος έρωτας αρχίζει και τελειώνει με το θάνατό της.

 Οι ώρες της κατοχής είναι σκληρές και η αντίσταση αρχίζει σε όλα τα επίπεδα. Ο Μίμης Τραϊφόρος γράφει, γράφει αδιάκοπα για τον έρωτά του τη Σοφία. Αληθινά διαμάντια, εξαίσιους στίχους του ελαφρού τραγουδιού και μοναδικά ποιήματα.

Η οικογένεια δεν τον θέλει κι όσο μπορεί τον υπονομεύει.

Η Σοφία είναι τρελά ερωτευμένη. Μετά και την προειδοποιητική της σύλληψη από την Γκεστάπο απ’ όπου κι αν εξετάσει την πραγματικότητα μόνο μια λύση βρίσκει τη φυγή. Είναι η μόνη διέξοδος. Αλλά η φυγή δεν  είναι εύκολη υπόθεση.

Οι Ιταλοί απαγορεύουν την εμφάνισή της στη σκηνή του Θεάτρου δεν συγχωρούν τη γελοιοποίηση τους με τα σχετικά τραγούδια που είναι κάποτε πια αποτελεσματικά κι απ’ την ξιφολόγχη γιατί διεγείρουν τη σκέψη μαζί με το συναίσθημα.

Υποχρεώθηκε η Σοφία Βέμπο με την απειλή όπλου να πάρει μέρος στην Αεροπορική Λέσχη σε εκδήλωση στην Κιφισιά. Εκεί η Βέμπο τραγούδησε τα τραγούδια του Τραϊφόρου «Κοντύλω» και το  «Αθήνα και πάλι Αθήνα». Όταν τη ρώτησαν για την αμοιβή της είπε: Θα ήθελα να μου επιτρέψετε να τραγουδήσω στο θέατρο. Βέβαια δεν περίμενε να υλοποιηθεί η επιθυμία της.

Κι όμως σε λίγες μέρες την ειδοποίησαν να περάσει να επισκεφτεί τον Έβερτ στο τμήμα και της ανακοίνωσε ότι το Κομάντο ντε Πιάτσα του είχε στείλει την άδεια της επανεμφάνισής της στο Θέατρο, αλλά με την προϋπόθεση ότι: θα τραγουδούσε μόνο λογοκριμένα τραγούδια. Πήγαιναν και παραπέρα της επέβαλαν να τραγουδάει και γερμανικά τραγούδια που θα πρότεινα οι γερμανοί.

Από τον Έβερτ που ήταν συνδεδεμένος με τις μυστικές υπηρεσίες των συμμάχων, θα προωθηθεί στον Τσιγάντε, και την οργάνωση Μίδας και θα φύγει στη Μέση Ανατολή.

Ο αδελφός της Τζώρτζης την τελευταία στιγμή την πείθει ν’ αφήσουν τον Τραϊφορο στην Αθήνα.

Η Σοφία έχει άλλη γνώμη κα μόλις φθάνουν με αρκετή περιπέτεια και κίνδυνο  στον προορισμό τους, βρίσκει τους ανωτέρους αξιωματικούς και επιτυγχάνει τον ερχομό του αγαπημένου της στην Αίγυπτο.

Ο Τραϊφόρος και οι μουσικοί Λεό Ραπίτης πιανίστας και Μανωλιτσάκης    ακορντεονίστας συνεργάζονται με θαυμάσια αποτελέσματα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Έτσι αρχίζει η προσφορά του ταλέντου της Σοφίας στη Μ.Ανατολή της δίνει τη δυνατότητα εκτός από την εμψύχωση των ελλήνων φαντάρων εκεί, αλλά και νικημένων στην Ελλάδα. Σε διάφορες γιορτές συγκεντρώνονται χρήματα που προσφέρει στον ελληνικό στρατό.

Η Σοφία Βέμπο ξεκίνησε τη ζωντανή εκπομπή στέλνοντας μηνύματα στην κατοχική Ελλάδα, τραγουδώντας τα πολεμικά της τραγούδια.

Αι, μανούλα μ’ άι! /Φεύγ


ω για την ξενιτιά /Όχι για να πλουτίσω/  Για τη Λευτεριά/ Τραγούδησε επίσης τα Παιδιά της Ελλάδας/  Παιδιά…τη Χωριάτα καθώς κι Αντάρτικα τραγούδια

Η Σοφία αγωνίζεται με επιτυχία στην Αίγυπτο, Στην Ελλάδα συμβαίνουν πολλά μέσα σε όλα τα άλλα και ο θάνατος του αγαπημένου της πατέρα.

Σε σύντομο χρονικό διάστημα είναι αδύνατο ν’ αναφερθεί η μεγάλη της προσφορά, η γενναιοδωρία της ψυχής της.

Όταν αποφασίζει να γυρίσει στην Ελλάδα ρωτάει τον Τζώρτζη τον αδελφό της όσα χρήματα έχουν γιατί πέρα από την προσφορά της στο στρατό, δούλεψε πολύ μαζί με τον Τραϊφόρο η απάντηση ήταν τίποτα.

Ένιωσε πόνο και ξανάρχισε τη δουλειά της. Είχε ένα όνειρο που πραγματοποιήθηκε να κάνει ένα θέατρο που να φέρει τα’ όνομά της.

Δούλεψε στην Αίγυπτο, στην Αμερική, αφού πρώτα πέρασε από τη Γαλλία από το Παρίσι. Στην Αμερική εμφανίστηκε στο περίφημο CARNEGIE HALL.

Το πραγματοποίησε το όνειρό της πολύ δύσκολα με αντάλλαγμα την υγεία της. Δούλεψε πάρα πολύ έβγαζε πρόγραμμα 2 και 2/5 ώρες μόνη της.  Ο γάμος της με τον Τραϊφόρο έγινε μετά το θάνατο της μάνας της με την προσταγή του Τζώρτζη το 1957.

Η Σοφία Βέμπο αγαπήθηκε από το λαό κι έμεινε αλησμόνητη για τη φωνή της, την ομορφιά της, την προσφορά της στο μουσικό θέατρο. Τέλειωσε τη ζωή της με τον άνδρα της ζωής της Μίμη Τραϊφόρο.      

 Η Σοφία Βέμπο τιμήθηκε από την πολιτεία όπως της άξιζε και το Θεατρικό Μουσείο την τίμησε με καμαρίνι προς τιμήν της.

                               

   Η παρούσα ομιλία έγινε στο Πολεμικό Μουσείο στις 6/12/2006

   Με το θέμα ασχολήθηκε η Δέσπω Καρούσου, η οποία άντλησε τις

   πληροφορίες από την εγκυκλοπαίδεια και κυρίως από το βιογραφικό  

   βιβλίο του Ανδρέα Μαμάη, “ ΣOΦIA BEMΠO», Εκδόσεις Κέδρος.

  

  Την εκδήλωση πραγματοποίησε η ΕΝΩΣΗ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΘΡΑΚΗΣ:

   ΔΟΜΝΑ Χ. ΑΝΤΩΝΗ ΒΙΣΒΙΖΗ

..............................................................................................................................................................

Δημοσιεύτηκε στον ¨Βορέα"(τεύχος 40) τον Οκτώβριο 2008, πριν 15 χρόνια!

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου