Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2023

Παύλος Μάτεσις, συγγραφέας: «Αντί να είμαστε συνεχώς απολογούμενοι ή αμυνόμενοι θα πρέπει να περάσουμε στην αντεπίθεση.»-Μια συνέντευξη στη Μαρία Νικολάου

Για την Ελλάδα σήμερα μιλά ο γνωστός συγγραφέας θεατρικών έργων και μυθιστορημάτων Παύλος  Μάτεσις. «Σήμερα υπάρχει μια δουλοφροσύνη της Ελλάδος, της πολιτικής ειδικά, η οποία μας ταπεινώνει αφάνταστα. Ίσως το κάνουν οι πολιτικοί γιατί είναι αναγκασμένοι, πιεζόμενοι ανάμεσα σε μεγάλες δυνάμεις. Η Αμερική σήμερα είναι περίπου ό,τι ήταν ο Χίτλερ προ δεκαετιών. Υπάρχει μια βλακεία η οποία είναι επικίνδυνη.» Μιλά για τη αριστερά και τις γειτονικές χώρες. Παράλληλα αναφέρεται στην περιπέτεια της γραφής, στους ήρωές του και στους αναγνώστες των έργών του, «Τα έργα μου δεν είναι δικά μου, είναι του θεατή, είναι του αναγνώστη. Ουσιαστικά εγώ είμαι πληρεξούσιος του θεατή, του αναγνώστη, γράφω γι αυτόν.», δηλώνει και σημειώνει αναφερόμενος στην Ελλάδα, «Η αρχαία Ελλάδα προσδιόρισε το δρόμο και το βίο της Ευρώπης. Σήμερα η Ελλάδα, μετά την απελευθέρωση του 1832, κάνει όλο αποτυχημένες αρχές.». 

 

Παύλος  Μάτεσις, συγγραφέας:

«Αντί να είμαστε συνεχώς απολογούμενοι ή αμυνόμενοι θα πρέπει να περάσουμε στην αντεπίθεση.» 

 

Πώς ξεκίνησε η περιπέτεια της γραφής;

Το γράψιμο συνέβη, δεν είναι κάτι που το κυνήγησα. Νομίζω ότι τώρα, αυτή την εποχή, γίνεται ένα λάθος γενικό. Νομίζουν ότι το γράψιμο είναι κάτι σαν οικόσημο, ότι όποιος γράφει ανέρχεται κοινωνικά γι αυτό και βλέπετε πολλές κυρίες και κυρίους, όταν περάσουν κάποια ηλικία, αρχίζουν και γράφουν. Είχα κάνει και ένα δεικτικό σχόλιο παλιά, είχα πει: «Ότι πολλοί περιμένουν να τους τύχει κάτι στη ζωή τους για να γράψουν», ενώ αυτό περιττεύει. Είχα πει ότι: «Είναι σαν κάτι κυρίες που περιμένουν πότε θα πεθάνει το παιδί τους για να γράψουν λυπητερό ποίημα», με «δείρανε» βέβαια που το είπα. Εμένα μου συνέβη να γράψω για πρώτη φορά στα τριάντά μου.

 

Ήσασταν, όμως, ήδη αναγνώστης, έτσι δεν είναι;

Ήμουν αναγνώστης από επτά χρονών. Διάβαζα τα βιβλία του μεγάλου μου αδερφού. Στα έντεκά μου διάβαζα την «θεία Κωμωδία» του Δάντη. Έλεγαν οι θείες γύρω – γύρω «Ααα το τέρας,  τι έξυπνο που είναι!», δεν καταλάβαινα τίποτα βέβαια  Ο πατέράς μου ήταν καθηγητής φιλόλογος και είχαμε βιβλία σπίτι, διάβαζα από μικρός. Στα 15μου χρόνια  είχα καταπιαστεί με τον Ντοστογιέφσκι, στα 16μου τελείωσα μέσα σε ένα Χειμώνα όλη την ιστορία του ελληνικού έθνους, του Παπαρηγόπουλου. Στα18μου διάβαζα έναν Χειμώνα την Αισθητική του Παπανούτσου. Ήμουν με κοντό παντελόνι, έκανε κρύο, έριχνα μια σάρπα στα πόδιά μου και διάβαζα. Επειδή φοβόμουν ότι δεν θα έβγαζα νόημα, κάθε κεφάλαιο που διάβαζα το έκανα περίληψη και έχω ακόμη εκείνες τις περιλήψεις.

 

Υπάρχουν συγγραφείς με τους πορεύεστε ακόμη και σήμερα; 

Ναι, υπάρχουν συγγραφείς που με συντροφεύουν ακόμη και σήμερα. Στα 22μου συνέβη να γνωρίσω αυτούς που εγώ θεωρώ βασικούς. Τότε, διάβασα Κάφκα, Φόκνερ, Μπέκετ, Ιονέσκο, τους διάβασα στη γλώσσά τους, εκτός από τον Κάφκα που τον διάβασα στα αγγλικά, δεν ξέρω γερμανικά. Ξέρω καλά αγγλικά, γαλλικά και ισπανικά. Ήταν μια αποκάλυψη. Ο κόσμος γράφτηκε έτσι κι όχι όπως γράφει μόνο ο Ίψεν ή ο ένας και ο άλλος, λογικά.

 

Έχει λογική το γράψιμο;

Όχι, δεν έχει λογική. Αυτό το λέει και ο Αϊνστάιν για τις δικές του περιπέτειες, ότι η σκέψη που του έρχεται δεν εκφράζεται με λέξεις. Αιφνιδίως, στα 30, ενώ είχα ανησυχίες, σπούδαζα, διάβαζα, είχα τελειώσει τις μουσικές σπουδές μου και την δραματική σχολή, έγραψα έναν μονόπρακτο, λέγεται ο «Σταθμός». Το υπέβαλα σε μια επιτροπή και βραβεύτηκε. Δεν το έδωσα πουθενά, δεν εμπιστευόμουν  τον εαυτό μου, ούτε και με ενδιέφερε κιόλας. Στη δραματική σχολή που πήγα, δεν πήγα για να βγω στο θέατρο. Δεν μου αρέσει, αισθάνομαι ότι εκτίθεμαι, ότι εκθέτω τον ψυχισμό μου. Το 67 έγραψα ένα έργο που λέγεται: «Τελετή». Είναι μια τρελή κωμωδία γύρω από το θάνατο.

 

Αμέσως μπήκε -  και σας το προσάπτουν αυτό – ο θάνατος σε όλα  σας τα έργα …

 Τι να κάνουμε, είναι το επακόλουθο της ζωής. Ο Μότσαρτ, που έγραψε αυτά τα αέρινα πράγματα, για μένα είναι ο Παρθενώνας της Ευρώπης, είπε: «Εγώ το θάνατο τον σκέφτομαι κάθε μέρα.». Πήρε λοιπόν το Κρατικό Βραβείο, παίχτηκε στο τότε θέατρο της Νέας Ιωνίας, και από τότε παίζεται σε όλες τις ερασιτεχνικές  σκηνές. Και έτσι άρχισα να γράφω και τα υπόλοιπα έργα πήγαν καλά και αναγνωρίστηκαν. Παράλληλα έκανα και μετάφραση, είχα αρχίσει με μεγάλους, Τζόνσον, Σαίξπηρ, Αριστοφάνη και προχωρούσα στο γράψιμο όχι προγραμματισμένα, αλλά περίπου μου έβγαινε ένα κάθε τέσσερα χρόνια, ακόμη το ίδιο συμβαίνει. Έτσι άρχισαν και έτσι συνέχισα. Έξω από την Ελλάδα έχουν βγει τα μυθιστορήματά μου, θεατρικά όχι. Έχουν παιχτεί το 95 σε ένα μεγάλο φεστιβάλ στη Σερβία και το 2003 σε ένα μεγάλο φεστιβάλ στη Φλωρεντία. Το θεατρικό μου έργο δεν έχει βγει από την Ελλάδα, το μυθιστόρημα έχει βγει.

 

Διαφορετικές οι δυο γραφές…

Στο θέατρο είναι οι όψεις και τα πράγματα, οι άνθρωποι, οι χαρακτήρες εκφράζονται μέσω πράξεων, όχι μέσω λόγων. Το «σ΄ αγαπώ χρυσό  μου» δεν λέει τίποτα, αλλά το «σ΄ αγαπάω, θα σου δώσω ένα ψωμί να φας» λέει. Αυτή είναι η διαφορά που χωρίζει το πεζό από το θεατρικό. Στο θεατρικό εκρήγνυται ένα γεγονός το οποίο ανελίσσεται. Έτσι είμαι και από μέσα μου, βγαίνει κάτι και εκφράζεται με ιδέες. Όταν με επισκέπτεται ένα έργο, δεν είναι ιδέες, οι ιδέες θα αφορούσαν έναν φιλόλογο, έναν φιλόσοφο, είναι εικόνες κι αυτές οι εικόνες έχουν την τάση να γεννάνε άλλες εικόνες, συγγενείς. Αυτά εγώ τα παρακολουθώ ή κάνω πώς τα παρακολουθώ, δεν γράφω. Όταν πρωτοέρχεται ένα έργο δεν το γράφω. Λέω, αν είναι να αξίζει, θα το θυμηθώ. Αυτές οι εικόνες γεννάνε άλλες εικόνες και έτσι έχουμε σε ένα διάστημα έξι – επτά μηνών μια διαδοχή εικόνων, είναι η αρχή, η  μέση και το τέλος. Τότε, επιτέλους παραδέχομαι ότι υπάρχει αυτό το έργο και αρχίζω να κρατώ σημειώσεις, διαδικασία που κρατά άλλους επτά μήνες. Ξέρετε δεν το κυνηγώ, όχι από σνομπισμό, ξέρω ότι παίζει παιχνίδια, όχι με τις γνώσεις, οι γνώσεις δεν έχουν σημασία. Με τον λεγόμενο ψυχισμό, αυτόν για τον οποίο μιλάει πολύ ο Ηράκλειτος. Λέει ότι: τα πέρατα της ψυχής δεν θα τα βρεις ποτέ, όσους δρόμους κι αν γυρίσεις γύρώ της, διότι τόσον βαθύ λόγο έχει. Αυτό σημαίνει ότι η ψυχή είναι ένας χώρος μόνιμα ενδιαφέρον. Τα προβλήματα μια μέρα ξεπερνιούνται. Ο Ίψεν, μεγάλος δημιουργός, έγραψε έργο με θέμα το διαζύγιο, το θέμα αυτό έχει σήμερα λυθεί, το έργο αυτό από την σκηνή περνάει στο αρχείο, αλλά είναι ένα έργο με τέλεια δομή και εκεί είναι και το σφάλμα όσων σήμερα πάνε να διασκευάσουν  κλασσικά έργα, τα οποία έχουν μια τέλεια δομή, που δεν χωρά επεμβάσεις.

 

Έχει μυστικά η γραφή; Ξεχωριστές τεχνικές που πρέπει να τις ακολουθήσεις;

Το γράψιμο είναι να εμπιστευτείς τους ήρωές σου. Να κάνουν ό,τι θέλουν αυτοί. Για μένα στο γράψιμο θα πρέπει να υπάρχουν κενά. Η θεατρική πράξη αποτελείται από το κείμενο, τον ηθοποιό και τον θεατή, ο θεατής είναι μέρος του έργου. Ο συγγραφέας οφείλει, αν έχει την εσωτερική εξυπνάδα, να αφήνει κενά, να τα  συμπληρώνει ο θεατής. Οπότε, ο θεατής γίνεται έτσι συνένοχος. Αυτή είναι η μετοχή του, νιώθει υπεύθυνος ο  θεατής τότε πια. Αυτός ο ψυχισμός είναι ένα θέμα δύσκολο και γενναίο, το να καταδυθείς στα ψυχικά βάθη, είναι άγρια πράξη γιατί εκεί μέσα υπάρχουν άγνωστα βάθη, υπάρχει τρέλα, όλα όσα είναι φαντασιώσεις. Για να καταδυθείς εκεί, θα πρέπει να έχεις πνευματική ισορροπία γερή. Ορισμένοι  που είναι διαταραγμένοι ψυχικά και ασχολούνται με το γράψιμο δεν είναι σε θέση να μπούνε στον ψυχικό χώρο. Αυτούς κάνουν το σφάλμα να τους θεωρούν ταλαντούχους και ευαίσθητους. Την ασθένεια την θεωρούν ταλέντο και αυτό είναι λάθος. Το γράψιμο θέλει μια απόλυτη ψυχική υγεία.

 

Οι μυθιστορηματικοί σας ήρωες νιώθετε να σας ακολουθούν και στην πραγματική σας ζωή;

Είναι πρόσωπα αγαπητά ό,τι κι αν έχουν κάνει. Στην Πεζογραφία μπήκα το 91 με την «Μητέρα του σκύλου», ουσιαστικά αυτό το μυθιστόρημα είναι η ιστορία της Ελλάδος για ορισμένα χρόνια, γραμμένη αυτή η ιστορία από μια γυναίκα, όχι έξυπνη, όχι όμορφη, δεν έχει κανένα προσόν, είναι περιφρονημένο πλάσμα και καταφρονημένο. Αυτή η γυναίκα διηγείται κωμικά την ιστορία, το κωμικό  στοιχείο είναι σπαρακτικό, γίνεται δράμα, είναι μια τραγική ιστορία του ελληνικού χώρου, από το 40 μέχρι το 70. Τα πρόσωπα των έργών μου περιφέρονται από το ένα έργο στο άλλο.

 

Το κάνει και ο Φόκνερ αυτό στα έργά του…

Ναι, δεν είναι δικό μου, το έχω «κλέψει» από τον Φόκνερ. Ο Φόκνερ είναι ένας πολύ μεγάλος συγγραφέας νομίζω ότι ξεπερνάει τον Ντοστογιέφσκι σε πάρα πολλά πράγματα. Τα πρόσωπα αυτά, στο ένα βιβλίο υπάρχουν, στο άλλο είναι περαστικοί, στο άλλο επανέρχονται και σε άλλη ηλικία. Οι κριτικοί μου το καταλογίζουν εις βάρός μου, δικαίωμά τους…

 

Τους λαμβάνετε σοβαρά υπ όψιν;

Όχι, υπάρχουν κριτικοί με ικανότητες. Υπάρχουν κριτικοί καλής πίστεως, αλλά υπάρχουν και οι κριτικοί που πολύ θα ήθελαν να είναι συγγραφείς και αυτό είναι ένας μπελάς γιατί μετά στην κρίση που σου κάνουν κυνηγάνε να βρουν ελαττώματα. Κι αν βρουν κάτι που το θεωρούν ελάττωμα, θριαμβολογούν. Αν το πάρουμε κι αλλιώς, ο κριτικός είναι αυτό που αποζεί από τους χυμούς του δένδρου. Βεβαίως υπάρχουν και καλοί κριτικοί. Οφείλω χάρη στους κριτικούς γιατί με πολλούς η συμπόρευση ήταν κάτι σαν συνεργασία.

 

Τα έργα σας σε ποιόν ανήκουν;

Τα έργα μου δεν είναι δικά μου, είναι του θεατή, είναι του αναγνώστη. Ουσιαστικά εγώ είμαι πληρεξούσιος του θεατή, του αναγνώστη, γράφω γι αυτόν. Πληρεξούσιος αυθαίρετος και παράνομος, δεν μου έδωσε κανείς το δικαίωμα, την άδεια. Μπορεί κάποιος να πει: «φύγε από εδώ! Ποιος σου έδωσε την άδεια να γράψεις;». Τα έργα ανήκουν στον αναγνώστη και στον θεατή, δεν ανήκουν σε μένα, δεν με ενδιαφέρει να μου ανήκουν. Με ενδιαφέρει να υπάρχουν. Χαίρομαι όταν υπάρχει ανταπόκριση. Τα μυθιστορήματά μου κυκλοφορούν σε 16 χώρες. «Η μητέρα του σκύλου» επανεκδίδεται στο Παρίσι και κυκλοφορεί και στο Μπαγκλαντές.

 

Τελικά οι Έλληνες συγγραφείς διαβάζονται και στο εξωτερικό…

Οι Έλληνες διαβάζονται, αλλά μας περιφρονούν. Γενικά την Ελλάδα την περιφρονούν έξω. Η γλώσσα είναι υπέροχη, αλλά δεν την γνωρίζουν. Η Αγγλία ζει συκοφαντικά εις βάρος της Ελλάδος. Υπάρχει ένα βιβλίο για τον Όμηρο, γραμμένο από έναν Άγγλο καθηγητή της Οξφόρδης, ο οποίος μιλάει  για τον Όμηρο με θαυμασμό και στο τέλος γράφει: «Κατώτερος μόνον κατά το Σαίξπηρ». Εεε τώρα τι του λες αυτόν; Ο Σαίξπηρ είναι σπουδαίος όντως, αλλά δεν είναι Όμηρος.

 

Την αγαπάτε την Ελλάδα;

Δεν ξέρω. Η αρχαία Ελλάδα προσδιόρισε το δρόμο και το βίο της Ευρώπης. Σήμερα η Ελλάδα, μετά την απελευθέρωση του 1832, κάνει όλο αποτυχημένες αρχές. Έχω πάει σε πολλές χώρες της Ευρώπης, στον Καναδά και στο Ισραήλ. Το Ισραήλ είναι υπέροχο, να πάτε.

 

Τι το κάνει υπέροχο; Τι κάνει μια χώρα να ξεχωρίζει και να είναι υπέροχη;

Ο χώρος, οι άνθρωποι. Η διάθεση να ζήσουν. Οι άνθρωποι εκεί κυνηγιούνται από το 14ο αιώνα και κανείς δεν τους υποστήριξε. Εγκαταστάθηκαν σε ένα χώρο, είναι ευρωπαίοι, μέσα σε ένα χώρο τετρα-κοσμικό. Ως εκ τούτου έχουν προβλήματα με τους γύρώ τους.

 

Και δημιουργούν προβλήματα στους γύρω τους…

Ναι, γιατί είναι αποφασισμένοι να ζήσουν. Πρέπει να ζήσουν. Γύρω τους είναι κόσμος ξένος.

 

Παρακολουθείτε την πολιτική ζωή του τόπου; Σας ενδιαφέρουν οι πρωταγωνιστές της ελληνικής πολιτικής σκηνής;

Ναι, γιατί με παρενοχλεί. Πρώτα από όλα θα έλεγα ότι υπάρχει αυτή η οικογενειοκρατία η οποία είναι μάστιγα. Πιστεύω, αν ο Πρωθυπουργός της χώρας και ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, δεν έφεραν τα επίθετα που φέρουν, δεν θα μπορούσαν να μπουν στη βουλή. Άνθρωποι, όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Γεώργιος Παπανδρέου είχαν παιδεία, αν διαβάσεις τα κείμενά τους για το μέλλον της Ευρώπης, τα χάνεις. Αυτοί οι πολιτικοί εκτός από την αίσθηση του πολιτικού και το τάλαντο, είχαν παιδεία. Πολλοί άνθρωποι, Υπουργοί, οι οποίοι ήταν ουσιαστικά καθάρματα, βασιλόφρονες, είχαν μια παιδεία που δεν μπορείς να την αναιρέσεις. Σήμερα οι περισσότεροι πολιτικοί κάνουν ρουσφέτια για να πάρουν την ψήφο. Είναι πρακτικοί πολιτικοί, όπως παλιά ήταν η  πρακτική γιάτρισσα των χωριών.

 

Εσείς είστε αριστερός;

Είμαι αριστερός. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι τυφλός. Βλέπω τα λάθη της αριστεράς, βλέπω  για παράδειγμα τα εγκλήματα στο θέμα των Σκοπίων. Από το 1929 έκανε λάθος το ΚΚΕ, ο Ριζοσπάστης συνηγορούσε για μια Ομοσπονδία Μακεδονική. Ο Τίτο αργότερα ήθελε την Θεσσαλονίκη ως πρωτεύουσα και έξοδο στο Αιγαίο. Η Ελλάδα έχει πρόβλημα, έχει γείτονες βλαπτικούς, οι Αλβανοί στην Κατοχή ήταν οι πληρωμένοι δολοφόνοι των Γερμανών κατακτητών. Οι Βούλγαροι ήταν κατακτητές, πληρεξούσιοι των Γερμανών, έκαναν πράγματα άγρια. Οι Σέρβοι μπαινόβγαιναν με τον Εμφύλιο κάνοντας άσχημα πράγματα. Λέω πάντα ότι η Ελλάδα, ευχής έργο θα ήταν, να είναι νησί.

 

Φταίνε πάντα οι άλλοι;

Όχι! Σήμερα υπάρχει μια δουλοφροσύνη της Ελλάδος, της πολιτικής ειδικά, η οποία μας ταπεινώνει αφάνταστα. Ίσως το κάνουν οι πολιτικοί γιατί είναι εξαναγκασμένοι, πιεζόμενοι ανάμεσα σε μεγάλες δυνάμεις. Η Αμερική σήμερα είναι περίπου ό,τι ήταν ο Χίτλερ προ δεκαετιών. Υπάρχει μια βλακεία η οποία είναι επικίνδυνη. Η Ε.Ε. είναι ύποπτη ένωση, τα μικρά κράτη, όπως είναι η Ελλάδα θα τα ζουλήξει. Η Ελλάδα είναι στριμωγμένη μεταξύ σφύρας και άκμονας και πρέπει ή να ενδώσει ή να κάνει την καμαριέρα των  ΗΠΑ  και αυτό είναι μια θλιβερή περίπτωση.

 

Τι σκέφτεστε κάθε φορά που επισκέπτεστε την περιοχή της Θράκης;

Η Θράκη και η Μακεδονία είναι υπέροχος χώρος. Τα δένδρα έχουν κάτι το μεταφυσικό, νομίζω ότι θέλουν να φύγουν. Υπέροχη είναι και η Ανατολική Θράκη την οποία κατέχουν οι Τούρκοι. Είναι το μεγάλο σφάλμα των Ελλήνων. Θα ήταν παράλογο, ουτοπικό και τρελό, αλλά οι Έλληνες  πρέπει να αρχίσουν να έχουν αξιώσεις εδαφικές. Να ζητάνε την Ανατολική Θράκη, την Βόρεια Ήπειρο, δεν θα τις δώσει κανένας, αλλά αντί να είμαστε συνεχώς απολογούμενοι ή αμυνόμενοι θα πρέπει κάποτε και εμείς να επιτιθέμεθα.

 

Μαρία Νικολάου 

..................................................................................................................................................................

Δημοσιεύτηκε στον "Βορέα"(τεύχος 41) το Νοέμβριο 2008, πριν 15 χρόνια!



                                                                                                                                                               

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου