Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2024

«Η Θρακιώτισσα Μαρία Ράλλη –Υδραίου και η ποίησή της» Του Θανάση Μουσόπουλου



 


 

 

Η Ξανθιώτισσα Μαρία Ράλλη Υδραίου είναι ένα ανήσυχο πνεύμα που βιώνει και επιβεβαιώνει τη δια βίου μάθηση. Οι γνώσεις όμως δεν έχουν καμιά αξία αν δεν είσαι γνωστικός –και πρόσθετα, άνθρωπος.

Η Μ. Ράλλη –Υδραίου μέσα από την ποίησή της δείχνει τη δύναμη του πνεύματος και την ευαισθησία της. Εδώ και είκοσι χρόνια, παρακολουθώντας την πορεία της, χαίρομαι τη διαρκή καλλιέργεια της εκφραστικότητας και εμβάθυνση του λεκτικού της πλούτου.

Ιδιαίτερα χάρηκα την πρόσφατη ποιητική της συλλογή «Η Φθορά του Χρόνου», εκδόσεις Ανατολικός, Αθήνα 2009, σελίδες 87.

Θα έλεγα πολύ απλά ότι είναι ένα “ποιητικό ημερολόγιο” που φανερώνει τον “τόκο” του ποιήματος μέσα από το καθημερινό “άχθος”.

 

Τι είναι Ποίηση; Απαντά εισαγωγικά η ποιήτρια : «Η Ποίηση είναι η έκφραση κάθε εσωτερικής, κρυφής σκέψης (…) Είναι η λάβα που κυλάει όταν κάτι συνταρακτικό συμβαίνει στον κόσμο και ευαισθητοποιεί τον ποιητή». Και διακηρύσσει : «Η Ποίηση δεν θα πεθάνει».

 

Μέσα από την ποίησή της βρίσκουμε στιγμές που θα  μας θυμίζουν τις θρακικές μνήμες της, που εξακολουθούν να είναι ζωντανές:

 

Φωτογραφίζω το φουλί που συναντώ

στους μικρούς κήπους,

ακριβώς σαν αυτό που από παιδί

απολάμβανα στον κήπο

του σπιτιού μου, με τα ευωδιαστά

κατάλευκα ανθάκια του.

Όμως, η Υδραίου με την ποίησή της ξορκίζει έναν κίνδυνο που υπονόησα στην αρχή του κειμένου μου τούτου:

Στη ματαιότητα χάρισα τα ψεύτικα στεφάνια δόξας

τις ασημένιες πλακέτες, τα χρυσά κύπελλα,

τους επώνυμους αθλοθέτες, του παρανοϊκούς

νικητές που κάνουν υπερβάσεις προκειμένου

να κερδίσουν μια στάλα ‘‘τιμής’’…

Κι όμως, αναπόφευκτα, στο Τίποτα οδηγούνται όλοι, στη Ματαιότητα.

 

Η ποιήτρια διακρίνεται από έναν ρεαλιστικό ρομαντισμό, ή ρομαντικό ρεαλισμό –αν προτιμάτε. Δεν κλείνει τα μάτια μπροστά στη σκληρή πραγματικότητα.

 

ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ

Προσπέρασε ένα μικρό, αδύνατο, λευκό περιστέρι

που τσιμπούσε με βιασύνη τους σπόρους που βρήκε

στο πλακόστρωτο. Φαινόταν πολύ πεινασμένο.

Το σύμβολο Ειρήνης έδειχνε ότι κι αυτό υπόφερε

από έλλειψη τροφής. Είναι οι καιροί δύσκολοι για όλους.

 

Η ποιήτρια ζει και δραστηριοποιείται στο κλεινόν άστυ, δεν ξεχνά όμως τις ρίζες και τα απώτατα όρια της ύπαρξής της, εκφράζοντάς το μ’ έναν απρόοπτο τρόπο:

Τα μακριά, γυαλιστερά, καστανοκόκκινα

μαλλιά μου είναι για μένα το φίλτρο της ζωής,

το δέσιμο με τις ρίζες μου, με την Μικρά Ασία,

με τη φιλοσοφία μου και τα ιδανικά μου.

Για την Ξάνθη, για το παλιό της σπίτι, ο λυγμός της:

 

ΠΑΛΙΟ ΜΟΥ ΣΠΙΤΙ

Παλιό μου σπίτι, ακριβό, σ’ έφτασα για να σε

προσκυνήσω. Συγχώρεσέ με που άργησα τόσο να σε

βρω. Γέρασες, καλό μου σπίτι, και κόντυνες.

‘‘Μάζεψες’’, χαμήλωσες.

Δίπλα σου υψώθηκε πολυκατοικία.

Δεν φταις εσύ. Κάποτε ήσουν αγέρωχο, το πιο ψηλό

σπίτι στη γειτονιά, κι όλοι σε καμάρωνα.

Σου τράβηξα άλλη μια φωτογραφία.

Για μένα θα ’ναι φυλακτό ζωής.

 

Οι στίχοι τούτοι αρμόζουν σ’ όλους τους θρακιώτες και σ’ όλες τις θρακιώτισσες που κατά μυριάδες άφησαν τη θρακική γη εκόντες άκοντες στα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια. Όμως στο βάθος ζουν με πόνο ό,τι άφησαν.

 

Η ποιήτρια Μαρία Ράλλη Υδραίου αναζητεί και ζει το ωραίο όχι στο παρελθόν, ούτε στο μακρινό και στη νοσταλγία. Το ωραίο το αναζητείς το απλό και στο καθημερινό –κι απ’ αυτή την άποψη μου θύμισε το Γιάννη Ρίτσο [που φέτος (λένε!) γιορτάζουμε τα εκατό χρόνια από τη γέννησή του].

 

ΜΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗ ΦΥΣΗ

ΤΗΝ ΠΑΣΧΑΛΙΝΗ

(ΣΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ)

 

Κι εμύρισα το ευωδιαστό το φούλι, κι αγκάλιασα την ολοπόρφυρη τριανταφυλλιά, και χάιδεψα τις κίτρινες μαργαρίτες και το ταπεινό το χαμομήλι, και φίλησα τις πασχαλιές που είναι στις δόξες τους, και μίλησα στις κόκκινες παπαρούνες, σημάδι ότι έρχεται ο Μάης, και χαιρέτησα τα χελιδόνια που ξαναγύρισαν στις φωλιές τους, κοντά στην Αττική Οδό, εκεί που κάποτε ζούσαν ευτυχισμένα με τα λασπόνερα να τρέχουν με το στενό δρομάκι, τις φυστικιές να τους προσφέρουν  το φύλλωμά τους, τους ανθρώπους να χαίρονται να ζουν στα παλιά χαμηλά σπιτάκια τους, τα σκυλάκια να παίζουν δίπλα στις κότες, το αφεντικό τους να κρατάει την καραμπίνα και να τραβάει στην σκανδάλη για να πετύχει κανένα πουλί. Ήταν η γειτονιά του ονείρου. Τώρα έγινε ένα μεγάλο ‘αλώνι’ όπου ξεφορτώνουν τα φορτηγά, όπου είναι η Βάση για τα υλικά της κατασκευής της Αττικής Οδού –ένα απέραντο εργοτάξιο.

 

Ο Χρόνος παρέρχεται ανεπιστρεπτί, αυτό προκαλεί φθορά και συχνά το θάνατο –θέμα που συναντούμε και στο Ρίτσο. Ο άνθρωπος, όμως, αντιστέκεται με όποιον τρόπο μπορεί. Αν δεν αντισταθεί θα φθαρεί. Μέσα από τον πόνο της συνειδητοποίησης βρίσκει τη δύναμη για ζωή και την ύπαρξή του.

 

Η Μαρία Ράλλη Υδραίου σαλπίζει την πάλη για την αιώνια νίκη ενάντια σε κάθε φθορά.

...................................................................................................................................................

Το παραπάνω κείμενο του αγαπητού φίλου και συνεργάτη Θανάση Μουσόπουλου είχε δημοσιευτεί στον "Βορέα"(τεύχος 51) τον Σεπτέμβριο 2009, πριν 15 χρόνια! Σήμερα δεν είναι πια κοντά μας η αγαπητή σε όλους μας Μαρία Ράλλη-Υδραίου! Υπάρχει το έργο της και όλοι εμείς που πάντα θα τιμούμε και θα μνημονεύουμε την προσφορά της στα Θρακικά και ελληνικά γράμματα και στο σωματειακό βίο της εσωτερικής Θρακικής διασποράς!


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου