Κυριακή 31 Αυγούστου 2025

Κοινό Σχέδιο Διαχείρισης Διακρατικής Λεκάνης Απορροής του ποταμού Έβρου(Ελλάδα-Βουλγαρία-Τουρκία) είχε προτείνει πριν 20 χρόνια ο πανεπιστημιακός και συνεργάτης του Βορέα Φώτης Μάρης!




ΚΟΙΝΟ ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΙΑΚΡΑΤΙΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΕΒΡΟΥ

Ελλάδα – Βουλγαρία – Τουρκία

του Φώτη Μάρη

 

 

Εισαγωγή

 

Ο ποταμός Έβρος είναι ο μεγαλύτερος σε μήκος και παροχή διακρατικός ποταμός των Βαλκανίων. Ο ποταμός αποτελεί φυσικό σύνορο της Ελλάδας, Βουλγαρίας και Τουρκίας. Οι πηγές του βρίσκονται στις ΒΑ πλαγιές του όρους Ρίλα στην Βουλγαρία, πάνω από την μικρή λίμνη Μπάνια, σε υψόμετρο 622 μέτρων, κοντά στην υψηλή κορυφή Μόπυς Αλά, η πιο ψηλή των Βαλκανίων με υψόμετρο 2924 μέτρα.

Η λεκάνη απορροής του Έβρου συνορεύει βόρεια με την λεκάνη απορροής του ποταμού Δούναβη, και δυτικά με την λεκάνη απορροής του Νέστου. Έχει έκταση 53.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, από τα οποία τα 3.340 βρίσκονται σε Ελληνικό έδαφος, δηλαδή μόλις το 6% ανήκει στην χώρα μας, ενώ η υπόλοιπη επιφάνεια της λεκάνης απορροής ανήκει στην Βουλγαρία, 31.100 τετραγωνικά χιλιόμετρα (66%), και στην Τουρκία 14.560 τετραγωνικά χιλιόμετρα (28%). Το μήκος του ποταμού είναι περίπου 530 χιλιόμετρα από τα οποία τα 187 συνιστούν το μήκος των χερσαίων συνόρων μεταξύ Ελλάδας Τουρκίας.

Ο μεγαλύτερος παραπόταμος του Έβρου είναι ο Εργίνης, με λεκάνη απορροής, που βρίσκεται στην Ανατολική Θράκη, έκτασης 11.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα (περίπου διπλάσια του ποταμού Νέστου). Ο Εργίνης έχει κατεύθυνση νοτιοδυτική και συμβάλλει με τον ποταμό Έβρο, νότια από το Σουφλί και βόρεια από τις Φέρρες. Οι μεγάλες πλημμυρικές απορροές του Εργίνη ευθύνονται μερικές φορές για τις πλημμύρες στην περιοχή του Τυχερού.

Ο δεύτερος μεγαλύτερος παραπόταμος του Έβρου είναι ο Τούντζας, ο οποίος προέρχεται βασικά από την οροσειρά του Αίμου και ο οποίος σε μήκος 10 χιλιομέτρων αποτελεί σύνορο μεταξύ της Βουλγαρίας και Τουρκίας. Η έκταση της λεκάνης απορροής του είναι 8.500 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Ο Τούντζας εκβάλλει λίγο νοτιότερα από την Ανδριανούπολη. Το βάθος του κυμαίνεται από 1,0 έως 5,9 μέτρα.

Ο Άρδας είναι ένας εκ των κυρίων παραποτάμων του Έβρου. Η έκταση της λεκάνης απορροής του είναι ίση με 5.600 τετραγωνικά χιλιόμετρα, δηλαδή μεγαλύτερη αυτής του Αχελώου. Από αυτά μόλις 345 τετραγωνικά χιλιόμετρα βρίσκονται στην Ελλάδα. Ο Άρδας ρέει από την Βουλγαρία με κατεύθυνση αρχικά νοτιοανατολική και μετά την είσοδό του στην Ελλάδα βορειοανατολική και συμβάλλει με το Έβρο, περίπου σε 19 χιλιόμετρα ανάντη της Ορεστιάδας και 6 χιλιόμετρα ανάντη της Ανδριανούπολης μεταξύ των χωριών Καστανιές και Μαράσια. Το μήκος του είναι 250 χιλιόμετρα και το βάθος του κυμαίνεται από 0,5 έως 3,0 μέτρα.

Οι περισσότερες συνοριακές περιοχές αποτελούν αναπόφευκτα προβληµατικά πεδία για πολλές χώρες, ιδιαίτερα όταν υπάρχουν κοινοί υδατικοί πόροι όπως σημαντικοί ποταμοί μεταξύ των γειτονικών κρατών όπως ακριβώς και η περίπτωση του ποταμού Έβρου. Μέχρι σήμερα έγιναν παγκοσμίως περίπου 200 διακρατικές συµφωνίες. Οι συµφωνίες αποσκοπούσαν στην εξοµάλυνση των εντάσεων και διαµαχών σχετικά µε τη χρήση των κοινών υδατικών πόρων. Τα εμπλεκόμενα μέρη (κράτη) οφείλουν να εφαρμόζουν τις συμβάσεις και να συµµορφώνονται άμεσα µε το διεθνές δίκαιο.

 

 

Διακρατικές Συμφωνίες

Ποιες είναι όμως οι ιδιαίτερες συνθήκες – καταστάσεις, οι οποίες οδηγούν τα ενδιαφερόμενα μέλη μιας περιοχής στις συνομιλίες αρχικά και σε συμφωνίες μετέπειτα;

Η µεγάλη ζήτηση νερού για βιοµηχανικούς σκοπούς, τα σημαντικά πλημμυρικά προβλήματα των διακρατικών ποταμών, οι µεγάλες διαφορές στην οικονοµική ανάπτυξη τωνγειτονικών κρατών, διαφορές στο δείκτη κοινωνικής ανάπτυξης, η  ενεργός  συµµετοχή  διαφόρων  εκπροσώπων τοπικών φορέων, οι µικρές σε έκταση λεκάνες απορροής (αριθµούνπερισσότερες επιτυχηµένες συµφωνίες).

Η υπογραφή τέτοιου είδους συµφωνιών δε συνεπάγεται κατά κανόνα και θετικά αποτελέσµατα. Είναι συχνό όμως το φαινόµενο, να συνάπτονται συμφωνίες µε µόνο σκοπό την εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς διεθνείς οργανισµούς και συµβάσεις.

Η πλειοψηφία  των συµφωνιών περιέχει σηµαντικά μειονεκτήματα και παραλείψεις, ενώ τα κύρια χαρακτηριστικά τους είναι τα εξής:

  • Μηδαμινή συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Οι πολιτικές αποφάσεις λαµβάνονται συνήθως από την κορυφή προς τη βάση (top-down), δηλαδή από την  κεντρική εξουσία µε ελάχιστη συµµετοχή των άµεσα ενδιαφεροµένων. Αυτό το γεγονός λειτουργεί ως  ανασταλτικός παράγοντας για την εφαρµογή των συµφωνιών. Απουσιάζουν συνήθως οι τοπικοί και επιστημονικοί φορείς, τα πανεπιστήμια, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις.
  • Οι προτεινόμενες λύσεις εγκλωβίζονται σε υπάρχοντα χρηματοδοτικά μέσα ενώ είναι απαραίτητη η κατάρτιση καινοτόμων και πρωτότυπων σχεδίων δράσης, τα οποία πρέπει να τυγχάνουν της αμέριστης βοήθειας και χρηματοδότησης από τα εθνικά κράτη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα σχέδια αυτά αποτελούν την πεμπτουσία της συνεργασίας των λαών.
  • Δε δίνεται η δέουσα προσοχή στην εφαρμογή των συμφωνιών και δεν περιγράφεται λεπτομερειακά στο κείμενο των συμφωνιών ο τρόπος εφαρμογής τους, ενώ δεν αξιολογούνται λεπτομερέστατα οι κοινωνικοοικονομικές επιδράσεις των νέων διαχειριστικών μοντέλων.
  • Συνήθως αντανακλούν μια επιστημονική και τεχνική προσέγγιση καθοδηγούμενη από αναπτυξιακές οικονομικές ανάγκες υποτιμώντας την κοινωνική και περιβαλλοντική διάσταση. 

 

 

Συμμόρφωση με την ευρωπαϊκή οδηγία - πλαίσιο για το νερό 2000/60/ΕΕ και την σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών

 

Η οδηγία 2000/60/ΕΕ εισάγει για πρώτη φορά την έννοια της ολοκληρωµένης διαχείρισης των  λεκανών  απορροής (ως ενιαίο σύστημα),  αναφερόµενη  και  στις περιπτώσεις όπου τα σύνορα των υδρολογικών λεκανών δεν συμπίπτουν με αυτά των κρατών. Η οδηγία επιθυµεί να συµβάλλει στην εκπλήρωση  των υποχρεώσεων της Ένωσης απέναντι στις διεθνείς συµβάσεις για τη διαχείριση των διασυνοριακών νερών. Καθορίζει συγκεκριµένους περιβαλλοντικούς στόχους και προβλέπει χρονοδιάγραµµα για την επίτευξή τους, προτείνοντας νέες µεθόδους ποιοτικής εκτίµησης των υδάτων χρησιµοποιώντας οικολογικά κριτήρια. Η νέα αυτή οδηγία θεωρείται, και είναι, πρωτοποριακή καθώς αναµένεται να συµβάλλει ουσιαστικά στη βιώσιµη ανάπτυξη. 

Σύµφωνα µε τις νέες εξελίξεις, η διαχείριση των λεκανών απορροής θα πρέπει να ενσωµατώνει όλους τους ενδιαφερόµενους από τις ανώτερες αρχές µέχρι τους τελικούς χρήστες. Η συµµετοχή του κοινού αποτελεί πλέον  θεµέλιο  για  τη  διαχείριση  περιβαλλοντικών ζητηµάτων  και  ειδικά  για  τη  διαδικασία  λήψης αποφάσεων. 

Οι  βασικές  αρχές  που  εισάγει  η  νέα  οδηγία συνοψίζονται ως εξής:

  • Προσδιορισµός του συνόλου των λεκανών απορροής της Ευρωπαϊκής Ένωσης συµπεριλαµβανοµένων  των  υπόγειων  και  των παράκτιων υδάτων.
  • Προσδιορισµός και χαρακτηρισµός της υφιστάµενης κατάστασης των υδάτων.
  • Προετοιµασία ∆ιαχειριστικών Σχεδίων για κάθε λεκάνη απορροής τα οποία θα περιέχουν περιγραφή της περιοχής, των επιδράσεων και πιέσεων καθώς και  τη θέσπιση περιβαλλοντικών στόχων και απαιτήσεων. 
  • Ποιοτική και ποσοτική παρακολούθηση των υδάτων. 

Όσον  αφορά  τις  διακρατικές  λεκάνες,  η  οδηγία προβλέπει τη λήψη µέτρων για την από κοινού διαχείριση των διακρατικών λεκανών. Σε περίπτωση  διεθνούς  λεκάνης,  είτε  εντός  είτε  εκτός Κοινότητας, τα κράτη οφείλουν να συνεργαστούν για την κατάρτιση ενιαίου σχεδίου διαχείρισης. 

Η εφαρµογή της οδηγίας στην Ελλάδα αναµένεται να συναντήσει αρκετές δυσκολίες. Το απαιτούμενο σχέδιο νόμου είναι σύμφωνα με έγκυρες πηγές έτοιμο, αλλά δεν έχει ακόμη δημοσιοποιηθεί. Η διασπορά των αρµοδιοτήτων µεταξύ των διοικητικών αρχών της χώρας και η µέχρι τώρα προσέγγιση της τµηµατικής διαχείρισης καθιστά  ιδιαίτερα δύσκολη την αποκεντρωµένη και ολοκληρωµένη διαχείριση των υδατικών πόρων. Αξίζει να σηµειωθεί, ότι η οδηγία πλαίσιο στην  Ελλάδα έρχεται να βελτιώσει την προβληµατική διαχείριση των υδατικών πόρων του νόµου 1739/87, ο οποίος όµως δεν τέθηκε ουσιαστικά ποτέ σε εφαρµογή. Σε ότι αφορά την Βουλγαρία, η εν λόγω χώρα έχει ήδη εντάξει την οδηγία στο Εθνικό της Δίκαιο ενώ η Τουρκία μέχρι στιγμής κρατά στάση αναμονής.

Η  Οδηγία-Πλαίσιο  για  το  νερό  συµβάλλει  στην τήρηση από την Κοινότητα των διεθνών συµβάσεων και  ιδιαίτερα στη Σύµβαση των Η.Ε. για την Προστασία και   Χρήση ∆ιακρατικών Λιµνών και ∆ιεθνών Λιµνών.

Η  γνωστή ως Σύµβαση του Ελσίνκι (Ηelsinki Convention)  προωθεί τη συνεργασία µεταξύ των κρατών-µελών της Οικονοµικής Επιτροπής  για  την  Ευρώπη  των  Η.Ε.  (UNECE)  για  ολοκληρωµένη  προσέγγιση  µε  στόχο  τη  βιώσιµη ανάπτυξη. 

Η διεθνής αυτή σύµβαση υπογράφτηκε το 1992 στο  Ελσίνκι για τη χρήση και προστασία των διακρατικών  νερών. Έχει εγκριθεί από 32 Ευρωπαϊκές χώρες και  αποτελεί ένα χρήσιµο εργαλείο για τη συνεργασία στη  διαχείριση των διακρατικών νερών. Η Ελλάδα επικύρωσε  τη συνθήκη το 1996 και η Βουλγαρία το 1992. Τα άρθρα  της  σύµβασης  προτείνουν  βασικές  αρχές  και  κατευθύνσεις  που  θα  πρέπει  να  ακολουθήσουν  τα  ενδιαφερόµενα κράτη για την επίτευξη βιώσιµων και  ισότιµων συµφωνιών. 

Η Σύµβαση δεσµεύει τα κράτη για πρόληψη και µείωση της ρύπανσης µε ταυτόχρονη παρακολούθηση και  ανταλλαγή  πληροφοριών.  Επίσης,  ισχυροποιεί  τη  συνεργασία σε αµφίπλευρο και πολύπλευρο επίπεδο για  τη διατήρηση των υδατικών πόρων και την προστασία  του περιβάλλοντος.

Η Σύµβαση του Ελσίνκι εισήγαγε δύο  βασικές έννοιες για τις διακρατικές σχέσεις, την έννοια  της  «ισότιµης εκµετάλλευσης»   και αυτή της «διακρατικής επίδρασης».

 

 

Συμπεράσματα – Προτάσεις

 

Για την αντιμετώπιση λοιπόν των σημαντικών πλημμυρικών προβλημάτων του Έβρου των οποίων τις επιπτώσεις υφίστανται κύρια η Ελλάδα και η Τουρκία και δευτερευόντως η Βουλγαρία προτείνεται:

  • Η έναρξη των εργασιών για την κατάστρωση ενός Κοινού Σχεδίου ∆ιαχείρισης της Διακρατικής Λεκάνης του Έβρου. Η αντίληψη ότι η λεκάνη αποτελεί µία οντότητα η οποία δεν µπορεί να αντιµετωπισθεί τμηματικά και αποσπασματικά θα αποτελέσει ένα ισχυρό κίνητρο για την ουσιαστική συνεργασία των λαών στην αντιμετώπιση κοινών προβλημάτων και την  κοινή προσπάθεια για την λύση των προβλημάτων τους. Έτσι θα αναπτυχθεί το αίσθημα εμπιστοσύνης και συνεργασίας των λαών σε μια περιοχή με ιδιαιτερότητες όπως τα ανατολικά Βαλκάνια.
  • Η δηµιουργία ενός ενιαίου φορέα διαχείρισης της διακρατικής λεκάνης αποτελούµενο από την κεντρική εξουσία αλλά και τοπικούς φορείς (περιφερειακή, νομαρχιακή και τοπική αυτοδιοίκηση), πανεπιστήμια, κα., όλων των εμπλεκόμενων κρατών θα αποτελέσει ένα ισχυρό εργαλείο στο συντονισµό των ενεργειών.
  • Υπάρχει επιτακτική ανάγκη για κοινή βούληση και προθυµία των υπεύθυνων πολιτικών παραγόντων να εφαρμοστεί η συµφωνία, διότι έχει αποδειχθεί στο παρελθόν ότι η υπογραφή  συµφωνιών θεωρείται πιο εύκολο βήµα από την εφαρµογή τους.

 

Σημαντικά επιμέρους κρίσιμα σημεία τα οποία απαιτούν προσοχής μέχρι να τεθεί σε λειτουργία ο Διακρατικός Φορέας στην περίπτωση του Έβρου είναι:

 

  • Οι τοπικές αρχές έχουν λάβει µέρος σε αρκετά στάδια διαπραγµατεύσεων. Αυτό  αποτελεί  και  ένα  από  τα κυριότερα πλεονεκτήµατα της συµφωνίας. Για τη βέβαιη αποδοχή της από το κοινό πρέπει να συµπεριληφθούν οι απαιτήσεις τους και οι προτάσεις τους.
  • Υποχρέωση για άµεση ενηµέρωση των εταίρων σε κρίσιµες καταστάσεις.
  • Τα εν λόγω κράτη θα πρέπει να συντονίσουν  από  κοινού  προγράµµατα ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών για τη διαχείριση των διακρατικών νερών.
  • Προώθηση ερευνητικών προγραµµάτων για να αναχθεί το πρόβλημα και σε ερευνητικό επίπεδο σε κύριο διακρατικό πρόβλημα.
  • Ίδρυση µικτών  οργάνων/επιτροπών  µε σκοπό την ανταλλαγή πληροφοριών για τις πλημμύρες και πηγές ρύπανσης, τη δηµιουργία συστηµάτων συναγερµού και την αµοιβαία ενηµέρωση για τωρινές και µελλοντικές χρήσεις. Επίσης, πραγµατοποίηση από κοινού εκτιµήσεων σε τακτά χρονικά διαστήµατα για την κατάσταση των υδάτων και δηµοσιοποίηση των αποτελεσµάτων.
  • Τέλος υπάρχουν παραδείγµατα πετυχηµένων διακρατικών συµφωνιών (π.χ. ποταµός Ρήνος µεταξύ 5 κρατών) όπου τηρήθηκαν οι διεθνείς συµβάσεις.

 

Εν κατακλείδι, η εµπειρία παλαιότερων περιπτώσεων µας υποδεικνύει ότι βασική προϋπόθεση αποτελεί η κοινή πολιτική βούληση για την επίλυση των διακρατικών προβληµάτων διαχείρισης υδατικών πόρων και ιδιαίτερα η προθυµία των πολιτικών παραγόντων για διακρατική συνεργασία. Η επίτευξη µίας βιώσιµης συµφωνίας εξαρτάται από την ύπαρξη εµπιστοσύνης µεταξύ των πλευρών βασισµένη στις αρχές της καλής γειτνίασης και αµοιβαιότητας.

 

 

Φ. Π. Μάρης

Λέκτορας του Τμήματος Δασολογίας και

Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων

στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

.............................................................................................................................................

Είχε δημοσιευτεί στον Βορέα(τεύχος 4) τον Σεπτέμβριο 2005, πριν 20 χρόνια!

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου