Το χρέος της Δέσπως Καρούσου προς τον πατέρα της
Έρχεται κάποια στιγμή που πιστεύουμε ότι κλείσαμε τον κύκλο με τα χρέη και μπορούμε πια ν’ ακολουθήσουμε τον δικό μας μοναχικό δρόμο, αυτόν της παρόρμησης και της αυτογνωσίας. Ίσως εκείνη τη στιγμή έκανα αυτή την κίνηση της επιστροφής σ’ ένα πρόσφατο κι απόμακρο συνάμα παρελθόν.
Είχε έρθει η ώρα χωρίς καθόλου να το συνειδητοποιώ, της αδιάκοπης έρευνας. Άλλοτε η εσώτερη ανάγκη για ν’ αποκρυσταλλώσω προσωπικές μου απόψεις κι άλλοτε η έμμεση κοινωνική προτροπή μ’ οδήγησαν στον πατέρα μου. Το χρέος ορθώθηκε πάλι μπροστά μου. Πλήθος αφηγήσεις και γεγονότα που περιέχουν αντιφάσεις και δεν είναι λίγες οι φορές που προβάλλει μια εικόνα του, εντελώς άγνωστη σε μένα.
Είχα χρέος να βρω την αδιόρατη αρχή των προγόνων, αλλά και ν’ ανιχνεύσω την πορεία του ανθρώπου που καθοριστικά επιδρά στη ζωή μου από το 1939 όταν ήρθα στο σπίτι του κι αποσπάσθηκα από τη μάνα μου, και η ζωή μου έγινε μόριο του ανεμοστρόβιλου της ζωής του.
Κοσμοϊστορικά γεγονότα και προσωπικά συμπιέζονται καθώς κυνηγώ την ευτυχία, την άπιστη χίμαιρα, καθώς εξερευνώ τις αιτίες μέσα από τα’ αποτελέσματα.
Βρίσκομαι στο σημείο που ξεκίνησα. Η φυγή μ’ έσωσε από τη συντριβή. Το χρέος ατόφιο με περιμένει. Ακούω αδιάκοπα τη φωνή του να μου θυμίζει τη συνέπεια στη ζωή και το χρέος στον άνθρωπο. Δε διαμαρτύρομαι πια, δεν ξεφεύγω απ’ την αλήθεια που προσμένει να φανερωθεί και να ρίξει άπλετο φως στις αποσιωπήσεις, στις υπεκφυγές και στην αδιάκοπη πράξη που τη συνοδεύει ο αδιάκοπος πόνος. Η τέχνη είναι ο δρόμος με το θρίαμβο και τη συντριβή. Η μάθηση της τέχνης δεν τελειώνει, ο δημιουργός κοπιάζει αδιάκοπα για λίγα ψίχουλα καθαρής ευδαιμονίας, κερδισμένης με το αίμα της καρδιάς του. Και σαν γνήσιος δημιουργός, ο ποιητής ηθοποιός, όπως θα ’λεγε ο ίδιος, κέρδισε θριάμβους και ισάριθμες συντριβές.
Ο Τ. Καρούσος γεννήθηκε στις 8-9-1904, το 1994 συμπληρώνονται ενενήντα χρόνια από τη γέννησή του και είκοσι πέντε από τον αδόκητο θάνατό του, στο Παρίσι στις 3-1-1969, είναι η αφορμή και ο λόγος που έρχονται στο φως της δημοσιότητας, κάποια φωτογραφικά λείψανα της πλούσιας θεατρικής δράσης του. Του ποιητή ηθοποιού, που έζησε χιλιάδες φορές την ευτυχία και τη δυστυχία στο παλκοσένικο, που ανέβηκε για πρώτη φορά σε ηλικία δεκατριών χρονών στη Λευκάδα τη γενέτειρά του. Ήρθε η ώρα η Λευκάδα να γνωρίσει αληθινά το παιδί της, που λάμπρυνε με την παρουσία του, την Ελληνική Σκηνή.
Το χρέος δεν τελειώνει εδώ, απλά έγινε μια αρχή για να χυθεί φως στην πολυτάραχη ζωή του καλλιτέχνη και του ανθρώπου.
Λευκάδα 8-9-1904 – Παρίσι 3-1-1969
Και πάνω στον τάφο του χαραγμένοι οι στίχοι:
ΑΛΛ’ ΟΥΚ ΑΝΕΚΤΟΝ ΑΛΛΑ ΚΑΤΘΑΝΕΙΝ ΚΡΑΤΕΙ
ΠΕΠΑΙΤΕΡΑ ΓΑΡ ΜΟΙΡΑ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΔΟΣ
ΑΙΣΧΥΛΟΥ – "ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ" στ.1364-5
...................................................................................................................................................
Συνέντευξη του ηθοποιού Δημήτρη Μυράτ στο θέατρο Αθηνών το Μάιο του 1986
Ο Καρούσος ήταν ένα πολύ σπουδαίος ηθοποιός και πάρα πολύ μεγάλος συνάδελφος. Καλλιτέχνης με την πραγματική έννοια της λέξης. Ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο θα σας πω. Είχα δει τον Βεάκη εις το ρόλο του «Λεμπέση», που είχε πρωτοδημιουργήσει στα «ΑΡΡΑΒΩΝΙΑΣΜΑΤΑ» του Μπόγρη και τον είχα θαυμάσει και χειροκροτήσει όπως όλη η Ελλάδα. Ξαναείδα το έργο με Λεμπέση τον Καρούσο, στο τέλος της παράστασης ανέβηκα επάνω ή μάλλον κατέβηκα δεν ανέβηκα γιατί ήταν ισόπεδη η σκηνή, εμπήκα στα παρασκήνια γεμάτος δάκρυα, πραγματικά –δεν είμαι υποκριτής- και κλαίγοντας τον φίλησα και του είπα: «Είσαι σπουδαιότερος από τον Αιμίλιο σ’ αυτό το ρόλο, είσαι γνήσιος Λεμπέσης. Τα θερμά μου συγχαρητήρια. Μπράβο Καρούσο. Πολύ καλύτερος απ’ τον Αιμίλιο Βεάκη κι αυτό λέει πολλά.
Μια αντίρρηση είχα για τη ζωή του. Φοβάμαι ότι τον έβλαψε η πολλή μεγάλη ανάμιξή του με την πολιτική. Όχι, ότι έχω καμιά αντίρρηση για τις πεποιθήσεις αυτές κάθε άλλο τις σέβομαι. Αλλά πιστεύω ότι πάντοτε οι σπουδαίοι καλλιτέχνες προσφέρουν πολύ περισσότερα όταν βρίσκονται στο κατώφλι της ιδεολογίας και όχι μέσα στην ενεργό δράση. Αυτό ίσχυσε για τον Πικάσο όπως το είπε τότε ο Τορέζ : «τον προτιμάμε στο κατώφλι» και τον μιμήθηκαν ο Βίλαν Μπικ και ο Βούλμπρικ, μιμήθηκαν τη φράση αυτή σχετικά με τον Μπρεχτ, «τον προτιμάμε στο κατώφλι, προσφέρει περισσότερα».
Φοβάμαι ότι η ενεργός του, και τίμια και ιδεολογική και ίσως η πιο τίμια δράση στο επίπεδο αυτό το ιδεολογικό έβλαψε και την καλλιτεχνική του σταδιοδρομία και την υγεία του. Διότι και την ταλαιπωρία της Μακρονήσου θα είχε αποφύγει χωρίς να πάψει ποτέ να πιστεύει, όπως θα πίστευε πάντα έντιμα κι ωραία και την τελευταία περιπέτεια η οποία του στοίχισε τη ζωή. Αυτή είναι η μόνη αντίρρηση, κατά τα άλλα δουλέψαμε μαζί στο «ΚΡΑΤΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ» έκανε ένα ΝΤΟΝ ΝΙΟΥΡΑ αλησμόνητο. Είχαμε μια εκπληκτική αγαστή συνεργασία επί μια σαιζόν οκτώ μηνών. Και δεν θα ξεχάσω ποτέ την αγάπη του, τη φιλία του και κάτι άλλο προσωπικό που με συγκινούσε βαθύτατα. Όποτε με ξανάβλεπε από τότε, ου είχε κολλήσει ένα κοσμητικό επίθετο που με συγκινεί κι αυτή τη στιγμή που το λέω, μ’ έλεγε πάντοτε, «Σεβαστικέ μου», και ύστερα άρχιζε την κουβέντα μαζί μου». «Σεβαστικέ μου», αυτό ήταν η επισφράγιση της φιλίας μας και της βαθιάς κι αμοιβαίας εκτίμησής μας.
Ας είναι ελαφρό το χώμα που τον σκεπάζει.
..................................................................................................................................................
Δημοσιεύτηκε στον "Βορέα"(τεύχος 43)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου