Πέμπτη 17 Απριλίου 2025

ΜΑΝΟΣ ΠΙΝΤΖΗΣ-Ο ενσαρκωτής του θρυλικού βυζαντινού στρατηγού Βελισάριου, που σύμφωνα με τον Άγγλο μυθιστοριογράφο Robert Graves γεννήθηκε στο…Ορμένιο!


 









 








 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Ενώ εμείς ψάχνουμε να ανακαλύψουμε την… πυρίτιδα, η ιστορία μας δίνει άπειρους οδοδείκτες για να πορευθούμε με έναν άλλο βηματισμό όχι μόνο σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο αλλά και σε παγκόσμιο! Αυτά τα έχουμε γράψει και θα τα ξαναγράψουμε όσες φορές χρειαστεί! Θα τα επαναλαμβάνουμε, για τι η επανάληψη είναι μια άκρως ευεργετική χρήσιμη και αναγκαία μαθησιακή διαδικασία.

Αυτή τη φορά η έκπληξη μας ήρθε από το μακρινό Ιράν, όπου σε μια τηλεοπτική παραγωγή της Ιρανικής Κρατικής τηλεόρασης πρωταγωνιστεί ο δικός μας θρυλικός στρατηλάτης, από «τους επιφανέστερους της μεσαιωνικής ιστορίας», ένας από τους μεγαλύτερους πολέμαρχους όλων των εποχών, ο Φλάβιος Βελισάριος! Ομολογουμένως εντυπωσιάστηκα από τις πρώτες εικόνες που κυκλοφόρησαν στο διαδίκτυο κι όπως ήταν προφανές και αυτονόητο, έσπευσα να αναζητήσω τον Έλληνα ηθοποιό Μάνο Πίντζη, που ενσαρκώνει στην τηλεοπτική σειρά τον στρατηγό Βελισάριο, που όπως γράφει ο Ρόμπερτ Γκρέιβς ήταν «το σπαθί του αυτοκράτορα Ιουστινιανού»! Ο Μάνος Πίντζης ανταποκρίθηκε στο τηλεφώνημα κι έτσι είχαμε την πρώτη επικοινωνία και μου έδωσε μια πρώτη εικόνα για τα γυρίσματα και την εντυπωσιακή τηλεοπτική παραγωγή. Μου έστειλε και τις φωτογραφίες που δημοσιεύουμε και τον ευχαριστώ ιδιαίτερα για την ευγενική παραχώρηση. Σίγουρα θα έχουμε μια ενδιαφέρουσα συνέχεια, γιατί Ο ΒΕΛΙΣΑΡΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ, που οφείλουμε να αναδείξουμε και να προβάλουμε αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες διεθνών προδιαγραφών υψηλού και πολλαπλού ιστορικού και πολιτιστικού συμβολισμού!

………………………………………………

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΒΕΛΙΣΑΡΙΟΣ

(500-564 μ.Χ.)

Της Έρας Βρανούση

Δρ Φιλολογίας

Προϊσταμένη Ερευνών

Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών

Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών

ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ

ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ

 

Βυζαντινός στρατιωτικός, ένας από τους επιφανέστερους και γνωστότερους στρατηλάτες της μεσαιωνικής ιστορίας, που διακρίθηκε σε μεγάλες και υπερπόντιες επιχειρήσεις των Βυζαντινών στην Ανατολή και κυρίως στη Δύση την εποχή του μεγάλου αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α΄. Ο Βελισάριος, που καταγόταν από τη βόρεια περιοχή της Δυτικής Θράκης, άρχισε τη στρατιωτική του σταδιοδρομία σε σώματα της ανακτορικής φρουράς. Πολύ νέος ακόμη τιμήθηκε με ανώτατο στρατιωτικό αξίωμα(525) και στάλθηκε στη Μεσοποταμία, όπου διακρίθηκε στους πολέμους κατά των Περσών. Ο Βελισάριος είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη του αυτοκράτορα Ιουστινιανού και είχε παντρευτεί μια στενή φίλη της αυτοκράτειρας Θεοδώρας, την Αντωνία. Ευτύχησε επίσης να έχει(527-539) γραμματέα και σύμβουλο του τον μετέπειτα διάσημο ιστορικό Προκόπιο, ο οποίος εξιστόρησε τη χωή και τη δράση του.

Όπως φαίνεται, ο Βελισάριος ήταν στρατιωτική ιδιοφυία στον τρόπο εκπαίδευσης και στη συγκρότηση του στρατού, καθώς και στην τακτική του πολέμου. Συγκεκριμένα, κατά τα πρότυπα των «βαρβάρων» επιδρομέων εισήγαγε στο βυζαντινό στράτευμα τους έφιππους τοξότες, που αποδείχτηκαν πολύ αποτελεσματικά, ενώ στους πολέμους εναντίον των Περσών(528-530) κατόρθωσε να ανταπεξέλθει στην αριθμητική υπεροχή τους με αξιοθαύμαστους ελιγμούς και να καταγάγει λαμπρές νίκες, όπως π.χ. στη μάχη στο Δάρας.

Μετά τη λήξη του Περσικού Πολέμου, ο Βελισάριος επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη βοήθησε αποτελεσματικά τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό να αντιμετωπίσει τη γνωστή «Στάση του Νίκα»(532) και τα επακόλουθα της. Μόλις η κρίση εκείνη ξεπεράστηκε, ο Ιουστινιανός άρχισε να καταστρώνει μεγαλεπήβολα σχέδια για την απαλλαγή της δυτικής Μεσογείου και των χωρών του δυτικού Ρωμαϊκού Κράτους από τους Βανδάλους και τους Γότθους. Στο Βελισάριο ανατέθηκε η υπερπόντια εκστρατεία εναντίον των Βανδάλων, οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί στη βόρεια Αφρική. Ο βυζαντινός αρχιστράτηγος απέπλευσε από την Κωνσταντινούπολη  με μεγάλες δυνάμεις στρατού και στόλου, έφτασε στα παράλια της Τύνιδας, όπου πέτυχε να αποβιβάσει στρατεύματα και εφόδια και, αφού περιχαρακώθηκε σε ένα στρατόπεδο, άρχισε να διεξάγει συνδυασμένες εξορμήσεις μαζί με τον παραπλέοντα στόλο. Ύστερα από πολλές συγκρούσεις και νικηφόρες μάχες, οι Βυζαντινοί κατέλαβαν την Καρχηδόνα(533). Μια άλλη μεγάλη μάχη στο Τριμάκαρον, δυτικά της Καρχηδόνας, άνοιξε το δρόμο για την προέλαση των Βυζαντινών στα ενδότερα, προς τα όρη της Νουμιδίας, όπου είχε καταφύγει ο βασιλιάς των Βανδάλων Γελίμερος. Η καταδίωξη συνεχίστηκε, τα στρατεύματα των Βανδάλων αιχμαλωτίστηκαν και ο Γελίμερος παραδόθηκε. Ο Βελισάριος συμπλήρωσε την κατάληψη της χώρας ως τον πορθμό των Γαδείρων, στο εκεί φρούριο Septum(σημ. Θέουτα). Με τη συντριβή του κράτους των Βανδάλων, οι οποίοι κατείχαν ως τότε και τη Σαρδηνία και την Κορσική και τις Βαλεαρίδες, η δυτική Μεσόγειος, μαζί με τα νησιά αυτά και με τα αφρικανικά παράλια ως τον πορθμό του Γιβραλτάρ είχε περιέλθει στην κυριαρχία των Βυζαντινών. Ο Βελισάριος γύρισε στην Κωνσταντινούπολη γεμάτος δόξα και αποθεώθηκε(534) από το λαό καθώς παρήλαυνε επικεφαλής «Θριάμβου» και πίσω του ακολουθούσε ταπεινωμένος ο βασιλιάς Γελίμερος και πλήθη αιχμαλώτων.

Λίγο αργότερα(535) ο Ιουστινιανός ανέθεσε στο Βελισάριο μια μεγάλη στρατιωτική επιχείρηση εναντίον των Οστρογότθων που κατείχαν την Ιταλία. Έτσι, ενώ ο Βυζαντινός στρατηγός Μούνδος κατελάμβανε τη Δαλματία, ο Βελισάριος με στρατό και στόλο ξεκίνησε από τη Σικελία. Και στη νέα αυτή υπερπόντια επιχείρηση πέτυχε  μεγάλα κατορθώματα. Σε σύντομο διάστημα παραδόθηκαν οι σικελικές πόλεις Κατάνη, Συρακούσες και Πάνορμος(σημ. Παλέρμο), που έπεσε ύστερα από πολιορκία και συνδυασμένες στρατιωτικοναυτικές επιχειρήσεις και ολόκληρη η μεγαλόνησος περιήλθε τότε στην κυριαρχία των Βυζαντινών.

Από τη Σικελία ο βυζαντινός στρατός διαπεραιώθηκε στην απέναντι Ιταλική χερσόνηση. Στην Κάτω Ιταλία, όπου υπήρχε και ελληνικό στοιχείο, ο Βελισάριος προχώρησε χωρίς πολεμικές συγκρούσεις και κατέλαβε τα εδάφη ως τη Νεάπολη, όπου οι Γότθοι πρόβαλαν μικρή αντίσταση. Οι Βυζαντινοί κατόρθωσαν να την εκπορθήσουν μετά από αλλεπάλληλες εφόδους, εισχωρώντας τελικά μέσα από το υδραγωγείο της πόλης(536). Από τη Νεάπολη ο Βελισάριος προχώρησε βορειότερα στην κεντρική Ιταλία, αλλά ο νέος ηγεμόνας των Γότθων Βίτιγις είχε αποσυρθεί προς τη Ραβέννα για να ανασυντάξει τις δυνάμεις του. Έτσι, ο Βελισάριος, σχεδόν χωρίς αντίσταση κατέλαβε(Δεκ. 536) την άλλοτε αυτοκράτειρα Ρώμη. Επειδή όμως μεγάλο μέρος του στρατού είχε κατανεμηθεί στις φρουρές που οι Βυζαντινοί είχαν εγκαταστήσει στα εδάφη της Σικελίας και της Ιταλίας, ο Βελισάριος βρέθηκε με λίγες δυνάμεις στη Ρώμη. Οι Γότθοι που στο μεταξύ είχαν ανασυνταχθεί τον πολιόρκησαν με πολλαπλάσιες δυνάμεις. Ο Βελισάριος οργάνωσε και πρόβαλε σθεναρή άμυνα, κατορθώνοντας να μην υποκύψει στη μακροχρόνια πολιορκία του(537-538) από τους συντριπτικά υπέρτερους εχθρούς. Ο Ιουστινιανός κατόρθωσε να του στείλει ενισχύσεις στρατολογημένες από λαούς της περιοχής του Δούναβη, με επικεφαλής τον ανιψιό του αυτοκράτορα Ιουστίνο(Β΄). Στάλθηκε επίσης στην Ιταλία ο Ναρσής, ικανότατος στρατηγός και έμπιστος της αυτοκράτειρας Θεοδώρας. Αλλά η διάσταση που σημειώθηκε, από την πρώτη στιγμή, ανάμεσα στο Βελισάριο και το Ναρσή είχε αργότερα δυσμενείς επιπτώσεις για τους Βυζαντινούς. Ωστόσο ο Βελισάριος κατέστρωσε τα στρατηγικά του σχέδια όταν έφτασαν οι ενισχύσεις και με τη βοήθεια τους βρέθηκε στα μετόπισθεν των εχθρών. Οι Βυζαντινοί πολιόρκησαν και κατέλαβαν το Αριμίνιον(σημ. Ρίμινι), οπότε οι Γότθοι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την πολιορκία της Ρώμης και να αποσυρθούν(Μαρτ. 536). Οι Βυζαντινοί άρχισαν τότε να επεκτείνονται και στη βόρεια Ιταλία. Τον επόμενο όμως χρόνο(539) η διάσταση Βελισάριου-Ναρσή επέτρεψε στους Γότθους, που στο μεταξύ είχαν ενισχυθεί με Φράγκους και Βουργουνδίους να πολιορκήσουν, να καταλάβουν και να καταστρέψουν το Νεδιόλανο(σημ. Μιλάνο). Επακολούθησε μεγάλη λεηλασία και φοβερή σφαγή(300.000 νεκροί κατά τον Προκόπιο).

Ο Βελισάριος δεν αποδέχθηκε τις προτάσεις των Γότθων για συνθηκολόγηση, (όπως είχε προηγουμένως απορρίψει τις δελεαστικές προτάσεις τους να τον ανακηρύξουν βασιλιά στα μέρη εκείνα της Ιταλίας). Παρά τις εντολές που είχε πάρει από τον Ιουστινιανό για κατάπαυση του πολέμου, πολιόρκησε και κατέλαβε τη Ραβέννα(Μάιος 540), συνέλαβε τον βασιλιά των Γότθων Βίτιγη και τον οδήγησε αιχμάλωτο στην Κωνσταντινούπολη, μαζί με πολλούς άλλους επιφανείς Γότθους και άφθονα λάφυρα.

Με τις νίκες του θρυλικού στρατηλάτη των Βυζαντινών αναβίωνε το όραμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας των χρόνων της μεγάλης ακμής της, ενώ η χριστιανική Νέα Ρώμη του Βοσπόρου φιλοδοξούσε να παραβληθεί με την αρχαία κοσμοκράτειρα Ρώμη. Ολόκληρη η Μεσόγειος δεν ήταν πια παρά μια λίμνη μέσα στην απέραντη αυτοκρατορία του Βυζαντίου. Μετά την κατάκτηση της Ιταλίας ο Βελισάριος ανακλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και στάλθηκε αρχιστράτηγος σε νέο πόλεμο εναντίον των Περσών. Οβασιλιάς τους Χοσρόης Α΄, που είχε εισβάλει στη Συρία, κατέλαβε την Αντιόχεια και στη συνέχεια επεξέτεινε τις κατακτήσεις του προς κάθε κατεύθυνση, υπέταξε την Ιβηρία(Γεωργία), κατέλαβε το οχυρό Πέτρα, εισέβαλε στη Λαζική και τη Μεσοποταμία(541-544). Παρά τις προσπάθειες τους ο Βελισάριος και άλλοι ικανοί στρατηγοί του Βυζαντίου, όπως ο Γερμανός, δεν κατόρθωσαν να αναχαιτίσουν τους Πέρσες και έτσι ο Ιουστινιανός υποχρεώθηκε να συνάψει μαζί τους ανακωχή(545) δυσμενή για τους Βυζαντινούς.

Στο μεταξύ οι Γότθοι της Ιταλίας είχαν ανασυντάξει τις δυνάμεις τους, υπό το νέο βασιλιά τους Τωτίλα και είχαν αρχίσει(541) να νικούν και να εκτοπίζουν τους Βυζαντινούς. Το 543 κατέλαβαν τη Νεάπολη και το 546 τη Ρώμη. Ήδη από το 544 ο Ιουστινιανός είχε αναθέσει και πάλι την αρχηγία των βυζαντινών στρατευμάτων της Ιταλίας στο Βελισάριο, αλλά οι βυζαντινές δυνάμεις ήταν ανεπαρκείς και ταλαιπωρημένες. Η Ρώμη άλλαξε δυο φορές κυρίαρχους και περιήλθε τελικά στους Γότθους(550). Ενώ ο Τωτίλας επιζητούσε διαπραγματεύσεις με τον Ιουστινιανό, ο Βυζαντινός αυτοκράτορας έστειλε νέα στρατεύματα με επικεφαλής το Ναρσή. Ο πόλεμος συνεχίστηκε νικηφόρος και έληξε υπέρ των Βυζαντινών το 554. Αλλά ο Βελισάριος είχε ήδη ανακληθεί από την Ιταλία και είχε απομακρυνθεί από την αρχιστρατηγία. Αντιζηλίες και διαβολές, ίσως και άστοχες ενέργειες στενών συνεργατών του, είχαν συντελέσει ώστε ο δαφνοστεφής και δημοφιλής στρατηλάτης να περιπέσει στη δυσμένεια υου Ιουστινιανού. Ωστόσο, ο Βελισάριος, αν και παραγκωνισμένος και παρά τη δικαιολογημένη πικρία του, έμεινε ως το τέλος πιστός στον αυτοκράτορα. Έτσι όταν το 559 εισέβαλαν στην Αυτοκρατορία οι Ούννοι Κουτρίγουροι και κινδύνευε η ίδια η Κωνσταντινούπολη, ο παλαίμαχος πολεμάρχης έσπευσε αδίστακτα να προσφέρει τις υπηρεσίες του και κατόρθωσε με ασήμαντες δυνάμεις, να σώσει την πρωτεύουσα και τον αυτοκράτορα. Πέθανε το 564 λίγο προτού πεθάνει και ο Ιουστινιανός(565).

Τα μεγάλα πολεμικά κατορθώματα, η δόξα και η φήμη του Βελισάριου, στην Ανατολή και τη Δύση, τροφοδότησαν, με τον καιρό, διάφορους θρύλους. Ανάμεσα στα τέλη του 10ου και τις αρχές του 12ου αιώνα στην ιστορική παράδοση υπεισέρχονται στοιχεία από τη σταδιοδρομία, τις περιπέτειες και τα τα άλλου ή άλλων μεγάλων πολεμιστών και έτσι ο Βελισάριος παρουσιάζεται σαν παράδειγμα τραγικού ήρωα, που έφτασε στο κορύφωμα της δόξας, αλλά και τελείωσε τη ζωή του στη μεγαλύτερη δυστυχία, κατασυκοφαντημένος, τυφλωμένος, επαίτης κτλ. Έτσι τον εμφανίζει ένα στιχούργημα της τελευταίας βυζαντινής περιόδου, συνθεμένο για ηθικοδιδακτικούς σκοπούς, η Διήγησις ή Ριμάδα περί Βελισαρίου,έργο που διασώθηκε σε πολλές διασκευές και κυκλοφόρησε ως έντυπη «φυλλάδα»(από το 1525) σε επανειλημμένες εκδόσεις. Είναι  αξιοσημείωτο όμως ότι οι λαϊκές αυτές διηγήσεις(και λιγότερο η πραγματική ιστορία) πέρασαν αρκετά νωρίς και στη Δύση, όπου η ζωή και η δράση του Βελισάριου εξακολούθησαν να τροφοδοτούν ιστορικά αναγνώσματα, βιβλία πολιτικής αγωγής(όπως ο Βελισάριος του Γάλλου Ζαν-Φρανσουά Μαρμοντέλ, τυπωμένος στα ελληνικά το 1783) και λογοτεχνικά έργα, εμπνέοντας αξιόλογους συγγραφείς(Λ.Μαόν), ποιητές, δραματουργούς(Ε.Σενκ), μουσικούς(Ντονιτζέτι), ζωγράφους(Νταβίντ, Ζεράρ) κ.ά.

 



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου