Κυριακή 12 Αυγούστου 2012

"ΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΔΩΣΙΛΟΓΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ"


ΜΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ «ΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΔΩΣΙΛΟΓΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΘΡΑΚΗ»
Η ΚΟΜΟΤΗΝΑΙΑ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ ΜΑΡΙΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΡΟΣΕΓΓΙΖΕΙ
ΚΑΙ ΑΝΑΔΕΙΚΝΥΕΙ ΕΝΑ ΘΕΜΑ ΤΑΜΠΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ



«Όψεις του δωσιλογισμού στη Θράκη - Ο δωσιλογισμός στη Θράκη μέσα από τις αποφάσεις του Ειδικού Δικαστηρίου Κομοτηνής, τον Τύπο και τις προσωπικές μαρτυρίες», είναι ο πλήρης τίτλος του βιβλίου της Κομοτηναίας δημοσιογράφου Μαρίας Νικολάου, που έρχεται να μας εκπλήξει με την επιλογή ενός δύσκολου και ταυτόχρονα εξαιρετικά ενδιαφέροντος θέματος, το οποίο τόσο για τις μικρές κοινωνίες όσο και για το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής συνιστά ένα θέμα ταμπού.
Ο καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Μακεδονίας Νίκος Μαραντζίδης στον πρόλογό του υπογραμμίζει, «αναμφισβήτητα ένα από τα μεγαλύτερα ταμπού της μεταπολεμικής ευρωπαϊκής δημόσιας ιστορίας υπήρξε το θέμα του δωσιλογισμού. Είναι χαρακτηριστικά  εδώ τα λόγια του αμερικανού ιστορικού Ρόμπερτ Πάξτον, στην εισαγωγή του κλασικού πλέον βιβλίου για την Γαλλία της εποχής του Βισύ: «Το φθινόπωρο του 1960, φοιτητής στο Χάρβαρντ, ήρθα στο Παρίσι για να δουλέψω πάνω στη διατριβή μου που είχε θέμα το σώμα των αξιωματικών στη Γαλλία του Βισύ {…} Πίστευα αφελώς πως ένας ιστορικός μπορούσε να μελετήσει τη Γαλλία της Κατοχής με την ίδια ελευθερία που μπορούσε να μελετήσει τον αγώνα για την αμερικανική ανεξαρτησία». Εξαιτίας της ύπαρξης αυτών των ταμπού οι μεταπολεμικές ευρωπαϊκές κοινωνίες παρουσιάζουν παράλληλα το φαινόμενο της αμνησίας και της υπερμνησίας. Με άλλα λόγια, οι κοινωνίες αυτές κάποια γεγονότα τείνουν να τα αγνοούν ολοκληρωτικά, ενώ για κάποια άλλα δείχνουν μια ακόρεστη διάθεση να μην ξεχαστεί και η παραμικρή λεπτομέρεια.
»Η επίσημη μνήμη, που καλλιεργήθηκε από τις κρατικές και πολιτικές ελίτ μετά τον πόλεμο, έδωσε έμφαση στην περιορισμένη απήχηση των λίγων προδοτών που συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς και στην ηθική και πρακτική αξία της παθητικής ή της ενεργητικής αντίστασης που επέδειξε ο λαός απέναντι στις κυβερνήσεις των Συνεργατών .Στη Γαλλία για παράδειγμα και τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του 1970, τόσο οι οπαδοί του Ντε Γκολ όσο και οι κομμουνιστές διακινούσαν την ιδέα πως η Γαλλία ηττήθηκε το 1940, επειδή βασικά κάποιοι την πρόδωσαν. Το καθεστώς του Βισύ θεωρήθηκε έργο μιας χούφτας προδοτών πουλημένων στους Γερμανούς. Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτήν την παραπάνω ερμηνεία των γεγονότων, ο Βισύ δεν είχε καμιά σοβαρή εσωτερική υποστήριξη, ήταν δημιουργία και όργανο των Γερμανών. Γι’ αυτό εν τέλει και η Γαλλία δεν πρέπει να αισθάνεται καμιά ντροπή ·πολέμησε, αντιστάθηκε, απελευθέρωσε, μάλιστα, ένα μέρος των εδαφών της μόνη της και διεκδίκησε με ίσους όρους με τους υπόλοιπους συμμάχους τη θέση της στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Η ομιλία του Ντε Γκολ μπροστά στο δημαρχείο του Παρισιού αποτέλεσε αναμφισβήτητα τον ιδρυτικό μύθο της γαλλικής μεταπολεμικής ζωής. «Παρίσι! Παρίσι προσβεβλημένο! Παρίσι κομματιασμένο! Παρίσι μαρτυρικό! Απελευθερωμένο από σένα το ίδιο, απελευθερωμένο από τον λαό σου με τη συνδρομή των στρατών της Γαλλίας, με την υποστήριξη και τη συνδρομή της Γαλλίας ολόκληρης, της Γαλλίας που αγωνίζεται, της μόνης Γαλλίας, της αληθινής Γαλλίας, της αιώνιας Γαλλίας». Μέχρι τη δεκαετία του 1970 που επήλθαν σημαντικές αλλαγές στην εικόνα του έθνους –αλλαγές που προκάλεσε αναμφίβολα ο Μάης του 1968– και μέχρι την εμφάνιση ιστορικών, όπως ο Πάξτον και ο Ρουσό, αλλά και άλλων, μόνο οι βιογράφοι της άκρας δεξιάς ή οι ακτιβιστές της άκρας αριστεράς, θεωρούσαν πως οι αξιωματούχοι του Βισύ δεν ήταν απλώς όργανα των Γερμανών, αλλά κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Η Γαλλία έμοιαζε να έχει βυθιστεί σε μια παράξενη αμνησία και μόνο κάποιες μεμονωμένες φωνές έσπαγαν αυτή την «ομερτά».

»Και σε άλλες χώρες, όμως, φαίνεται πως η σιωπή θεωρήθηκε χρυσός. Η απουσία εκ μέρους του επίσημου κράτους στο Βέλγιο, μιας ριζικής αντίθεσης στη γερμανική κατοχή και η κρατική συνεργασία με τις δυνάμεις του Ράιχ προκάλεσαν μεταπολεμικά αμηχανία και σιωπή. Η συνεργασία του θρόνου των Φλαμανδών και των Βαλόνων εθνικιστών με τους Γερμανούς, αλλά και η διατήρηση ανέπαφου του κρατικού μηχανισμού δημιούργησαν μια μεταπολεμική παγωμένη μνήμη, ένα «κενό μνήμης» σαν ο πόλεμος και η κατοχή να μην είχαν συμβεί ποτέ.
»Στην Ελλάδα πάλι, η κατηγορία για συνεργασία (δωσιλογισμό) αποτέλεσε ταυτόχρονα «ύβρι» και πολιτικό εργαλείο. Η μεταπολεμική Αριστερά δεν έχανε ευκαιρία να κατηγορήσει τους αντιπάλους της και κυρίως τη Δεξιά πως υπήρξε η παράταξη του Δωσιλογισμού, ενώ με τη σειρά της τα κόμματα της Δεξιάς κατηγόρησαν το ΚΚΕ για συνεργασία με τους Βούλγαρους κατακτητές (Εαμοβούλγαροι). Παρόλα αυτά, όμως, ουδέποτε πραγματικά το μέγεθος και το εύρος της Συνεργασίας της ελληνικής κοινωνίας με τις αρχές κατοχής απασχόλησε τη δημόσια σφαίρα. Ο δωσιλογισμός ήταν αποδεκτός ως μια υπόθεση λίγων, συχνά μάλιστα αμφίβολης ηθικής και πνευματικής στάθμης. Είναι, επίσης, χαρακτηριστικό ότι η κοινότητα των Ελλήνων ιστορικών χρειάστηκε περίπου πενήντα  χρόνια προκειμένου να αρχίσει να ανιχνεύει και συστηματικά το φαινόμενο ανακαλύπτοντας ένα τεράστιο βάθος, όπου περισσότερο σημαντικές και από τις ιδεολογικές προτιμήσεις στη βάση του άξονα Δεξιά–Αριστερά, αποδείχτηκαν άλλοι παράγοντες όπως οι εθνικιστικοί ανταγωνισμοί, οι εσωτερικές κοινοτικές έριδες, το ζήτημα της επιβίωσης, κ.ά. Το πρώτο επιστημονικό συνέδριο με θέμα τον δωσιλογισμό, οργανώθηκε μόλις τον Ιούλιο του 2004 στο όμορφο νησί της Σαμοθράκης από το Δίκτυο για τη Μελέτη των Εμφυλίων Πολέμων.
»Στην πραγματικότητα, το θέμα της Συνεργασίας υποχρέωσε το σύνολο του πολιτικού συστήματος σε μια «αυτολογοκριμένη μνήμη» ή όπως το έγραψε ο Στάθης Καλύβας, αναφερόμενος στην περίπτωση των Τσάμηδων, «για τη δεξιά μεταπολεμική ιστοριογραφία η εθνοκάθαρση και η αδιάκριτη βία κατά των Τσάμηδων υπήρξε ένα απόλυτα δικαιολογημένο μέτρο απέναντι σε μια ομάδα δωσίλογων και μειοδοτών. Μόνο ο αντικομμουνισμός μπορούσε να δικαιολογήσει –και άρα να συγχωρήσει– τη συνεργασία με τους κατακτητές. Το πρόβλημα της αριστερής μεταπολεμικής ιστοριογραφίας είναι ακριβώς το αντίθετο. Ενώ καυτηριάζει τον δωσιλογισμό ως εσχάτη προδοσία που δικαιολογούσε βία αντίστοιχη με αυτή που υπέστησαν οι Τσάμηδες, αντιμετωπίζει τις αντίστοιχες πρακτικές των μειονοτήτων με αισθήματα κατανόησης και τάσεις συγκάλυψης, δείχνοντας έτσι πόσο επιλεκτική και άρα διάτρητη είναι η ηθικολογία της».
Από τη δεκαετία του 1990 η μελέτη του εμφυλίου πολέμου και των συνεπειών του παρουσίασε μια σημαντική ανάπτυξη. Νέες κατευθύνσεις της έρευνας, νέα εργαλεία, νέα ερωτήματα ήρθαν μαζί με μια νεότερη γενιά ερευνητών. Η δεκαετία αυτή ανέδειξε ένα νέο κύμα εργασιών που επιχείρησαν από πολλές διαφορετικές αφετηρίες να αναδείξουν νέα πεδία έρευνας και να συγκροτήσουν νέες υποθέσεις εργασίας χρησιμοποιώντας νέα μεθοδολογικά εργαλεία. Με άλλα λόγια, επιχείρησαν να απαντήσουν σε ερωτήματα που προγενέστερες έρευνες δεν τολμούσαν να θέσουν.
»Ένα από τα βασικά κενά πολλών προηγούμενων προσεγγίσεων υπήρξε η αδυναμία τους να κατανοήσουν πως οι απλοί άνθρωποι έδρασαν μέσα στη δίνη των γεγονότων. Η αποκλειστική επικέντρωσή τους στη δράση και τον λόγο των πολιτικών ελίτ, παρόλο που υπήρξε ιδιαίτερα χρήσιμη για την κατανόηση της ιστορικής πραγματικότητας, συνέβαλε στην παραγωγή μιας ιστορίας των πολιτικών ηγεσιών, υποβαθμίζοντας το πώς οι υπόλοιποι επιβίωσαν μέσα στις συνθήκες της εποχής.
»Βασικό χαρακτηριστικό, λοιπόν, των νέων ερευνών, υπήρξε η στροφή στο μαζικό επίπεδο. Χρησιμοποιώντας μεθοδολογικά εργαλεία από το χώρο της κοινωνικής ιστορίας, της πολιτικής επιστήμης, της κοινωνιολογίας και της κοινωνικής ανθρωπολογίας, οι νέες έρευνες έδωσαν έμφαση είτε στην ανάλυση των πολιτικών και κοινωνικών δυναμικών, που διαμορφώνονται στο τοπικό επίπεδο, είτε στην εξέταση θεμάτων, όπως οι μειονότητες και οι εθνοτικές ομάδες, τα παιδιά, οι γυναίκες, οι πολιτικοί κρατούμενοι, κ.ά. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε, σε φαινόμενα όπως ο λόγος, η μνήμη, η αναπαράσταση των γεγονότων. Σε αντίθεση, επίσης, με τις προηγούμενες ερευνητικές γενιές το υποκείμενο και το υποκειμενικό δεν αφομοιώθηκε μέσα στο συλλογικό, αλλά το υποκειμενικό εξετάστηκε άλλοτε αντιθετικά με τις συλλογικές ταυτότητες μέσα στις οποίες αυτό θεωρούνταν ενταγμένο.
»Η στροφή προς το μαζικό συνδυάστηκε απολύτως με την άνθιση των τοπικών ερευνών. Το τοπικό αποκάλυψε ένα βάθος και μια ποικιλία στις επιλογές των ατομικών υποκειμένων, καθώς και στις συνθήκες που τα άτομα υποχρεώθηκαν να δράσουν, που ξάφνιασε. Σε αυτήν την ανάδειξη της ποικιλίας και του βάθους, που προσφέρει η τοπικότητα συμβάλλει αναμφίβολα και η εργασία της Μαρίας Νικολάου για τον δωσιλογισμό στη Θράκη. Η συγγραφέας χρησιμοποιώντας τόσο προφορικές όσο και γραπτές πηγές επιχειρεί, όπως σημειώνει η ίδια, να αναζητήσει ένα μικρό φως σε μια από τις σκοτεινότερες περιόδους της ιστορίας της Θράκης. Πέρα, όμως, από μια γενική αφήγηση και αναπαράσταση των βασικών γεγονότων της περιόδου της κατοχής και του φαινομένου του δωσιλογισμού στη Θράκη, η Μαρία Νικολάου προσπαθεί να προχωρήσει βαθύτερα και να απαντήσει σε μια σειρά ερωτημάτων. Πόσοι και ποιοί ήταν οι δωσίλογοι, ποια ήταν η ηλικία τους, η καταγωγή τους και τα επαγγέλματα που εξασκούσαν: Ποιο ήταν το αποτέλεσμα της δράσης τους στον κοινωνικό ιστό της περιοχής όπου ζούσαν: Τελικά τι έγινε μεταπολεμικά: Απονεμήθηκε δικαιοσύνη:
»Η Μαρία Νικολάου χειρίστηκε το δύσκολο θέμα του δωσιλογισμού με αντικειμενικότητα και με πραγματικό σεβασμό στα πρόσωπα και στη μνήμη τους. Η εργασία της δείχνει πως η μελέτη της δεκαετίας του 1940 συνεχίζει να αποδίδει καρπούς, που συμβάλλουν στην εμβάθυνση των γνώσεών μας για την περίοδο και τη γενικότερη αυτογνωσία μας ως κοινωνία».



«Η μνήμη της δεκαετίας του 1940» _ επισημαίνει στην εισαγωγή της η Μαρία Νικολάου- «αποτελεί ενδιαφέρον αντικείμενο μελέτης για ιστορικούς, πολιτικούς επιστήμονες, κοινωνικούς ανθρωπολόγους και κοινωνιολόγους. Η περίοδος αυτή διαδραματίζει βαρυσήμαντο ρόλο στη διαμόρφωση του μεταγενέστερου κοινωνικο-πολιτικού σκηνικού, οπότε η μελέτη της έχει πασίδηλο ενδιαφέρον, αυταπόδεικτη αξία και μπορεί να βοηθήσει τον μέσο-κοινό αναγνώστη να κατανοήσει, να αποκτήσει μια σφαιρική θεώρηση της ιστορικής πραγματικότητας. Οι μνήμες της Κατοχής, της Αντίστασης και του Εμφυλίου, αν και διατηρούνται ζωντανές σε αρκετούς Έλληνες, παύουν προοδευτικά να αποτελούν σημείο τριβής ή πεδίο πολιτικής επιρροής.
»Σε μια προσπάθεια προσέγγισης αυτής της περιόδου μέσω της παρούσας μελέτης, διαπιστώσαμε ότι το φαινόμενο του δωσιλογισμού εξακολουθεί στον τόπο μας να παραμένει στο περιθώριο της ιστορικής γραφίδας, αποτελεί πρόκληση και δύναται να διεγείρει συναισθηματικές φορτίσεις και αναμνησιακές διεγέρσεις. Παρά την παρέλευση έξι και πλέον δεκαετιών από τα γεγονότα που θα αποτελέσουν αντικείμενο της παρούσας μελέτης, διαπιστώνουμε ότι στη Θράκη τα γεγονότα αυτά προκαλούν έντονες φορτίσεις. Η παρέλευση ενός τόσο μεγάλου χρονικού διαστήματος συνδράμει στην εξέταση του φαινομένου του δωσιλογισμού με μεγαλύτερη αντικειμενικότητα, σφαιρικότητα και επιστημοσύνη. Τα συναχθέντα συμπεράσματα αποκτούν αυξημένο ενδιαφέρον και μπορούν να αποτελέσουν τη βάση ενός εποικοδομητικού επιστημονικού διαλόγου για μια περιοχή, όπως η Θράκη, «άγνωστη» εν πολλοίς για τη σύγχρονη ελληνική ιστορία και βιβλιογραφία. Άγνωστη, γιατί η ιστοριογραφία που αναφέρεται στην εποχή εκείνη ασχολείται περισσότερο με τις πολιτικές δυνάμεις, τις αντιστασιακές οργανώσεις και τη δράση τους και προσεγγίζει ελάχιστα τις διεργασίες που έγιναν στην ελληνική κοινωνία και ειδικότερα σε θέματα που ενέχουν μια αρνητική κοινωνικοπολιτική χροιά, όπως ο δωσιλογισμός.
»Η διαπραγμάτευση ενός τέτοιου θέματος στη χώρα μας, όταν δεν μπορούσε να αποφευχθεί ως εκλογή διεπόταν από μια έντονη συναισθηματική φόρτιση, η οποία είχε ως απότοκο είτε να παραμένει το φαινόμενο του δωσιλογισμού στο σκότος της Ιστορίας είτε να αποτυπώνεται μέσα από την οπτική των έντονων εξάρσεων του θυμικού που προκαλεί.
»Ο δωσιλογισμός συνιστά ένα ακανθώδες ζήτημα για την έρευνα του οποίου η επιστημονική αντικειμενικότητα είναι απολύτως αναγκαία και συνάμα δεδομένη. Για πολλά χρόνια, άλλωστε, το φαινόμενο του δωσιλογισμού, λόγω των συναισθηματικών διεγέρσεων που προκαλούσε, αποτέλεσε ένα θέμα ταμπού για την ελληνική τοπική κοινωνία που καλυπτόταν από ένα πέπλο σιωπής. Στην εισαγωγή αυτή δεν πρόκειται να εξετάσουμε αναλυτικά τις ποικίλες ιστοριογραφικές προσεγγίσεις. Θα καταγράψουμε, όμως, πολύ συνοπτικά τα βασικά χαρακτηριστικά της βιβλιογραφικής παραγωγής. Διαφορετικές μελέτες επιλέγονται με γνώμονα τη σφαιρική αντιμετώπιση του θέματος και προκαλούν προβληματισμό και συνάμα εποικοδομητικό στοχασμό σε επίκαιρα ερωτήματα, προσπαθώντας, παράλληλα, να εξηγήσουν ορισμένες από τις πολλαπλές πτυχές ενός πολυδιάστατου φαινομένου με πολύπλευρες εκφάνσεις και παράλληλη συνδρομή στη διαμόρφωση της κοινωνικής, οικονομικής και ηθικής ζωής του τόπου. Οι μελέτες αυτές επιχείρησαν να αναδείξουν τα ποικίλα κίνητρα και τους στόχους των ανθρώπων, που συνεργάστηκαν με τους κατακτητές και άλλαξαν ριζικά το σκηνικό μετατρέποντας το δωσιλογισμό σε «νόμιμο» θέμα επιστημονικής ανάλυσης.
»Όπως στην υπόλοιπη χώρα, έτσι και στη Θράκη, το θέμα του δωσιλογισμού υπήρξε «ευαίσθητο», αφού πολλοί συνεργάτες του κατακτητή ουδέποτε λογοδότησαν για τις πράξεις τους. Αντίθετα, ενσωματώθηκαν στον «εθνικό κορμό», καθώς πολύ νωρίς ο πολιτικός κόσμος εγκατέλειψε τις όποιες προθέσεις του για την παραδειγματική τιμωρία τους. Η επίσημη, θεσμοποιημένη και καταγεγραμμένη μνήμη στο ζήτημα του δωσιλογισμού είχε επιλέξει την αποσιώπηση, είχε παραγκωνίσει το θέμα προς όφελος των πιο «λαμπρών» σελίδων της ιστορίας, που διήγειραν συναισθήματα εθνικής υπερηφάνειας και συνάμα πατριωτισμού. Η αρνητική χροιά του φαινομένου του δωσιλογισμού σε συνδυασμό με την έντονη συναισθηματική διέγερση που προκαλούσε, λειτούργησε καταλυτικά στην αποσιώπησή του από τον τοπικό Τύπο.
»Με την παρούσα μελέτη ελπίζουμε, αν όχι τόσο να αναθεωρηθούν παραδεδομένες «αλήθειες», τουλάχιστον να αναδειχθούν και στον τόπο μας άγνωστες συνιστώσες μιας σκοτεινής και έντονα αμφιλεγόμενης περιόδου. Εργαστήκαμε με σεβασμό στις προσωπικές διαδρομές των ανθρώπων και με την ελπίδα ότι θα συμβάλλουμε ουσιαστικά, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό, στο να κατανοηθούν τα βασικά χαρακτηριστικά του φαινομένου. Ελάχιστο καθήκον του ιστορικού είναι να ξεκαθαρίσει την ιστορική μας εικόνα απ’ όλα εκείνα που δεν συνέβησαν αλλά αποσιωπούνται, κάτι που προσδοκούμε ότι θα συμβεί με νέες μελέτες ιστορικών και στη Θράκη».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου