Ο Ίνγκο Σούλτσε γεννήθηκε το 1962 στη
Δρέσδη της Ανατολικής Γερμανίας. Σπούδασε Φιλολογία και ασχολήθηκε από νέος με
το θέατρο. Το πρώτο του βιβλίο «33 στιγμές ευτυχίας» ήταν καρπός της εξάμηνης
παραμονής του στη μετασοβιετική Ρωσία. Ακολούθησε το «Απλές ιστορίες», που τον
έκανε ευρύτερα γνωστό σε όλο τον κόσμο και το «Καινούργιες ζωές». Επίσης, ο
Σούλτσε έλαβε μέρος μαζί με άλλους δεκατρείς συναδέλφους του από όλον τον κόσμο
στη συγγραφή του Global Novel.
Τον συναντήσαμε στο Βερολίνο και συζητήσαμε μαζί του για την ιστορία της πτώσης του τείχους, τον
υπαρκτό σοσιαλισμό και το αύριο της Ευρώπης…
Ίνγκο Σούλτσε, συγγραφέας:
«Μπορεί τώρα να
διορθώνουμε λάθη του παρελθόντος, αλλά δημιουργούμε και νέα για το μέλλον»
Είκοσι χρόνια μετά,
τι σχόλιο κάνετε για την ενοποίηση της
Γερμανίας;
Δεν έχω μια συγκεκριμένη απάντηση. Είναι σαφώς ένας πολύ
ωραίος λόγος να γιορτάζει κανείς διότι αυτό το τείχος έπεσε. Η πτώση τους
τείχους ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Τα σημαντικότερα γεγονότα ήταν οι
διαδηλώσεις που προηγήθηκαν, οι διαδηλώσεις της Δευτέρας στη Λειψία και σε
άλλες πόλεις. Αυτή η επανάσταση ξεκίνησε όταν οι άνθρωποι είπαν ότι εμείς θα
μείνουμε εδώ. Πριν από αυτό έκαναν φασαρίες που έλεγαν ότι εμείς θέλουμε να
βγούμε, να φύγουμε.
Γιατί αυτό το οικοδόμημα
που είχε δημιουργηθεί και είχε ονομαστεί Σοσιαλισμός κατέρρευσε;
Το ότι κατέρρευσε ο Σοσιαλισμός οφείλεται σε πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Ειδικά από
την αρχή, όπως ξεκίνησε με τον Στάλιν, ήταν δραματική η πορείά του. Η ευκαιρία
που δημιουργήθηκε μετά το θάνατο του Στάλιν δεν την αξιοποίησε κανείς. Σε μια
τέτοια κατάσταση, όπως ήταν εκείνη την εποχή, όπου όλο το οικονομικό κεφάλαιο
διαχέονταν σε όλους, έπρεπε να υπάρχει παράλληλα και ελευθερία της γνώμης και δημοκρατία και
αυτοδιοίκηση. Η δεκαετία του ’ 70 και του ’ 80 ήταν πολύ πιο εύκολη από ότι
ήταν η δεκαετία του ’ 60 γιατί μιλούσαμε
για μια ιδεολογική χειραγώγηση από το κράτος στις δεκαετίες του 70 και του 80 ,
η έκφραση αυτού του τρόπου συμπεριφοράς ήταν το κτίσιμο του τείχους, δεν υπήρχε
καμία δυνατότητα να υπάρχει πραγματική
κριτική. Μαζί μ’ αυτό, αλληλένδετα, ήταν και η εφαρμογή μιας δραματικής
πολιτικής και η πεποίθηση ότι όλα μπορούμε να τα ελέγχουμε, να
ελέγχεται ακόμη και κάθε
μικροεπαγγελματίας. Δεν θα είχαμε κανένα πρόβλημα να παρέμενε στα χέρια του
κράτους το θέμα της ενέργειας ή τα ζητήματα εξοπλισμού, αλλά σε καμία περίπτωση
δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι θα έπρεπε να έχει το κράτος τον έλεγχο του
τσαγκάρη και του φούρναρη. Υπήρχε την εποχή του 68 η ελπίδα με τον Ντούπτσεκ
ότι κάτι θα αλλάξει, αλλά αυτή την ευκαιρία δεν την αξιοποίησε κανένας και δεν
άλλαξε τίποτα στην ανατολική Γερμανία, ακόμη και όταν βγήκε ο Γκορμπατσόφ.
Έτσι, δημιουργήθηκε μια κατάσταση όπου πάρα πολλοί άνθρωποι φώναζαν ότι θέλουν
να φύγουν από αυτή την χώρα. Μαζί με όλα τα υπόλοιπα υπήρχε το κλασσικό
πρόβλημα της νοθείας των εκλογών, το οποίο επίσης υπήρξε σε πολύ μεγάλο βαθμό
το 89. Πάντοτε βέβαια ήξερε κάποιος ότι νοθεύονταν το αποτέλεσμα των εκλογών,
αλλά το 89 μπορούσες και να το αποδείξεις, ήταν οφθαλμοφανές. Η κυβέρνηση τότε
της Ανατολικής Γερμανίας επιβράβευσε το χειρισμό της Κίνας απέναντι στην
επανάσταση των νέων. Το φοβερό εκείνη την εποχή ήταν ότι όχι μόνο η Ουγγαρία
άνοιξε τα σύνορά της, αλλά και ότι δημιουργήθηκε στην ανατολική Γερμανία μια
κίνηση αντίθεσης κατά της κυβέρνησης η οποία έλεγε ότι εμείς θέλουμε να
μείνουμε στην χώρα, αλλά να αλλάξουμε την κατάσταση.
Υπήρξαν κάποιες μέρες
ιδιαιτέρως σημαντικές σ’ αυτήν την ιστορία της πτώσης;
Σαφώς υπήρχαν πολύ σημαντικές μέρες στην εξέλιξη της πτώσης
του τείχους, αλλά για μένα η πιο σημαντική ήταν η 9η Οκτωβρίου του 1989 στη Λειψία, γιατί εκεί, από
Δευτέρα σε Δευτέρα, σχηματίζονταν και
μια μεγαλύτερη διαδήλωση. Γενικότερα, η κυβέρνηση της Ανατολικής Γερμανίας
έλεγε ότι μέχρι τα τεσσαρακοστά γενέθλια της Αν. Γερμανίας θα προσπαθήσουν να
μην αντιδράσουν ιδιαίτερα έντονα για να μην χαλάσουν την εικόνα της χώρας προς
τα έξω. Στις 7 Οκτωβρίου δημιουργήθηκε αντιπαλότητα ανάμεσα στους διαδηλωτές
και στην αστυνομία και είχαν ειδοποιήσει ότι την 9η Οκτωβρίου που θα
γινόταν διαδήλωση θα χρησιμοποιούσαν όπλα. Ήταν μεγάλη τύχη το γεγονός ότι 70.000 άνθρωποι είχαν πάει εκεί για να
κάνουν μια ειρηνική διαδήλωση. Από την άλλη υπήρχαν άνθρωποι που έλεγαν ότι δεν
μπορούμε να κάνουμε μια ειρηνική αντιδιαδήλωση, να εναντιωθούμε σ’ αυτούς τους
ανθρώπους, δεν ήταν προετοιμασμένοι για έναν τόσο μεγάλο αριθμό διαδηλωτών και
από την άλλη για μια τόσο ειρηνική διαδήλωση. Ήταν μια διαδήλωση που δεν είχε
ως ζητούμενο το τέλος του Σοσιαλισμού, αλλά τις αλλαγές που θα μπορούσαν να
γίνουν. Το γεγονός ότι στην διαδήλωση της 9ης Οκτωβρίου έκαναν οι
διαδηλωτές έκαναν το του παλιού κέντρου της Λειψίας ήταν μεγάλη
επιτυχία. Ήταν σαν να λέμε η πρώτη επιτυχία των διαδηλώσεων, από εκεί και πέρα
η διαπραγμάτευση των ζητημάτων ήταν σε ένα άλλο επίπεδο.
Εσείς που ζούσατε
τότε;
Ζούσα σε μια μικρή πόλη 50 χιλιόμετρα νότια της Λειψίας. Το
να πας στην Λειψία και να πάρεις μέρος σε μια διαδήλωση ήταν το ένα, το άλλο
ήταν να πας σ’ αυτή την μικρή πόλη πίσω και να πεις: «Εγώ είμαι ο Ίνγκο Σούλτσε
και θέλω να δημιουργήσω εδώ αυτή την καινούργια κίνηση». Μετά τις 9 Οκτωβρίου
γύρω στις 15 του μηνός είχα έρθει στο Βερολίνο για να αποφασίσουμε ποια θα
είναι τα επόμενα βήματα της κίνησής μας και κατά τύχη βρέθηκα σε μια
συγκέντρωση ανθρώπων του θεάτρου. Τότε γινόταν η ανάγνωση ονομάτων ανθρώπων που
είχαν συλληφθεί, ως μια μικρή ένδειξη τιμής στην μνήμη τους. Ένας από τους
ανθρώπους που έβγαλε τότε λόγο ήταν ο Γκρέκγορ Γκίζι ο οποίος είναι τώρα ένας από τους ηγέτες του αριστερού ρεύματος.
Ήταν σε όλους μας γνωστός γιατί ως δικηγόρος συμβούλευε σε θέματα νομικά για την ίδρυση του νέου
φόρουμ που ετοιμάζαμε.
Θεωρείτε ότι η Ευρώπη
έχει ξεμπερδέψει με φαντάσματα ξενοφοβισμού ή ρατσισμού έναντι των μεταναστών ή
υπάρχει κίνδυνος να τα βρούμε και πάλι μπροστά μας;
Σαφώς δεν είναι δυνατόν να το δει κανείς επιφανειακά αυτό το
ζήτημα. Από την στιγμή που υπήρξε το κομμάτι του υπαρκτού Σοσιαλισμού, αν το
δεις σαν ένα πάγωμα των πραγμάτων και όχι ως μια εξέλιξη, είναι φυσιολογικό
αυτά τα φαινόμενα που υπήρχαν πριν, όχι να αναβιώνουν, αλλά να συνεχίσουν να
υπάρχουν. Όταν μια αυτοκρατορία καταρρέει, ψάχνει κανείς για μια εναλλακτική
λύση και ο εθνικισμός είναι μια εναλλακτική λύση. Για να μπορέσει κανείς να
επιβιώσει στην καθημερινότητα, σαφώς χρειάζεται ένα τρόπο να κατανοήσει τα
πράγματα. Πάντοτε κάτι πρέπει να υπάρχει και όταν σταματήσει αυτό θα πρέπει να
υπάρξει η εναλλακτική λύση. Είχα πάει τελευταία στην Γιουγκοσλαβία και είδα
αυτή την τάση, όταν φεύγει το δέσιμο του διεθνισμού ή του πολύ-εθνισμού πρέπει
κάτι καινούργιο να δημιουργηθεί, όπως είναι ο εθνικισμός. Το ίδιο έγινε και
μετά την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μέχρι το 89 η Δύση κοιτούσε τα
ανατολικά κράτη σαν τον κακό, σαν τον εχθρό, όταν κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση,
ξαφνικά δεν υπήρχε αυτή η στάση και χρειάστηκε κάτι άλλο. Άρχισε κανείς να
ψάχνει κάτι καινούργιο για να στηριχθεί, έτσι επέστρεψε η θρησκεία και μαζί της
ο συντηρητισμός, ο εθνικισμός. Κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, όταν
μιλούσαν οι Γερμανοί για δημοκρατία μιλούσαν για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία
σήμερα όλοι λένε η Γερμανία.
Ποια είναι η άποψή
σας για το δημιούργημα της Ε.Ε.;
Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδικασία, στην οποία υπάρχουν
πολλά θετικά, για παράδειγμα δεν υπάρχουν σύνορα, δεν χρειάζεται καν να
χρησιμοποιήσει κανείς το διαβατήριο του.
Όμως μην ξεχνάμε ότι αυτή η Ένωση ξεκίνησε από οικονομικούς λόγους. Αν κοιτάξει
κανείς ποιες είναι οι προϋποθέσεις ένταξης ή ίδρυσης και συγκρότησης της Ε.Ε.,
τότε βλέπει ότι πρόκειται για την
εφαρμογή μιας νεοφιλελεύθερης πολιτικής,
για παράδειγμα ήταν απαραίτητο βήμα η ιδιωτικοποίηση των μεγάλων εταιρειών.
Μπορεί να μην υπάρχουν πια παλιά σύνορα
και παλιά όρια, αλλά δημιουργούνται καινούργια σύνορα. Στην Γερμανία υπάρχει
ακόμη ένα τείχος το οποίο απλώς δεν
μπορούμε να το δούμε πια. Στην Ελλάδα, στην Ιταλία είναι πολύ πιο συνειδητό
στους ανθρώπους ότι υπάρχουν καινούργια τείχη, στην Γερμανία δεν το
αντιλαμβάνεται κανείς τόσο εύκολα.
Έχει να κάνει με το
άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ πλουσίων και φτωχών η δημιουργία του νέου τείχους
που λέτε;
Ακριβώς αυτή είναι η διαφορά, δεν μιλάμε πια για Ανατολή και
Δύση, αλλά για διαφορές ανάμεσα στους πάνω και στους κάτω. Αυτό είναι και το
τραγικό. Για παράδειγμα πρέπει οι φτωχές χώρες να πληρώσουν το κόστος των
κλιματικών αλλαγών που οφείλονται στην αλόγιστη συμπεριφορά των πλούσιων χωρών.
Υπάρχει κάτι που σας
κάνει να αισιοδοξείτε και να στηρίζετε
εκεί ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον;
Θα έκανα τα πάντα για να αλλάξει κάτι, αλλά δυστυχώς οι
προσδοκίές μου και αυτά που περιμένω δεν είναι τόσο μεγάλα. Στην Δύση μιλάμε
συνέχεια για ανάπτυξη- ανάπτυξη- ανάπτυξη, το οποίο είναι πολύ αρνητικό για το
παρόν. Μπορεί να διορθώνουμε λάθη του παρελθόντος αλλά δημιουργούμε και νέα για το μέλλον. Στην Γερμανία αυξάνεται
ολοένα και περισσότερο το χρέος, βρισκόμαστε στα 21.000 ευρώ το άτομο και σε
τρία με τέσσερα χρόνια θα είμαστε στα 25.000 ευρώ. Η Γερμανία κάνει πολύ καλή
εντύπωση σε όλο τον κόσμο γιατί δεν έχει υψηλά ποσοστά ανεργίας, αλλά αν
μετρήσει κανείς όλους αυτούς οι οποίοι πληρώνονται από το Ταμείο ανεργίας θα
ανέβαινε ο αριθμός των ανέργων κατά ένα με δύο εκατομμύρια. Το πρόβλημα είναι
πολιτικό, το πιο σημαντικό δεν είναι να πούμε ότι δίνουμε περισσότερες
δουλειές, αλλά και το πώς μοιράζουμε τις δουλειές και το κέρδος πιο σωστά. Λόγω
τις τεχνολογικής εξέλιξης εκ των πραγμάτων μειώνονται και οι θέσεις εργασίας,
όλο και λιγότεροι άνθρωποι μπορούν να παράγουν όλο και περισσότερα προϊόντα,
οπότε πρέπει να σκεφτούμε πώς μπορούμε να μοιράσουμε διαφορετικά την
δουλειά.
Μαρία Νικολάου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου