Τρίτη 23 Ιουλίου 2024

Το συγκλονιστικό κείμενο του "διαφωτιστή" της Κύπρου Τάκη Χατζηδημητρίου για το μεγαλύτερο εθνικό έγκλημα, την προδοσία της Κύπρου!

ΕΘΝΙΚΟ ΕΓΛΗΜΑ Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΥΞΣ ΚΥΠΡΟΥ

Αντί προλόγου του Τάκη Χατζηδημητρίου

 

Από την επιστολή του Μακάριου μέχρι το πραξικόπημα της χούντας για την τουρκική εισβολή

Στις 3 Ιουλίου 1974 επιδόθηκε από τον Πρέσβη της Κύπρου στην Αθήνα, Νίκο Κρανιδιώτη, η επιστολή του Προέδρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου με συγκεκριμένες καταγγελίες για τις συνωμοσίες, τις καταστροφές και τα εγκλήματα στην Κύπρο. Η ταυτόχρονη δημοσίευση της ήταν ένα γενναίο δημοκρατικό σάλπισμα που συγκίνησε βαθύτατα τον λαό. Μια κίνηση που θα έπρεπε να γίνει χρόνια πριν. Η αποστολή της, έστω την ύστατη, όπως τελικά αποδείχτηκε, στιγμή εκπλήρωσε έναν ιστορικό προορισμό..Αποτέλεσε βαρύτατο κατηγορητήριο εναντίον της χούντας και εξέφρασε ένα περήφανο πνεύμα ανεξαρτησίας έναντι της χουντικής βίας.

Όταν ο Μακάριος έστειλε την επιστολή, αισθανόταν ισχυρός και σε θέση να ελέγξει τις εξελίξεις. Η ΕΟΚΑ Β’ είχε στο μεταξύ υποστεί καίρια πλήγματα. Με όλα αυτά τα δεδομένα και με την πεποίθηση ότι η χούντα θα ενεργούσε μέσα από την ΕΟΚΑ Β΄, ο Μακάριος πίστεψε ότι περιορίστηκε αν δεν εξουδετερώθηκε, ο κίνδυνος του πραξικοπήματος. Φοβόταν πιο πολύ νέα δολοφονική απόπειρα εναντίον του παρά ένα πραξικόπημα από την Εθνική Φρουρά, γιατί ήταν βέβαιος ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα οδηγούσε την Τουρκία σε άμεση επέμβαση. Μια τόσο οφθαλμοφανής συνέπεια πίστευε ότι θα λειτουργούσε ανασταλτικά για τη διενέργεια πραξικοπήματος. Είναι αυτό που είχε κατά νου όταν και μετά το πραξικόπημα δήλωνε ότι πίστωνε τους στρατιωτικούς με περισσότερο πατριωτισμό.

 

Το κλίμα στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1974

Χαρακτηριστικό του κλίματος που επικρατούσε στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1974, μετά την επιστολή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, είναι και το σχόλιο της εφημερίδας «Τα Νέα»(13.7.74). Ο σχολιαστής για το θέμα της θητείας γράφει: «Η διετής και επιπλέον θητεία ήταν στην πραγματικότητα διετής αιχμαλωσία των παιδιών του Κυπριακού λαού[…] Σχολή φασιστικής διαπαιδαγώγησης[…] Στο στρατό έμπαιναν τα δεκαοχτάχρονα παιδιά με καθαρή καρδιά και ανοιχτό μυαλό και σε δύο χρόνια έβγαιναν βαρυφορτωμένα από μίσος και μισαλλοδοξία, με φιλοχουντικά και αντιμακαριακά αισθήματα». Στις 4.7.74 διευκρινίζει: «δεν είναι δύναμη της Κύπρου που μειούται με τη μείωση της θητείας, αλλά η δύναμη της βίας και της παρανομίας».  Στις 14.7.74 παραμονή του πραξικοπήματος, προσθέτει: «Οι αξιωματικοί θα φύγουν όχι γιατί δεν τους θέλουμε, όχι γιατί διέταξε ο Μακάριος, γιατί δεν βοηθούν την Κύπρο. Και επειδή δεν μπορούν να την βοηθήσουν, προσπαθούν να την στραγγαλίσουν…».

Πάνω στο θέμα της μείωσης της θητείας ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος σε δήλωση του που δημοσιεύεται στ5ις 6.7.74 λέγει: «Ως προς την εντιμετώπισιν εθνικών κινδύνων εν Κύπρω, λυπούμαι να πω ότι η Εθνική Φρουρά, υπό την σημερινήν σύνθεσιν και διάρθρωσιν, δεν αποτελεί δύναμιν την οποίαν το Κυπριακό κράτος θα είχε εις την διάθεσιν του εν ώρα ανάλογης δια την άμυναν και διασφάλισιν της εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου».

 

Το πραξικόπημα στην ημερήσια διάταξη

Ποια ήταν η πολιτική της χούντας έναντι του Μακαρίου καθώς και πότε και πως οδηγήθηκαν τα πράγματα στο πραξικόπημα, το περιγράφουν οι ίδιοι οι αξιωματικοί που υπηρέτησαν τη χούντα.

«Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος», γράφει ο ε.α. ταξίαρχος Γεώργιος Σέργης, «αναγκάσθηκε να ανεχθεί παρά τη θέληση του τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και να εξομαλύνει τις σχέσεις του με αυτόν. Η διάδοχος κατάστασις, όμως, το καθεστώς Ιωαννίδη(25.11.1973), δεν ήταν διατεθειμένη να ακολουθήσει την πολιτική του έναντι του Μακαρίου και αποφάσισε να επέμβει δυναμικά για να τον ανατρέψει. Στην απόφαση του αυτή ήχθη, αν όχι με την προτροπή, τουλάχιστον με την ενθάρρυνση της CIA»(Γ. Σέργης, Η Μάχη της Κύπρου, Ιούλιος-Αύγουστος 1974, Η ανατομία της τραγωδίας, 1999, σελ. 170).

Στη συνέχεια, ο Σέργης αναφέρει ότι, για να μπορεί ο Ιωαννίδης να δικαιολογήσει την αναγκαιότητα του πραξικοπήματος, έπρεπε η εσωτερική κατάσταση να καταστεί έκρυθμη. Πρώτη του φροντίδα ήταν να συντηρηθεί η ΕΟΚΑ Β’, που θα δρούσε στο εξής κάτω από τη δική του άμεση καθοδήγηση. Οι κρίσεις πλέον ήταν αλλεπάλληλες. Τον Μάρτη παρουσιάστηκε το πρόβλημα της επιλογής των δοκίμων αξιωματικών, τον Απρίλη κάνει η ΕΟΚΑ Β΄ επιδρομή στο χωριό Αγγλισίδες, τον Μάιο γίνεται των όπλων από το ΚΕΝ(Κέντρο Εκπαίδευσης Νεοσυλλέκτων) Πάφου, τον Ιούνιο η ΕΟΚΑ Β΄δολοφονεί τρεις μακαριακούς και τραυματίζει άλλους.

Παράλληλες ήταν και οι κινήσεις στην Αθήνα τον Απρίλη μέχρι τις αρχές Μαίου για την οργάνωση του πραξικοπήματος. Στο βιβλίο του Σ΄περγη αναφέρεται ότι η απόφαση ελήφθη δύο τρεις μήνες προ του πραξικοπήματος, σε σύσκεψη με τον Πρόεδρος της Δημοκρατίας Γκιζίκη, τον Πρωθυπουργό Ανδρουτσόπουλο, τον Αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων Μπονάνο και τον ταξίαρχο Ιωαννίδη.  Η εκτέλεση της απόφασης ανατέθηκε στους Μπονάνο και Ιωαννίδη. Τη διαταγή έδωσε τελικά ο Μπονάνος στους Γεωργίτση Μιχαήλ, ταξίαρχο, και Κομπόκη Κωνσταντίνο, συνταγματάρχη πεζικού. Από τα Πρακτικά της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής των Ελλήνων αναφέρεται ότι ο Γκιζίκης επιβεβαιώνει ότι η πρώτη συζήτηση για το πραξικόπημα έγινε τον Απρίλη ή τις αρχές Μαίου του 1974 και η τελευταία αποφασιστική συζήτηση έγινε σαράντα πενήντα μέρες αργότερα, δηλαδή μεταξύ10ης-20ης Ιουνίου. Λόγος για διενέργεια πραξικοπήματος έγινε και στη Λευκωσία τον Φεβρουάριο ή τον Μάρτιο του 1974. Αξιωματικοί της 21ης ΕΑΝ ναζί με ορισμένους άλλους συγκεντρώθηκαν στη Λέσχη Αξιωματικών και παρέμειναν συνομιλούντες επί τρίωρον, από τις 11:00 ως τις 14:00,για την ανατροπή του Μακαρίου. Οι αντιρρήσεις, λέγει η πληροφορία, ήταν περιορισμ΄πενες.

Ο αντιπλοίαρχος Παπαγιάννης, ναυτικός διοικητής Κύπρου «μιλούσε για ανατροπή Μακαρίου από τον Απρίλη, δηλαδή από την ίδια περίοδο που ο Ιωαννίδης με τον Γκιζίκη και τον Μπονάνο την αποφάσιζαν» (Αντώνης Κακαράς, Οι Έλληνες στρατιωτικοί, τόμος Β’,  εκδ. Παπαζήση 2006, σελ. 200). Αργότερα, έγινε λόγος για ανατροπή του Μακαρίου κατά τη διάρκεια της απουσίας του τον Μάιο στην Κίνα(17-24 Μαίου 1974). Ο στενότερος συνεργάτης του Ιωαννίδη Πηλιχός, επιβεβαιώνει ως χρόνο λήψης της απόφασης για το παραξικόπημα δύο-τρεις μήνες πριν από τη 15η Ιουλίου 1974.

Από τα στοιχεία αυτά αποδεικνύεται ότι η επιστολή του ΑρχιεπισκόπουΜακαρίου δεν είχε καμιά σχέση με το πραξικόπημα. Έπαιξε, όμως, κι αυτή ρόλο στις εξελίξεις. Χρησιμοποιήθηκε από τη χούντα για να κατηγορηθεί ο Μακάριος ότι σε μια περίοδο έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αυτός αποδυνάμωνε την Εθνική Φρουρά.

 

Τα μηνύματα

 Τα μηνύματα για ασυνήθεις κινήσεις της Εθνικής Φρουράς εκείνες τις μέρες ήταν πολλά. Υπήρχε ακόμη η πληροφορία ότι άλλαξαν τα πληρώματα των αρμάτων που εφοδιάστηκαν με πυρομαχικά και νέο σύστημα τηλεπικοινωνίας. Μέσα στην ίδια εβδομάδα, μεταξύ 7ης και 14ης Ιουλίου, έγιναν αλλαγές στις μονάδες. Δόθηκαν άδειες σε γνωστούς μακαριακούς στρατιώτες και μετακινήθηκαν προς Λευκωσία μονάδες των ΛΟΚ.

Αλλεπάλληλες πληροφορίες διοχετεύονταν από τον Πρέσβη της Κύπρου στην Αθήνα, Νίκο Κρανιδιώτη, όπως και επείγον μήνυμα την προτεραία του πραξικοπήματος από τον Αβέρωφ, μέσω του Μαγκλή, που γνωστοποιούσε και την ημερομηνία που θα γινόταν. Τα μηνύματα ή δεν λαμβάνονταν υπόψη ή δεν έφθαναν μέχρι τον Μακάριο.

Όμως το πιο εντυπωσιακό στοιχείο που σχεδόν προανήγγειλε το πραξικόπημα εμφανίστηκε με πανομοιότυπο άρθρο που δημοσιεύτηκε στον Τύπο της Αθήνας(Ακρόπολις και Ελεύθερος Λόγος) την Κυριακή 14,=.7.1974 το οποίο έλεγε: Ή που πρέπει να εγκαταλείψουμε την Κύπρο, πράγμα που δεν θα γίνει, ή που θα πρέπει να τεθεί υπό έλεγχο ο Μακάριος». Ο Ιωαννίδης, σύμφωνα με τα αρχεία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, στις 19 Ιουνίου είπε σε πηγή της CIAότι: «Ότι δεν είχε ακόμη αποφασίσει κατά πόσο θα αποσυρόταν εντελώς από την Κύπρο η θα ανατρέψει τον Μακάριο και στη συνέχεια θα ασχοληθεί απ΄ευθείας με την Τουρκία για το μέλλον των νησιών»(Μακάριος Δρουσιώτης, Η Μεγάλη Ιδέα της Μικρής Χούντας-Η ΕΟΚΑ Β΄και το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974, εκδ. Αλφάδι, 2010, σελ. 388). Την ίδια εποχή γραφόταν στους δρόμους της Λευκωσίας το σύνθημα «παρά ανεξαρτησία καλύτερα διχοτόμηση».

 Παρ΄όλα αυτά ο Μακάριος παραμένει ατάραχος και αισιόδοξος για τις εξελίξεις. Νομίζει ότι θα μπορέσει ακόμη μια φορά να ελέγξει τα πράγματα. Καλεί στις 7 Ιουλίου τον Σάββα Κωνσταντόπουλο, διευθυντή της χουντικής εφημερίδας Ελεύθερος Λόγος στην Κύπρο και διαβουλεύεται μαζί του τρόπους διαχείρισης της κρίσης. Την Παρασευή 12.7.74 διαβιβάζει προς τον Έλληνα Πρέσβη συμβιβαστική φόρμουλα για το ξεπέρασμα της.

Κινήσεις, όμως, κάνει και η χούντα όχι για να εμπλακεί σε διάλογο, αλλά για να παραπλανήσει τον Μακάριο. Ανάμεσα σε άλλα, συγκαλεί σύσκεψη το Σάββατο 13.7.74, μια σύσκεψη που δεν πραγματοποιήθηκε, γιατί στη συνέχεια έγινε το πραξικόπημα.

 

Το πραξικόπημα

Το πραξικόπημα αποτέλεσε τεράστια επιχείρηση με την εμπλοκή εκατοντάδων αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς και με το σύνολο της ΕΛΔΥΚ(Ελληνικής Δύναμης Κύπρου).

Η όλη κινητοποίηση στην τελική φάση του πραξικοπήματος, συντελέστηκε μέσα σε δώδεκα μέρες. Ο κάθε μυημένος αξιωματικός και η μονάδα του είχαν συγκεκριμένο καθήκον και στόχο. Το μόνο που ανέμεναν ήταν το σήμα της εκκίνησης. Κι όταν αυτό δόθηκε, προχώρησαν χωρίς δισταγμούς και αμφιβολίες. Μετείχαν με τόσο φανατισμό στο πραξικόπημα, που δεν λογάραιζαν ούτε κινδύνους ούτε συνέπειες. Εκτός, φυσικά, κι αν λογάριαζαν ότι θύματα θα ήσαν Έλληνες της Κύπρου και ιδιαίτερα ανάμεσα στους Μακαριακούς, για τους οποίους έτρεφαν ασυγκράτητο μίσος.

Στις συσκέψεις που προηγήθηκαν του πραξικοπήματος έγινε λόγος, τόσο από τον Ιωαννίδη όσο και από τον Μπονάνο, ότι τα θύματα θα ήσαν πολλά, όμως αυτή η πρόβλεψη δεν ήταν αρκετή για να τους κάνει να αλλάξουν σχέδια.

Πρώτοι στόχοι του πραξικοπήματος ήταν το Προεδρικό, το ΡΙΚ, οι Τηλεπικοινωνίες και το Εφεδρικό Σώμα, το αεροδρόμιο και οι φυλακές. Ήξεραν οι πραξικοπηματίες ότι η Κύπρος θα κατάρρεε, αν σκότωναν εξαρχής τον Μακάριο κι αν καταλάμβαναν το ΡΙΚ. Το μήνυμα μέσω του ΡΙΚ ότι η Εθνική Φρουρά είναι κυρίαρχη της κατάστασης και ότι ο Μακάριος είναι νεκρός είχε συγκλονιστική επίδραση στον λαό.

Οι απλοί άνθρωποι στις πόλεις και τα χωριά αισθάνονταν πια αδύναμοι και προδομένοι μπροστά σε μια αδίστακτη και εγκληματική χούντα. Η τρομοκρατία απλωνόταν με μεγάλη ταχύτητα. Ένοπλες δυνάμεις της ΕΟΚΑ Β’, οι έφεδροι, μαζί με την Εθνική Φρουρά και την ΕΛΔΥΚ καταλάμβαναν δρόμους, έκαναν συλλήψεις, που ξεπέρασαν τις 10.000. και λεηλατούσαν σπίτια. Η ΕΛΔΥΚ κατέλαβε και το αεροδρόμιο της Λευκωσίας.

Ποιοι οι ένοχοι

Είναι απίστευτο πόσοι πολλοί ενέχονται στο πραξικόπημα εναντίον της Κύπρου. Ένοχοι είναι εκείνοι που πήραν την απόφαση. Ο Δημήτρης Ιωαννίδης, αρχηγός της χούντας και ο άνθρωπος που πήρε την απόφαση και προώθησε το σχέδιο του πραξικοπήματος. Μια προδοσία για την οποία ούτε κλήθηκε να απολογηθεί ούτε ποτέ κατηγορήθηκε. Ο Φαίδων Γκιζίκης, Πρόεδρος της Δημοκρατίας επί χούντας και στην περίοδο που ακολούθησε την πτώση της, ο Αθανάσιος Ανδρουτσόπουλος, πρωθυπουργός επί χούντας του Ιωαννίδη, ο Γρηγόριος Μπονάνος, Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, ο Α. Γαλατσάνος, Αρχηγός ΓΕΣ, ο Βάσος Σκλαβενίτης, αρχηγός της ΕΟΚΑ Β’.

Εκτελεστές του πραξικοπήματος ήταν οι:Μιχαήλ Γεωργίτσης, ταξίαρχος, Κωνσταντίνος Κομπόκης, συνταγματάρχης, και ο Παύλος Παπαδάκης, υποστράτηγος, που ανακλήθηκε από τον Έβρο με μόνο προσόν ότι γνώριζε την Κύπρο και ότι έτρεφε «άσβεστο μίσος εναντίον του Μακαρίου», μας αναφέρει η Εξεταστική των πραγμάτων Επιτροπή της Ελληνικής Βουλής.

Συμμετείχαν σε σύσκεψη στο Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων ο Πηλαϊνης Χαράλαμπος, ταγματάρχης, ο Κονδύλης Ανδρέας, ταξίαρχος, και ο Πηλιχός Μιχαήλ,  αντισυνταγματάρχης. Γνώστες αλλά και εκτελεστές της μεγάλης προδοσίας ήταν και πολλοί άλλοι αξιωματικοί.

Όλοι αυτοί, σκοτεινές φυσιογνωμίες, ασήμαντες προσωπικότητες, επίορκοι αξιωματικοί, έγιναν γνωστοί με μια πράξη: την προδοσία της Κύπρου. Ψυχροί εγκληματίες και δολοφόνοι που εκτελούσαν τις διαταγές της χούντας πιστά, χωρίς να βρεθεί κάποιος να διαφωνήσει ή έστω να απειθαρχήσει στην εκτέλεση της μεγαλύτερης προδοσίας και του μεγαλύτερου εθνικού εγκλήματος ζτη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας.

Αεγότερα, μετά την εισβολή, όταν εγκατέλειψαν τους άντρες τους έρμαια στα χέρια των Τούρκων, δεν είχαν κανένα δισταγμό να δραπετεύουν και να απειθαρχούν. Οι χουντικοί αξιωματικοί ήξεραν πώς να κάνουν το πραξικόπημα, δεν ήξεραν πώς να αντιμετωπίσουν την εισβολή, όπως δεν ήξεραν τα αφεντικά τους στην Αθήνα πώς να αντιπαραταχτούν στην Τουρκία. Το πραξικόπημα διέλυσε τις αμυντικές ικανότητες της Κύπρου και η στρατιωτική ηγεσία αποδείχτηκε ανάξια και ανίκανη. Έστρεψε τις στρατιωτικές δυνάμεις σε επιθέσεις εναντίον των Τουρκοκυπριακών χωριών κι άφησε αβοήθητους εκείνους που αντιμετώπιζαν την εισβολή στην Κερύνεια. Οδήγησε τους νέους σε σφαγή και την Κύπρο σε καταστροφή. Κάποιοι αξιωματικοί έπεσαν θύματα. Κάποιοι, πολύ λίγοι, σκοτώθηκαν. Και αν υπήρξαν κάποιοι μεμονωμένοι που πολέμησαν, δεν αθωώνονται οι πραξικοπηματίες φονιάδες της Κύπρου. Τους πιο πολλούς συνοδεύουν ιστορίες άτακτης φυγής και έκφρασης αγωνίας, όχι για την Κύπρο, αλλά για τα «αμάξια και τα ψυγεία» τους. Και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που φεύγοντας από την Κύπρο μετέφεραν ναζί τους και τα κλοπιμαία από τις λεηλασίες που έκαναν τις μέρες του πραξικοπήματος.

Οι μόνες τραγικές μορφές τα παιδιά της θητείας, που σύρθηκαν στο πραξικόπημα κάτω από την απειλή της εκτέλεσης, εναντίον της ίδιας της πατρίδας και των γονιών τους. Παιδιά της Κύπρου που οδηγήθηκαν στη συνέχεια στη μεγαλύτερη σφαγή που γνώρισε η Κύπρος. Μια μάταιη θυσία που συνοδεύτηκε με την κατάκτηση εδαφών και την εκδίωξη 170.000 ανθρώπων από τις πατρογονικές τους εστίες. Μία καταστροφή που η Κύπρος ουδέποτε γνώρισε παρόμοια στη μακραίωνη ιστορία της.

Ό,τι δεν αξιώθηκαν να κάνουν η κοινωνία και η δικαιοσύνη θα πρέπει να το κάνει η ιστορία. Να καταγράψει τα ονόματα τους, για να γνωρίζει ο λαός ποιοι είναι οι καταστροφείς της Κύπρου και να ξέρουν οι ίδιοι ότι τους συνοδεύει η καταδίκη της Ιστορίας, τουλάχιστον ένα αιώνιο ανάθεμα σε όλους όσοι οργάνωσαν και μετείχαν στην πιο βδελυρή πράξη που έκανε ποτέ ο ελληνικός στρατός. Ένα ατιμώρητο έγκλημα από γνωστούς εγκληματίες που η Ελλάδα δεν θέλησε να τους τιμωρήσει. Ένα έγκλημα, μια προδοσία που θα επισκιάζει ως φάντασμα τη ζωή των ανθρώπων τηυς τωρινής γενιάς αλλά και των μελλοντικών.

 

Φόνος και πραξικόπημα

Οι πραξικοπηματίες κινήθηκαν εναντίον ενός ανεπιθύμητου γι΄αυτούς κράτους, που διέθετε ένα Σύνταγμα το οποίο οι ίδιοι αμφισβητούσαν και θεσμούς που συστηματικά υπονόμευαν.

Το μόνο που απέμενε για να εξακολουθήσει να λειτουργεί το κράτος ήταν ο Πρόεδρος, Αρχιεπίσκοπος Μακάριος. Με την εξόντωση του θα κατέρρεε ολόκληρο το οικοδόμημα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος στο ιστορικό διάγγελμα του μετά το πραξικόπημα από τον σταθμό της Πάφου έλεγε: «Στόχος του πραξικοπήματος ήμουν εγώ κι εφόσον εγώ ζω, το πραξικόπημα απέτυχε». Αυτό ήταν σωστό, στόχος του πραξικοπήματος ήταν ο ίδιος, λεία όμως ήταν η Κύπρος.

 

Εξωτερική επέμβαση

Η Χούντα προσπάθησε να εμφανίσει το πραξικόπημα ως εσωτερική υπόθεση. Θέλησε να καλύψει τις δικές της ευθύνες μεταθέτοντας τες πάνω πάνω στους ώμους εκείνων που υπέστησαν την προδοσία.

Όμως, το πραξικόπημα είχε όλα τα χαρακτηριστικά της εξωτερικής επέμβασης

-Το πραξικόπημα οργανώθηκε στην Αθήνα

-Η ηγεσία του πραξικοπήματος βρισκόταν στην Αθήνα

-Η εντολή για την έναρξη δόθηκε στην Αθήνα\-Το πραξικόπημα διενεργήθηκε από τους Έλληνες αξιωματικούς με τη στολή και τα διάσημα του Ελληνικού Στρατού.

-Στο πραξικόπημα μετείχε ενεργά η ΕΛΔΥΚ, που βρισκόταν υπό τον απόλυτο έλεγχο της ελληνικής κυβέρνησης.

Και θεατές οι Αμερικανοί, οι Ρώσοι, οι Βρετανοί κι όλοι οι άλλοι ξένοι που παρακολουθούσαν από κοντά, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, τα δραματικά γεγονότα.

Διαπράττουν βαρύτατο σφάλμα όσοι υποστηρίζουν αποσιώπηση του πραξικοπήματος και μονομερή καταγγελία της Τουρκίας. Μια τέτοια τακτική θα μας καθιστούσε συνυπεύθυνους για το πραξικόπημα και θα συγκάλυπτε, αν όχι και θα δικαιολογούσε την εισβολή.

 

Η αντίσταση

Το πραξικόπημα κατέλαβε εξ απροόπτου το κράτος και τους δημοκρατικούς πολίτες. Η επίθεση εναντίον του Προεδρικού Μεγάρου συνάντησε την αντίσταση της Προεδρικής Φρουράς. Εκεί υπήρξαν και τα πρώτα θύματα ανάμεσα στους πραξικοπηματίες και τους αστυνομικούς. Ακολούθησε επίθεση εναντίον του Εφεδρικού με αρκετά θύματα, που τερματίστηκε με την παράδοση του Αρχηγού του Παντελή Παντελή και την αιχμαλωσία των μελών του.

Η μάχη για την κατάληψη της Αρχιεπισκοπής συνεχίστηκε μέχρι τις 9μμ.

Κάποιες ομάδες στο Καϊμακλί συνέχισαν την αντίσταση μέχρι το βράδυ της Δευτέρας.

 Κ παρουσία του Μακαρίου στην Πάφο είχε συνεγείρει τον λαό, που έσπευσε να του εκφράσει την υποστήριξη του. Η πληροφορία για επικείμενη κατάληψη της Πάφου από ισχυρές δυνάμεις της Εθνικής Φρουράς που μεταφέρονταν από το Διόριος(στον βορρά) και τη Λευκωσία και ο βομβαρδισμός της πόλης από το Π/Π «Αναστάσιος Λεβέντης» υπ’ο τον Ταβλαρίδη, που βρισκόταν στη θάλασσα «έξω από την Πάφο τις πρωϊνές ώρες της της 15ης Ιουλίου», υποχρέωσε τον Αρχιεπίσκοπο να εγκαταλείψει την πόλη και να μεταβεί αρχικά στη Βάση της Δεκέλειας και στη συνέχεια στο εξωτερικό. Αυτό σήμανε και το τέλος της αντίστασης στην Πάφο τη νύχτα της Τρίτης.

Η Κυριακή, 14.7.74, ήταν η τελευταία Κυριακή τ5ης ενιαίας ειρηνικής Κύπρου. Από την επόμενη Κυριακή, 21.7.1974, ο Αττίλας πατούσε στη΄ν Κύπρο και χάραζε τη γρασμμή της διαίρεσης, της καταστροφής, του πένθους. Το πραξικόπημα υπήρξε ένα γεγονός που άλλαξε την ιστορία της Κύπρου, που προκάλεσε τη διακοπή της ιστορικής συνέχειας χιλιάδων χρόνων. Η μία και αδιαίρετη Κύπρος έγινε, πριν περάσει μια εβδομάδα από τις 15 Ιουλίου 1974. «βορράς και νότος, ελεύθερα και κατεχόμενα εδάφη». Μάζεψε ο τόπος πολλή θλίψη και πένθη. Κάποιες λέξεις απόκτησαν το νόημα με τραγικές προεκτάσεις: πρόσφυγες, εγκλωβισμένοι και αγνοούμενοι.

Η Κύπρος που υπήρχε πριν από τις 13 Ιουλίου 1974 ήταν μια άλλη Κύπρος. Η ιστορία της Κύπρου στο εξής θα ταξινομείται στην προ του 1974 και τη μετά το 1974 περίοδο. Όπως ακριβώς λέμε στην προ Χριστού και μετά Χριστόν εποχή.

………………………………………………………..

Τάκης Χατζηδημητρίου, ο «διαφωτιστής» της Κύπρου

Ο Τάκης Χατζηδημητρίου θεωρείται ο Κύπριος «διαφωτιστής». Με τα οκτώ βιβλία του ανασκάλισε και ξανάγραψε του τόπου κατά τον τελευταίο αιώνα(Χρ.Χ.).

Ο Τάκης Χατζηδημητρίου γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1934. Είναι έγγαμος με δύο παιδιά. Το 1951-1952 διετέλεσε Γραμματέας της ΠΕΟΝ(Παγκύπρια Εθνική Οργάνωση Νέων) Λευκωσίας. Σπούδασε Οδοντιατρική στην Αθήνα και υπήρξε Γενικός Γραμματέας της ΔΕΣΠΑ(Διοικούσα Επιτροπή Συλλόγων Πανεπιστημίου Αθηνών). Μέλος της συντακτικής επιτροπής και υπεύθυνος έκδοσης του λογοτεχνικού περιοδικού Κυπριακά Χρονικά(1960-1972). Γραμματέας της Επιτροπής Αποκατάστασης της Δημοκρατίας στην Ελλάδα. Ιδρυτικό μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος ΕΔΕΚ, 1969-2004. Σε αυτήν την περίοδο υπήρξε Αντιπρόεδρος και βουλευτής του κόμματος, από το οποίο αποχώρησε εξαιτίας της θέσης του κατά του Σχεδίου Ανάν για λύση του Κυπριακού. Πρόεδρος της Υποεπιτροπής Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Συμβουλίου της Ευρώπης/  Το 2003 διετέλεσε Συντονιστής Εναρμόνισης με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο. Το διάστημα 2008-2022 διετέλεσε πρόεδρος της Ελληνοκυπριακής πλευράς στη Διακοινοτική Επιτροπή για την Διάσωση της Πολιτιστικής Κληρονομιάς, έργο για το οποίο έλαβε διεθνή αναγνώριση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Europa Nostra. Το 2022 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας του απένειμε το Μετάλλιο «Εξαίρετης Προσφοράς» της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου