Η αληθινή ιστορία της Αννούλας της Αδριανουπολίτισσας, ένα λογοτεχνικό-βιογραφικό ντοκουμέντο για τον ελληνισμό της ιστορικής πολιτείας της Θράκης.
Μια αυθεντική ματιά και περιγραφή μιας μεγάλης περιόδου που σφράγισε την πορεία του Θρακικού Ελληνισμού, που θα άλλαζε τη ζωή της ηρωίδας κα της οικογένειάς της, που δοκιμάστηκε σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες αλλά ποτέ δεν έχασε τη συνοχή και τον προορισμό της.
Ας δούμε όμως την ηρωίδα του βιβλίου μέσα από το ημερολόγιο της και τη μυθοπλασία της Νάνσυ Καλφούδη –Παπάκου.
ΑΝΝΟΥΛΑ
Αληθινή ιστορία
Η Αννούλα τα είχε όλα, ομορφιά, φινέτσα, πνεύμα! Είχε όμως και κάτι άλλο, σπάνιο και ανεκτίμητο, είχε μια δική της ακτινοβολία που φώτιζε τα πάντα και οδηγούσε σε ένα κρεσέντο κεφιού, σοφίας και ανθρώπινης επικοινωνίας.
Όποιος ευτύχισε να τη γνωρίσει από κοντά, αντιλαμβανόταν από νωρίς το φωτοστέφανο της λαμπρής της μοναδικότητας. Άκουγε τις ιστορίες της για την αξιοθαύμαστη διαδρομή της από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης της νεότερης ελληνικής πόλης, της Νέας Ορεστιάδας, μέχρι και το αγαπημένο της δίπορτο Αλεξανδρούπολη – Θεσσαλονίκη, κάθε φορά διανθισμένες, με εντυπωσιακές εικόνες και κάπου –κάπου και με μουσική επένδυση.
Ερμήνευε τον κόσμο με τα δικά της μέτρα κα σταθμά, λες και ζούσε στο δικό της παράλληλο σύμπαν. Κι όλο εκείνο το φεγγοβόλο πολύχρωμο μπουκέτο, σου το ’δινε πρόθυμα να το μυρίσεις και στο τέλος το χάριζε.
…πάντοτε η επιθυμία της ήταν να βοηθάει και να προσφέρει σε όλους.
Αυτή ήταν και παρέμεινε για όλους η Αννούλα μας!
…η οικογένεια του Σωτήρη και της Αμαλίας Μπέδρελη.
Όλα αυτά μέσα στη γενική ευφορία του μας είχε φέρει στην Αδριανούπολη και η άφιξη του Βενιζέλου! Σας το είπα ήδη, προηγουμένως. «Οι Έλληνες εδώ ήταν πολύ ευχαριστημένοι από την υποστήριξη του Ελευθερίου Βενιζέλου, τον αγαπούσαν πολύ και το έλεγαν με καμάρι, “είμαστε εμείς εδώ όλοι Βενιζελικοί”. Σε κάθε σπίτι είχαν κρεμάσει σε περίοπτο μέρος από μια μεγάλη φωτογραφία του Βενιζέλου. Εκτός αυτού βέβαια, είχε έρθει στην πόλη μας αρκετός ελληνικός στρατός και όλοι άρχισαν πλέον να αναπνέουν τον αέρα της ελευθερίας! Όλοι, ενωμένοι και αγαπημένοι κάναμε όνειρα για την πατρίδα τους την Αδριανούπολη!»
………….
Κάθε κομμάτι του βιβλίου αξίζει υπογράμμισης. Είναι μια μαρτυρία, ένα τεκμήριο εποχής και των συνθηκών της. Η ηρωίδα του βιβλίου μεγαλώνει και ωριμάζει με τη ίδρυση της Νέας Ορεστιάδας. Μας δίνει την ατμόσφαιρα της κοινωνικής και επαγγελματικής ζωής. Ένα βιβλίο γεμάτο μυρωδιές και γεύσεις που διαμορφώνουν την πλούσια κοινή μας γευστική και γαστρονομική μνήμη. Σε χαρές και λύπες η τοπική γαστρονομία είναι εκεί για να μας απογειώσει τη χαρά και να απαλύνει τη λύπη μας με την μυσταγωγική κοινή βρώση, που είναι ο πλέον αρχετυπικός δεσμός μας, ένας ύμνος στην επιβίωση μας από τις πιο σκοτεινές εποχές της ανθρωπότητας.
Η Αννούλα είναι η «Λωξάνδρα της Αδριανούπολης, της Νέας Ορεστιάδας», όπου θα εγκατασταθεί η οικογένεια του Σωτήρη Μπέδρελη, όπου μαζί με τους γιούς του, Γιώργο και Χριστόδουλο, θα ξεκινήσει και πάλι τον αγώνα για μια καλύτερη ζωή από την οποία δεν θα λείπουν και πάλι οι κακές στιγμές αλλά η οικογένεια θα πάρει το δρόμο της ευημερίας με πολλές καλές στιγμές και αξίες που θα δείξουν το δρόμο της προκοπής στις επόμενες γενιές.
Αξίζουν πολλά συγχαρητήρια στην κόρη της Αννούλας, την κυρία Μαίρη Γερασίμου –Τσικουδή που τίμησε τη λατρεμένη μητέρα της και χάρισε στην πατρίδα της τη Θράκη ένα τεκμήριο μνήμης και πολιτισμού εμπιστευόμενη το ημερολόγιο και τις μνήμες της οικογένειας στη συγγραφέα Νάνσυ Καλφούδη –Τσικούδη, η οποία τις μετάπλασε σε ένα ξεχωριστό λογοτεχνικό μνημείο για τον κόσμο που εκπροσωπούσε η ηρωίδα του, η Αννούλα, που γίνεται ο φορέας μνήμης ενός τρόπου ζωής, που θα βοηθήσει τους πρόφυγες Θρακιώτες να βρουν το κουράγιο και τη δύναμη να φτιάξουν τη ζωή τους ξανά και ξανά!
Κόρη (Μαίρη Γερασίμου) και συγγραφέας (Νάνσυ Καλφούδη Πατάκου) διατηρούν ολοζώντανο το πνεύμα της Αννούλας, που είχε τη σωστή πλοήγηση κι εκείνη τη διεισδυτική ματιά για να αποτυπώσει τη σκοτεινή πλευρά της μεταπολεμικής Ελλάδας, που διαμορφώθηκε πάνω στα ερείπια του εμφυλίου πολέμου, που θα μπορούσε να ταλαιπωρήσει πολλούς συνανθρώπους μας «διασήμαντον αφορμήν»!
Το βιβλίο είναι μια ανατομία του μετεμφυλιακού μεταπολεμικού μοντέλου και πολύ περισσότερα υπαινίσσεται και υπονοεί μέσα από το ημερολόγιο της η Αννούλα απ’ αυτά που καταθέτει μέσα από τα γραφόμενά της.
Οι δυσκολίες όμως υπάρχουν για να τις ξεπερνάμε και να αντιμετωπίζουμε με έναν θετικό τρόπο σκέψης. Να μπορείς να υπομένεις και να αντιδράς την ώρα που πρέπει αποφεύγοντας τις κακοτοπιές, γιατί συνήθως τα πράγμα μπορεί να γίνουν και χειρότερα. Και μαζί με την ορθή επιλογή αυτών που θα είναι κοντά μας θα πρέπει να αποφεύγουμε τους κακούς ανθρώπους, που πολύ εύκολα μετατρέπονται σε …. τέρατα.
Όλα αυτά τα είδε και κυρίως τα βίωσε η Αννούλα στην πολυκύμαντη ζωή της, ώσπου να βρει τα απάνεμα καταφύγια της, αλλά η ζωή ποτέ δεν σταματάει μαζί με τις χαρές να μας δίνει μεγάλες δοκιμασίες και λύπες. Αυτά, όμως, είναι τα παιχνίδια της μοίρας που μπορεί να μας οδηγεί σε απίστευτες τραγωδίες και ανατροπές.
Ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί και να παρουσιαστεί στις αγαπημένες πόλεις που σφράγισαν τη ζωή τη δική της και των μελών της οικογένειας της, στη Νέα Ορεστιάδα, την Αλεξανδρούπολη και τη Θεσσαλονίκη.
* * *
Ο αγαπητός φίλος Σωτήρης άγγιξε και πάλι ευαίσθητες χορδές με την αναφορά του στον «Βορέα», που ήταν ένα εκδοτικό-λογοτεχνικό-πολιτιστικό εγχείρημα πολλαπλού και υψηλού συμβολισμού, η δε έδρα του, το Σπήλαιο Τριγώνου Ορεστιάδας θα περνούσε στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, όταν η καθηγήτρια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ) θα έκανε ειδική μνεία στον «Βορέα» με αφορμή το αφιέρωμα του για το ανολοκλήρωτο μυθιστόρημα της Διδώς Σωτηρίου «Τα παιδιά του Σπάρτακου», που ολοκληρώθηκε από την ίδια και είχαμε την τιμή να το παρουσιάσουμε σε Σουφλί και Αλεξανδρούπολη με τη συμμετοχή της Έρης Σταυροπούλου και του γιου του Νίκου Μπελογιάννη και της Έλης Παππά, Νίκου Μπελογιάννη. Ένας ύμνος για τον αγώνα των μεταξο-εργατριών που δούλευαν στο μεταξουργείο του Τζίβρε, λίγα μέτρα μακριά από τον χώρο παρουσίασης του μυθιστορήματος στο Μουσείο Τέχνης Μεταξιού του Γιώργου Τσιακίρη.
Ο δημοφιλής και πολυδιαβασμένος δημοσιογράφος, μυθιστοριογράφος και θεατρικός συγγραφέας Γιάννης Ξανθούλης ήταν γενναιόδωρος και δεν ήταν η πρώτη φορά, που θα έγραφε στη στήλη του «Τα Σαββατιάτικα» για τον «Βορέα» και τη σημασία του εγχειρήματος για τη Θράκη. Χαρακτηριστικό το απόσπασμα του κειμένου του:
* * *
Ο ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΒΟΡΕΑ
Ας αφήσουμε τώρα τον θαυμαστό κόσμο της ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ ΕΥΕΞΙΑ κι ας δούμε ποιος είναι ο «ΒΟΡΕΑΣ».
Ο «ΒΟΡΕΑΣ» είναι ένα μερακλίδικο κυριολεκτικά περιοδικό που εκδίδεται στον ΈΒΡΟ με σκοπό την κοινωνική, την πολιτιστική και τουριστική προβολή της περιοχής. Αξιώσεων περιοδικό μηνιαίο με τιμονιέρη τον έμπειρο Σταύρο Παπαθανάκη. Ψηλά στην Ορεστιάδα στήνεται με κόπο και άγριες θυσίες από μια μεγάλη ομάδα σημαντικών συνεργατών, έχοντας απλωμένες τις κεραίες του σε όλη την ευρύτερη περιοχή. Πάει καιρός που αποκαθηλώνεται η άποψη πως ο Έβρος είναι τόπος εξορίας των Παλαιό-ελλαδιτών κι αυτό αποδεικνύεται καθημερινά. Στον «ΒΟΡΕΑ» (Απ’ τον «βοριά») τα μίζερα επαρχιακά κλισέ πέφτουν, ο «Έβρος» βγάζει γλώσσα –επιτέλους- προς τους ηγεμόνες και ηγεμονίσκους, ΕΝΩ παράλληλα ευαισθητοποιεί το δυνατόν τους αυτόχθονες να υπερασπιστούν σε όλα τα επίπεδα τα δίκια τους. Προβάλλονται επίσης προσωπικότητες ντόπιες, απ’ όλους τους τομείς, κι αποτυπώνονται φωτογραφικά χώροι, κτίσματα, πραγματικά σημεία αναφορά για την πολιτιστική και αισθηματική παρακαταθήκη του τόπου. Ο Σταύρος Παπαθανάκης, με σημαντική παρουσία εκδοτική, από χρόνια, για την προώθηση των θρακικών δεδομένων, με τον «ΒΟΡΕΑ» του αποδεικνύει πόσο πιστός παραμένει στο δοκιμασμένο από λογής λογής παρανοήσεις εβρίτικο τοπίο. Καιρός λοιπόν να μάθουν οι Έλληνες τι είναι το Τρίγωνο και πως τα φέρνει βόλτα ο Δήμος Τριγώνου αλλά και οι υπόλοιποι δήμοι της υπερβόρειας πατρίδας μας, πως ζουν οι άνθρωποι και τι ελπίζουν εκεί πάνω ανάμεσα σε δυνατά συνοριακά ποτάμια. Και τσουχτερές καιρικές συνθήκες που ενδυναμώνουν το πείσμα και φανατίζουν τον έρωτα για τη γη τους.
Αλλά κι εμείς που ζούμε μακριά απ’ τη γενέθλια γη (επιτρέψτε μου να είμαι μελοδραματικός) περιοδικά σαν τον «ΒΟΡΕΑ» τα νιώθουμε εξόχως τονωτικά για το θρακικό-εβρίτικο ηθικό μας.
Φυσικά, χωρίς τις θυσίες του φίλου Σταύρου τα πράγματα θα ήταν αλλιώς. Όμως να που υπάρχουν οι οραματιστές –κι ευτυχώς υπάρχουν κι άλλοι- που καταφέρνουν να μας εκπλήσσουν σ’ αυτούς τους επίπεδους καιρούς των «σκηνωμάτων» συμπατριωτών.
* * *
Στο μεταξύ κι επειδή η έντυπη έκδοση είχε γίνει δυσβάσταχτη οικονομικά και με ποικίλες επιπτώσεις, έπρεπε να σταματήσει. Η ηλεκτρονική έκδοση με το ΒΟΡΕΑΣmagazin είναι μια συνέχεια που ενσωματώνει μια σημαντική εκδοτική-δημοσιογραφική- πολιτιστική εμπειρία πολλών δεκαετιών. «Ο κύκλος του Βορέα» έχει διευρυνθεί και κυρίως έχει δοκιμαστεί στο χώρο και το χρόνο και δεν κινδυνεύει να λυγίσει από οικονομικά βάρη, γιατί οι νέες τεχνολογίες μας επιτρέπουν με τα ελάχιστα οικονομικά μέσα να μπορούμε να είμαστε «ζωντανοί στη σκηνή» και να συμβάλλουμε στην ανάδειξη του τοπικού μας πολιτισμού και κυρίως του καταπληκτικού ανθρώπινου δυναμικού που χαιρόμαστε να το ανακαλύπτουμε κα να μας εκπλήσσει με τις ικανότητες και τις δυνατότητές του. Αυτή είναι η συνεισφορά του «Βορέα» που θα συνεχιστεί μέχρι εκεί που θα καίει το καντήλι της δημιουργίας. Και δεν είναι μόνο το παρελθόν αλλά και το παρόν κι ακόμη περισσότερο το μέλλον. Πιστεύουμε στη νέα γενιά της Θράκης. Την εμπιστευόμαστε απόλυτα. Μπορούν να κάνουν πολλά για τον τόπο τους, αρκεί και ο τόπος μας να μην είναι μια κακή μητριά για τους ανθρώπους του. Κάποια στιγμή θα πρέπει να κατεβούμε από το Γράμμο και το Βίτσι και να εγκαταλείψουμε τους διχασμούς που καταπνίγουν τις ζωντανές δυνάμεις του τόπου μας. Ας διαβάσουμε, ξανά και ξανά, για να κατανοήσουμε, γιατί ακριβώς είμαστε «Συνδεδεμένοι», όπως γράφει ο ομογενής πανεπιστημιακός στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής Νίκολας Χρηστάκης με το βιβλίο του μας έδωσε ένα εργαλείο αποκωδικοποίησης μιας πολυσύνθετης και πολυπρισματικής παγκόσμιας πραγματικότητας. Τα δίκτυα είναι μεγάλη πρόκληση του 21ου αιώνα που θα απογειωθούν. Νέοι άνθρωποι του τόπου μας επιχειρούν μεγάλα διανοητικά επιστημονικά άλματα και σίγουρα ποτέ δεν θα εργαστούν στην Ελλάδα ή σε μια επαρχιακή πόλη αλλά αν υπάρχουν διευρυμένοι ορίζοντες στη θεσμική εκπροσώπηση, με τη βοήθεια των νέων τεχνολογιών θα μπορούν να βρίσκονται σε διαρκή επικοινωνία και συνεργασία και να μας δώσουν ανεκτίμητη ώθηση στο επιστημονικό τους πεδίο. Είναι ο Έβρος, είναι η Θράκη που θέλουμε. Γι’ αυτό τον αγώνα μπορούμε να δώσουμε όλοι μας τον καλύτερο εαυτό μας.
....................................................................................................................................................
ΑΠΟ ΜΙΑN ΑΠΡΟΣΕΞΙΑ
Γιώργος Μουφλουζέλης
1η Μαρτίου ’22
Νέα Ορεστιάδα
Άντε καλά. Το δέχομαι, αλλά θα το κάνω μόνο αυτή τη φορά. Κι ας με συγχωρήσει ο αδερφικός μου φίλος Τ. Θωμ.. Ακόμα και την υπογραφή μου θα την αραδιάσω συγκοπτόμενη, πετσοκομμένη, αλλά όχι λόγο-κρυμμένη!
Πριν μπω κατ’ ευθείαν στο θέμα, ξέρετε δα τρελαίνομαι για μακρόσυρτες εισαγωγές και επιμήκεις προλόγους, δήθεν λογοτεχνικούς, πούτιν υπόθεση της σύστοιχης ανάρτησης, ελάχιστα ενδιαφέρουν, συνήθως και που είναι και η κύρια αιτία οι νευρικοί και πεταχτούληδες «γκούγκληδες» να βαριούνται και να μην συνεχίζουν. Και που υποχρεώνουν τον ίδιο τον Σταύρο τον Παπαθανάκη, όσο μαέστρος και να ’ναι να τρέχει να ’βρει συνδετήρες και λογοτεχνικές γεφυρούλες για να μας (σας) παρουσιάζει άρτια και οικοδομήσιμη την ανάρτηση, που πρόκειται να γεμίσει την τρέχουσα επικαιρότητα του Βορέα. Ενώ κάλλιστα θα μπορούσε να πετάξει δυο-τρία ευτράπελα και πιασάρικα θέματα απ’ τα ΤΙΚ ΤΟΚ…
Για πρώτη φορά, όλα τα γεγονότα (τριών, τεσσάρων; Ημερών) που θα σας παρουσιάσω και βέβαια από την δική μου, καθαρά σκοπιά, θα είναι εντελώς απαλλαγμένα από οποιαδήποτε προσθήκη-φτιασίδι-ψιμήθι-σαλτσίτσα και μόνο ο καθ’ ύλην αρμόδιος εκδότης μας θα έχει το «ελεύθερα» όπως πάντα κι αυτή τη φορά, λόγω των γεγονότων να πάρει κατιμάδες και κόκκαλα και να μας φτιάξει την σπεσιαλιτέ που όλοι λιμπιζόμαστε. Και λιγουρευόμαστε…
Θα ξεκινήσω από τα δυο αηδόνια. Σας τα συστήνω ευχαρίστως, αλλά θα χρησιμοποιήσω πεζά λόγια, τα συναισθηματικά ντεμαράζ τα ’χω για αργότερα. Αρχικά: εδώ και δέκα χρόνια φτιάχνω τα δόντια μου. Αλλά, προς Θεού, όχι μόνο δεν εγκαλώ τον προσωπικό μου οδοντίατρο, απεναντίας είναι ο ορισμός του άψογου επιστήμονα-επαγγελματία οδοντίατρου αλλά ορίστε τι έλεγε η συγχωρεμένη η θεία μου η Μαρία: «Εμμ, στο σόι μας, απ’ τη μεριά των 40 Εκκλησιών-χωρίου Πέτρα, έπιαναν από νωρίς … πέτρα τα δόντια μας και ιδίως από τότε που ρίξαμε την μαύρη πέτρα στα σπίτια μας και χτίσαμε την Νέα Ορεστιάδα, με κύριο υλικό τις πέτρες του Κάραγατς και τα καραγάτσια της Θράσσας γης! Κι εγώ, θα ήταν πολύ περίεργο να αποτελέσω αυθαδέστατα την φωτεινή εξαίρεση!
Δέκα χρόνια πάνε-έλα στον Α.Π. προσέξτε. Πάνω που βρεθήκαμε στην τελική πρόβα-τζενεράλε, όταν φτάναμε στο παρά ’5, άφηνα στα κρύα του λουτρού τον γιατρό μου και στον πάγκο τον οδοντοτεχνίτη του. Κι από μακριά θα ’δειχναν για κατάλευκοι καπλαμάδες, θα τα ’βλεπε η Ζήνα Κουτσελίνη και θ’ άρχιζε από ήπια ηρεμιστικά. Δηλαδή, έναν μήνα κάθε χρόνο και για λόγους καθαρά αισθητικούς-έναντι της συζύγου- καταλαβαίνετε, έπαιρνα μαξιλάρι και λοιπά μπάρμπαλα κα αυτοεξοριζόμουνα στο δωμάτιο της κορούλας μου, στο κρεβατάκι της. Κι όταν έμπαινε η άνοιξη, γυχ, γυχ, γυχ, και τύχαινε ο μήνας ο κρίσιμος του αποχωρισμού, έπεφτα πάνω στην πανδαισία, κάθε πρωί ενωρίς, των αηδονιών και πεύκων. Θα ‘ναι δυο σίγουρα, σκεφτόμουνα, όχι ένα θα είχε πολλή θλίψη, για τρία δεν το ’κοβα, στους δυο τρίτος δεν… Παραλίγο να ξεχάσω να σας το υπογραμμίσω ότι η κυρίως κρεββατοκάμαρή μας «βλέπει» και «ακούει» την αυλή.
Δείτε, λοιπόν. Αυτές τις ημέρες περίμενα, αδημονούσα ακριβέστερα, να μου στείλει η ξαδέρφη μου Μαίρη Γερασίμου -Τσικούδη τα τρία πρώτα τεύχη του βιβλίου της «Η ΑΝΝΟΥΛΑ» μας, ένα στην αδελφή μου, ένα σε μένα κι ένα για τον Σταύρο τον Παπαθανάκη, με τον οποίο είχε και τηλεφωνικές επαφές. Από την αγωνία μου, πηγαίνω και ρίχνω χαράματα κάτω από την πόρτα της εταιρίας αυτής, 100 μέτρα απόσταση από τη δουλειά μου το εξής ευγενικό μπιλιετάκι: «Παράκληση θερμή, εκ των πρώτων δεμάτων που θα μοιράσετε, μόλις έρθει το φορτηγό σας απ’ τη Θεσσαλονίκη, ας είναι και το δικό μου, έχει αποστολέα την κυρία Μαίρη Γερασίμου –Τσικούδη, περιέχει υπερπολύτιμα έγγραφα που χρήζουν κατεπείγουσας απάντησης, έγγραφης κι αυτής και μάλιστα αυθημερόν, εί δυνατόν με το δικό σας πρακτορείο, δεν έχω την απαίτηση το φορτηγό να ’ναι το ίδιο, ο οδηγός του θα ’ναι κουρασμένος ο καημενούλης». Ευχαριστώ προκαταβολικά, κ.λ.π.
Εντάξει φίλοι μου αναγνώστες, το τελευταίο αυτό με την … κούραση του οδηγού το πρόσθεσα τώρα, να μεριάσω και την δική σας αναμονή, μην έχουμε τίποτε κρίσεις Έψιλον και άλλες δυσάρεστες καταστάσεις. Βρε περνάει το μεσημέρι, η ξαδέλφη μου μηνύματα: «τι έγινε, τα παρέλαβες;…» βρε έρχεται το απόγευμα, τα νέα μηνύματα: «Μήπως χάθηκε το δέμα, μήπως το φορτηγό έπαθε λάστιχο στην Ασπροβάλτα –ο αιώνιος ενδιάμεσος σταθμός του άξονα Έβρος –Θεσσαλονίκη, μήπως πήγε στο Άργος το Ορεστικό;». Τίποτα. Αναγκάζομαι κι εγώ, ενωρίς το απόγευμα, μπάστακας έξω από την πόρτα τους (παραδίπλα αμέριμνος, νομίζεις ότι είναι κλειδωμένη, ρίχνεις μέσα μια σεμνή (ε, ναι, έχουμε κι ένα άλφα τακτ…) ματιά, βλέπεις πρόσωπα νυσταγμένα απ’ το απόγευμα και σπρώχνεις ανάποδα στη λαβή…
- Κύριε μου, ανοίξτε, δεν τρώμε ανθρώπους, είμαστε η δεύτερη βάρδια της ημέρας… Μπλα, μπλα, εγώ δεν… Πηγαίνετε σεις στη δουλειά σας, στο Πύθιο δεν κάθεσθε;
Μη σας πολυλογώ, δεν αξίζει, μια ώρα μετά η ώρα 7, η ίδια νυσταγμένη φωνή, αυτή τη φορά από σταθερό:
-«Ο κύριος Μπερδέλης; Μολών λαβέ, κύριε, το βρήκαμε, το κρατάμε στα χέρια μας».
Της απαντώ «Μα εγώ μολών; Εσείς … κολλήσατε», τέλος πάντων το πήρα τελικά. Αμέ; Άντε, πάλι, μην ξαναρχίσω τα υμνολόγια μου για τα ΚΤΕΛ και τον ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ας το κόψουμε στο γλυκό.
Κάνω ευθύς βιντεοκλήση στο κινητό της, τέλος πάντων καταλαβαίνετε, η συγκίνησή μας θόλωσε αμφότερα τα καντράν των τηλεφώνων μας- τάμπλετ είχα μάθει από την ίδια, ότι λέγονται. Σαν τα γυαλιά μας με τις μάσκες COVIT-19 θόλωσαν… Αργά το βράδυ και με την πρόχειρη (πάντα) οδοντοστοιχία μου πέφτω, όχι για ύπνο, να ’χω κι εγώ (και πριν από τον Σταύρο…) την πρωτιά του πρώτου αναγνώστη. Και τ’ ορκίζομαι, είχα την ίδια λαχτάρα των πρώτων παιδικών μας κόμικς, να ρουφήξω το βιβλίο πρώτος και την επομένη να απαντώ εύκολα στις ερωτήσεις της συζύγου (θα δείτε παρακάτω…)
Γύρω στις 5 και μισή στην σελίδα 266 (εκεί που γράφει «στους δύο Σώτους μου, τον ανεψιό μου και τον γιό μου…»), όταν άρχισε να κελαηδεί το πρώτο μου αηδόνι. Κι είμαι σίγουρος ότι είναι το ίδιο από τότε, που είχαν φύγει για σπουδές τα παιδιά μου. Κι αμέσως μετά το δεύτερο, σίγουρα δυο είναι φίλες μου και φίλοι, δυο είναι σίγουρα, με διακριτές νότες, στο ίδιο πεντάγραμμο, το ένα αφήνει να τελειώσει το άλλο, μ’ έναν σεβασμό που είμαι σίγουρος πως θα αποτελέσει τον καμβά για μελλοντικές μας αναψηλαφήσεις. Πανδαισία, σας λέω, χάνετε. Δείτε επί λέξει την επαύριον Σάββατο, 26 Φεβρουαρίου πως περιέγραφα τα σχόλιά μου για το βιβλίο.
Κι ακούω το πρώτο αηδόνι για φέτο… Κι αμέσως μετά το άλλο, το δεύτερο, το ταίρι του. Κι είναι απ’ το ίδιο μέρος που κοιμόντουσαν τα κορίτσια μας, τα κορίτσια της οικογένειας κι η ΑΝΝΟΥΛΑ ΜΑΣ, Η ΟΛΓΙΤΣΑ ΜΑΣ ΚΙ Η ΡΟΥΛΑ ΜΑΣ… Από βορειοανατολική συντεταγμένη, απ’ την αιώνια Αδριανούπολη, το κρεμαστάρι των ψυχών μας… Και φίλτατοι αναγνώστες μου, την αμαρτία μου θα την πω, πάντα έστηνα αφτί και για κανένα τρίτο. Του κάκου, βέβαια. Αλλά, να, μόλις τέλειωσα και την τελευταία σελίδα της «ΑΝΝΟΥΛΑΣ» και το ’κλεισα κοιτάζοντας πια έξω το πλαγιαστό μισοφέγγαρο της ανατολής, ΤΟΤΕ ΤΟ ΕΝΟΙΩΣΑ. ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΣΤΗΘΙΑ ΜΟΥ. Primo secondo το ίδιο πάντα, απ’ τα παλιά χρόνια, φιμωμένο μα έτοιμο να «πεταρίσει» προς την ελευθερία: Όλοι οι Θρακιώτες το έχουν μέσα στα στήθια τους. Για λίγο βγήκε το 2000 στο Μιλλένιουμ του κόσμου, βγήκε στο καγκελάκι του παγκόσμιου Θράκα ψάλτη του Χρόνη Αηδονίδη κι άφησε άφωνους δικούς μας τε και βάρβαρους… Κι έτσι ήρθαν όλες μαζί οι νότε της πανδαισίας εκείνης με των πεύκων το σιγοντάρισμα. Ήρθαν και συντρόφευσαν την περιπλάνηση ενός ονείρου που αξίζει να τα ζήσουμε όλοι μας. Κι είπα τότε αβίαστα, σχεδόν πεισματικά:
ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΝΑ ΜΠΑΙΝΕΙ Η ΑΝΟΙΞΗ
ΟΥΡΑΝΟΥ ΚΑΤΑΝΥΞΗ ΣΤΑ ΞΑΦΝΙΚΑ…
Τώρα μόλις, καταλαβαίνετε με τι απερίγραπτες προϋποθέσεις ξεκίναγα το Σάββατό μου. Πρώτος πρώτος ο γαμπρός μου (επ’ αδελφή) Θ. Μελ. Του …εγχείρησα το δεύτερο (τη τάξει…) βιβλίο, μαζί με 2 λίτρα αγελαδινό γάλα, μην ψάχνετε για ενδελεχέστερες λεπτομέρειες, πέφτετε σαν χάνοι σε προσωπικά δεδομένα, σας κλαίω από τώρα, από σήμερα θα σας ορθώνω ένα σωρό «ΑΒΑΤΟΝ» και κανονίστε την πορεία σας. Αλλά για τελευταία φορά σας το κάνω το χατίρι: Έχω στις Καστανιές μια υπέροχη οικογένεια που κάποτε θα πρέπει να πάρει το βραβείο ΦΙΛΟΤΙΜΟΥ. Λοιπόν, επειδή στο παρελθόν την μακαρίτισσα μητέρα τους την είχα πει : «Λοιπόν, κυρία Αναστασία, μόλις πληροφορήθηκα ότι η πεθερά σου χειρουργήθηκε με επιτυχία για οξεία παγκρεατίτιδα (οι έτοιμοι να κριτικάρουν εν τάξει, πρώτα την «ηρεμούν» φαρμακευτικά κι έπειτα την χειρουργούν, αμάν). Λοιπόν, από σήμερα και μέχρι τέλους της χρονιάς, ό,τι εξετάσεις κάνεις θα τις κάνεις δωρεάν σε μένα. Οι ίδιοι κακοήθεις αιώνιοι αντιρρησίες των δικών τους συνειδήσεων θα αντιτείνουν. «Εμ βέβαια, της έταξες ολ’ αυτά την προπαραμονή των Χριστουγέννων». Που λέτε και τελειώνω, έκτοτε με φλομώνουν με αυγά, πουλερικά, γλυκά κουταλιού, αμπελόφυλλα και κυρίως γάλα αγελαδινό. Αλλά, αλλοίμονο, την προηγούμενη βδομάδα μου το ’σκασαν το μυστικό: Γιατρέ μου, κανόνισε την πορεία σου. Μας έχει μείνει μόνο μια μόνη αγελάδα! Αααα, γι’ αυτό την τελευταία φορά που ο γιός της κόρης της, ζήτησε και πέρασε στην αυλή μας, επιθεώρησε αδιάκριτα το γκαζόν και το παλιό μας το κοτέτσι και είπε, μονολογώντας, σχεδόν: Το τι θα τρώει, που θα κοιμάται το βλέπω. Που θα τα κάνει, το βλέπω χλωμά!!!
-Θα γυρίσεις και θα πας σπίτι σου; τον ρώτησα.
- Ε όχι, βέβαια, από κει έρχομαι. Θα πάω Ρίζια.
Θα πήγαινε, υπολογίζω, να σκάψει τα εναπομείναντα 4 (τέσσερα) τετραγωνικά μέτρα αυλής κι ήταν μέσα στα γέλια, όχι φυσικά για το σκάψιμο αλλά σίγουρα για τα 4…
Στο κατόπιν, έσκασε μύτη κι ένας λεβένταρος Θρακιώτης, να τον βλέπουν οι σύγχρονοι εύζωνοι της προεδρικής φρουράς και να ζηλεύουν. Σας δίνω τα αρχικά του Κ. Θεο… τέταρτο γράμμα δεν δίδω, το θεωρώ καθοριστικό. Με τον φίλο αυτό κάνουμε εκτενείς συζητήσεις για την τρέχουσα εθνική και τοπική επικαιρότητα, αν τον έπαιρναν μυρουδιά στα καίρια υπουργεία κάτω θα του παραχωρούσαν θέση και γενικού γραμματέα. Χθες, ήταν φειδωλός έως μουγκός. Μου λέει:
«Ας συζητήσουμε καλύτερα για τα αντισώματα έναντι του κορωνοϊού, σήμερα, ας μην πούμε τίποτε για τους έλληνες ομογενείς της Ουκρανίας. Κι όπως θα διαπιστώσετε φίλες μου και φίλοι, απ’ αυτόν τον ξεχωριστό άνθρωπο θα ξεκινήσω τις συγγνώμες μου στο τέλος του «ΑΠΟ ΜΙΑ ΑΠΡΟΣΕΞΙΑ», ανάρτηση που την τελευταία στιγμή αντικατέστησα την «ΘΑ ΝΑΙ ΣΑΝ ΝΑ ΜΠΑΙΝΕΙ Η ΑΝΟΙΞΗ». Στο μεταξύ μεσολάβησαν και κάποια μηνύματα απ’ τους συμπεθέρους μας τους Κρητικούς, μου ’δειχναν τις σαρικόπιτες, τα σκαλτσούνια και τις τηγανίτες τους, τα ξεροτήγανά τους και παράλληλα μου έδιναν ευχολόγια και οδηγίες για το πώς θα … αντέξουμε το αντάμωμά μας σε 4 ημέρες στη Γερμανία με τα 4 διδυμάκια ζουζουνάκια μας.
Δηλαδή, καταλαβαίνετε, ένα Σάββατο που την ανείπωτη ομορφιά του τίποτε δεν προοιώνιζε ότι θα την διακόψει… και ήδη χάσατε, δεν εννοώ αυτό που έχετε στο μυαλό σας. Λίγο προτού κλείσω για μεσημέρι να ’σου και η αδελφή μου, παιδιά, όχι για να σας κολακέψω, αλλά πως ήταν η Μάρω η Κοντού, αλλά στα 50 της και βγάλε.
-Αδελφέ, έφτιαξα τους κουραμπιέδες που λατρεύει η ανεψιά μου. Θα τις δώσω στην νύφη μου, γιατί πέρσι τους μισούς…»
Συνεχίζοντας την φρενήρη (παλιός χαρακτηρισμός για τις κούρσες…), και ωραία μου κούρσα για το απόγευμα, ερχόμαστε στην ώρα του απογευματινού καφέ. Ακόμα δεν είχαμε ανοίξει κανέναν δέκτη να καμαρώσουμε τα μαντάτα, εγώ έφτιαξα τον τριπλό μου εσπρέσο (μια περίεργη αναλογία, δύο φύσιγγες Ka Ethiopia και μία Decaffeine Arabica, σε κόκκους και η νύφη της αδελφής μου, ελάτε σας έπιασα αφηρημένους, είναι το ίδιο πρόσωπο με τη γυναίκα μου Ε…η, αντί να φάει το συνηθισμένο της πορτοκάλι και μετά για ψυχοθεραπεία τις φλούδες να τις κάνει κομματάκια με το μαχαίρι και να μοιάζουν από μακριά σαν καλαμπόκια, είχε βυθισθεί στην «ΑΝΝΟΥΛΑ» και φτάνοντας στη σελίδα 114 μου πετάει:
- Διάβασες στη σελίδα 114; Εκεί που μπουκάρουν οι Γερμανοί κλωτσώντας την πόρτα για να συλλάβουν τ’ αδέλφια της…
- Ε, λοιπόν, τώρα τι θα παριστάνεις, μου το παίζεις δασκάλα με το βιβλίο και προσπαθείς να με ρωτάς δύσκολα και να διασταυρώνεις αν διάβ… Ε, τότε, κοίταξε να δεις, αυτά εγώ τα ήξερα πριν… παντρευθούμε! Ρώτα με, τουλάχιστον καναν πολλαπλασιασμό, αμέ; Καμιά διαίρεση…
Κι ακριβώς πάνω στο σημείο εκείνο της … διαίρεσης ανοίγω την τηλεόραση (που να μην την άνοιγα) και ΑΡΧΙΣΕ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΑΣ ΔΙΑΙΡΕΣΗΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ.
ΩΣ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ ΤΩΝ ΟΛΩΝ ΥΠΟΔΕΞΟΜΕΝΟΙ
Τα αφήσαμε όλα στη μέση. Έψαξα αμέσως και βρήκα εκείνα τα ανεπανάληπτα ρεμπέτικα, τα θεία, τα ασίκικα που τα παίζανε στα υπόγεια της Νευροκοπίου, εκείνα ντε, χωρίς εξόδους κινδύνου που τρέμανε κι οι πέτρες του λιθόστρωτου της γειτονιάς απ’ τους καημούς. Και καπάκι μαζί και μια «κασέτα» απ’ τις απίστευτες βυζαντινές χορωδίες του Λυκούργου Αγγελόπουλου. Κι αρχίσαμε ν’ ακούμε εναλλάξ μυσταγωγίες θείες απ’ τη μια
Παρασκευή αθλοφόρε φερώνυμε, όθεν προχέεις
ιάματα και πρεσβεύεις υπέρ των ψυχών ημών
Αραπίνα μου σκερτσόζα που κρατάς μεγάλη πόζα
τα ωραία σου τα μάτια κάναν τις καρδιές κομμάτια.
Κι όταν επιμένει ο διάκονος και διαλαλεί
ανώδυνα, ανεπαίσχυντα ΕΙΡΗΝΙΚΑ
και καλήν απολογίαν την επί του φοβερού…
Αντιτάσσει ο γλυκύτατος ο μόρτης
Στην Καλαμπάκα μια βραδιά
θα πάω να μεθύσω
γιατί με κάποια τρελή ξανθιά
έχω σεβντά
θέλω να της μιλήσω
Και συνεχίζει ακάθεκτος ο ψάλτης στον Ακάθιστο Ύμνο:
Χαίρε των δακρύων της Εύας η λύτρωσις
Χαίρε ότι βαστάζει τον βαστάζοντα πάντα
Χαίρε βουλής απορρήτου μύστις
Χαίρε ότι λιμένα των ψυχών ετοιμάζεις
ΧΑΙΡΕ ΝΥΜΦΗ ΑΝΥΜΦΕΥΤΕ.
Να σας πω και κάτι που το ’χετε από καιρό ονειρευθεί, αλλά δεν σας αφήνουν οι κομματικές και … θρησκοληπτικές σας παρωπίδες. Να μπορούσαν, λέει, κάποιοι, που καμώνονται ότι γνωρίζουν από καλλιτεχνικής πλευράς το ΘΕΜΑ και με την εθνική ευαισθησία που απαιτείται να κάθονταν και να ’φτιαχναν την ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ, κάτι ανάμεσα στο «…εν χορδαίς και οργάνοις αινείτε αενάως…» και το «του Γιωργάκη η δοξαριά θα σου κόψει τη μιλιά…». Για να πάψουν, επί τέλους τα ανούσια και βαρειά εμβατήρια στις περιττές, τελικά, παρελάσεις και λοιπές δοξολογίες.
Αυτά σκεφτόμουνα και την έπιασα να κλαίει στην τζαμαρία. Θα πρέπει να κόντευε να την τελειώσει την «ΑΝΝΟΥΛΑ» μας.
- Δικοί μας άνθρωποι, σάρκα από τη σάρκα μας, φυσικά το ανάποδο, τράβηξαν τα πάντα εκείνοι για να μπορούμε εμείς να χαιρόμαστε ΤΟΣΑ ΚΑΙ ΤΟΣΑ ΑΓΑΘΑ ΣΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΤΗΝ ΑΓΑΛΙΑ…
Τότε έσκυψα αυθόρμητα και της φίλησα τα υγρά μάτια και επέστρεψα εδώ στη βιβλιοθήκη μας, στο γράψιμο. Φίλες μου και φίλοι, ορίστε, πάρτε το στυλό και βάλτε το στοίχημα της ζωής σας. Ο καθένας σας, η καθεμιά σας, να ολοκληρώσετε το πιο ενωτικό, το πιο επικό, το πιο ανθρώπινο μήνυμα που έχει σειρά να ακουσθεί σ’ όλη την οικουμένη. Που αν ζούσαν οι μεγάλοι μουσουργοί του Έθνους και του λαού μας θα ’παιρναν –το μήνυμα και θα μας ανέβαζαν όλους στα ουράνια. Αλλά και με τους τωρινούς κάτι θα γίνει. Αρκεί να το πιστέψετε και να το βάλετε στη ρουτίνα σας. Κι όταν θα το ’χετε βάλει στα σκαριά στείλτε το στον Παπαθανάκη να το συρράψει να το συγγράψει με τον δικό του τρόπο. Ξέρει αυτός.
Όταν πάμε να λατρέψουμε έναν ξένο, όταν είμαστε έτοιμοι να τον καθίσουμε κι αυτόν στον σοφρά της μοιρασιάς, έρχονται τα ίδια μας τα καμώματα και κάνουν χαλασιά. Μέσα στην ίδια την καρδάρα του αφράτου κατάλευκου θησαυρού που αρμέγουμε, χύνουμε μετά με τον πάγιο πανάρχαιο τρόπο. Κι άντε καλά, όταν το ξένο πόδι, αυτά με τα άχυρα και τις κοπριές είναι αυτής της ίδιας της αγελάδας, είναι, τότε δεν είναι, δεν θεωρείται τόσο βέβηλη, λες Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει… Αν όμως το άσκεφτο πόδι είναι του Γιάννη, τότε πάρτε όρυζα και κανονίστε, το πιλάφι που θα βγει, ακόμα ακόμα το ριζότο για τους φίλους τον Σέρτζιο Ναταρέλα δεν θα μπορούσε ούτε στο Μάστερ Σεφ να απορριφθεί τόσο σκαιά…
Και όλα αυτά, θα είχαν το γνωστό τέλος, με το που προχωρούσε η νύχτα και μαίνονταν οι βομβαρδισμοί της καημένης της ιστορίας και των ισότιμων (σε όλα) πρωταγωνιστών της, ώσπου ταυτόχρονα προβάλουν τις εκατέρωθεν αλήθειες –επιτιθέμενου και αμυνόμενου πέφτουμε σε διάγγελμα- συνέντευξη του γνωστού γιουνκά γιδοβοσκού, ορίστε του κάνω την τιμή και τα πατρώνυμά του να αναφέρω (θυμίζει τον δικό μας συμπαθέστατο Σουληνό…) σε ένα ακόμα παραλήρημα στη γλώσσα του. Και τώρα σπεύδω να πω ότι την έχει κατακρεουργήσει, την εκθέτει παγκοσμίως, εμείς εδώ οι Θρακιώτες απ’ την ανατολίτικη θυμοσοφία τα νήματα και συνθέσαμε (πλέξαμε) τα καλύτερα υφαντά που και στο Σουφλί ακόμα θα τα ζήλευαν).
Εδώ μια παρένθεση και μόνο –Σταμάτης Κόκοτας- κάποτε είχαμε πει να το ψάξουμε με τον , οι γνωστοί περίεργοι των fake news μας έχουν πρήξει και επεκτείνονται και στα επώνυμα δελτία των ειδήσεων, δείτε: από τις 100 φορές που δείχνουν με οποιονδήποτε τρόπο τις σημαίες των δυο γειτονικών εθνών, οι 90 είναι του Τουρκιστάν η ημισεληνόρριζα και μόνο το υπόλοιπο (10;) η δικιά μας η γαλανόλευκη. Για τι, ρε σεις; τι κώλυμα έχετε, το ξέρετε ότι σας επαινούν και πέρα του Σαγγάριου; Που σκοπεύετε να φθάσετε, στην οριογραμμή του Μεγάλου Αλεξάνδρου; Την έχει κάνει ο αφιλότιμος (Στράτος Διονυσίου), γκιουζελίμ εύηχο ανατολίτικο –αραχτό μογγολικό ιδίωμα, με τα άναρθρα επίθετά της και τις άναρθρες τσομπανικές κραυγές της, την έχει κάνει στ’ αφτιά μας λαομίσητη έως κόκκινο πανί. Ακόμα κι εκείνες τις έξοχες ανατολίτικες παροιμίες, ακόμα και του Ναστραντίν Χότζα τις σοφίες και τα αποφθέγματα τα παραχώνουμε κι αυτά στο χρονοντούλαπο του Ανδρέα του Παπανδρέου, όταν, ιδίως, αναφέρεται σε σαλαμούρες των προσφύγων προγόνων μας κ.τ.λ.π. κι όταν με την «κουρούνα» σύζυγο του μαγάριζαν τους καναπέδες του προεδρικού μας μεγάρου. Και μέσα στο μάσημα της γλώσσας αυτής ΝΑ ΚΑΙ Η ΠΙΟ ΔΥΣΚΟΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΕΞΗ ΓΙΑ τους ΑΛΛΟΦΥΛΟΥΣ: ΘΡΑΚΗ. ΤΡΑΚΙ την βάφτισε ο παλιο(άντε, χαμηλώνω την ένταση της φωνής μου, ακούν και μικρά παιδιά.
ΤRΑΚΙ ;
TRACK ;
TPAKIA ;
Βρε κοπούκι, βρε άθλιε ουραλοαλταϊκό έκτρωμα, βρε
βρε τεβεκέλη
βρε ανερμάτιστε } αυτά περνούν τη λογοκρισία
βρε ανιστόρητε}
Αποκαλύφθηκε, θείε του Ηλία, την πιο κρίσιμη ώρα. Το γράμμα ΘΗΤΑ, είναι αυτό που δύσκολα έως αδύνατο να το προφέρουν οι… Ευρωπαίοι, πόσο μάλλον και τα υπόλοιπα γειτονικά μας φύλα, όπως και το αγγλοσαξονικό το γράμμα ΔΕΛΤΑ. Μου ’λεγε τις προάλλες η άλλη ξαδέρφη μου Α….α και να σας τονίσω, μη βγάλετε βιαστικά συμπεράσματα, πρόκειται για άτομο ανοιχτόμυαλο, προοδευτικό και με ποιότητα, πολύ μακριά από εθνικοπατριωτισμούς και οπισθοδρομικές αναπολήσεις, ορίστε καμαρώστε στη λέξη οπισθοδρόμηση τα σύμφωνα ΘΗΤΑ και ΔΕΛΤΑ: εξαφανίζονται στην δημοτική μας: πισωγύρισμα!!! Το κάνουν για να μην κομπλάρουν έτι περαιτέρω τους βραχυκέφαλους συμπαθείς μας Βαλκάνιους.
- Παιδιά, μην πάτε μακριά. Οι άνθρωποι (σ. συντάκτου… ) είναι βόδια ή προσποιούνται ότι είναι. Το βλέπεις απ’ την αρχή του ταξιδιού, όταν πας να περάσεις τα σύνορα. Κρατώντας εσύ το διαβατήριό σου, άντε και τα αντι-Covid-19 έγγραφά σου νομίζεις ότι τους έδωσες την Γεωμετρία του Τόγκα! Καθόλου ευελιξία, καμία εφευρετικότητα, κανένας ελιγμός, που στα κάτω της γραφής θα διευκόλυνε και τη δική τους τη ζωή. Στο σημείο δε που κοιτούν μια τη φωτο σου στο διαβατήριο, μία εσένα μ’ εκείνο το βλέμμα θηλαστικού, άσε, που ’σαι ρε Χατζηχρήστο…
- Αμάν ρε Α…α, κείνη τη στιγμή ο άνθρωπος μπορεί να ’χει τις σκοτούρες του, τις μαύρες του… Δεν είναι όλοι απ’ το ίδιο πανί κομμένοι. Μην ξεχνάς ότι εδώ τουλάχιστον στον νομό μας, έχουμε νύφες και γαμπρούς με υπόβαθρο και καλλιέργεια που σε κάνει να ντρέπ…
- Ε ναι, τα γνωστά, οι φωτεινές εξαιρέσεις που ενισχύουν τους κανόνες. Ακούστε, τώρα, και μη με διακόπτετε κάτι που είχε συμβεί με τη δική μου την παρέα, προ 15 ετών. Οι δύο «τζαναμπέτηδες» συνάδελφοί μου είχαν αποφασίσει ν’ αλλάξουν αμοιβαία, ξέρεις, τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα κι οι υπάλληλοι που κατόρθωσαν να τα βγάλουν πέρα … χαμπάρι δεν πήραν…
- Αλήθεια, χαχαχα. Τώρα θυμάμαι κι εγώ ένα περιστατικό στο άλλο απ’ τα δύο… κρίσιμα τελωνεία. Ο υπάλληλος καμώθηκε ότι γνωρίζει ελληνικό ποδόσφαιρο και χτυπώντας το στέρνο του… περήφανα είπε «Ιράκλις, Ιράκλις, ιο Ιράκλις (ιο: εγώ δηλαδή, εκείνος… γιατί αυτή η μανία να ιταλοφέρνουμε όλοι οι βαλκάνιοι, ένα είδος … πολιτιστικού καθαρτηρίου, μπίλμιορουμ.). Έκανα κι εγώ ότι εκνευρίζομαι κι άρχισα να βγάζω απ’ την τσάντα μου ένα λαιμό από μισιοκάρικο με ούζο, δικής μας παρασκευής –Σάββατο ήταν-, οπότε αυτός έσπευσε να διορθώσει: RAOK, RAOK…
- Και του ’δωσες το “Δεσποτικόν” μας;
- Μαρτυριάρα είσαι, για χαζό μ’ έχεις; Του ’κλεισα το μάτι και του ’δωσα να καταλάβει ότι θα του το ’δινα διπλάσιο στην επιστροφή. Αλλά τότε, ξαδέρφη είχαμε επιστρέψει μέσω Υψάλων (είστε σοβαροί αθηναίοι μελετητές της ιστορίας μας, για κήπους μας τα πλασάρετε τα Ύψαλα και πάω στοίχημα ότι όπως σχεδόν πάτα αποδεικνύεσθε μανταμσουσούδες της Θρακικής μας περηφάνιας!).
Εδώ θα κλείσω με την φρουτώδη παρένθεση της ξαδέρφης μου, που όταν μας την πρωτοδιηγήθηκε σε υπαίθρια πιτσαρία της Αλεξανδρούπολης, ξεκαρδίστηκαν κι από τη διπλανή ψαροταβέρνα… Ακριβώς όπως έκαμναν κάποτε και οι παλαιοί Ορεστιείς (επίθετο που δώσαμε τιμητικά στον ηθοποιό και σκηνοθέτη Αντώνη Θεοδωρακόπουλο) όταν έδινε εκείνες τις αξέχαστες θεατρικές και σατιρικές παραστάσεις ο πατέρας της, ο και νονός και θείος μου. Ακούστε και κρίνετε:
- Έχουμε ξεποδαριασθεί σε μια κοντινή μας μεγαλούπολη, ντάλα Ιούλιο. Από μακριά μπαίνε στο οπτικό μας πεδίο ένα σχετικά καλαίσθητο, πλην… δίχρωμο παγωτατζίδικο, τώρα το λένε Patisserie Celateri. Αλλά με μια ουρά που θύμιζε τα τωρινά ράπιντ σε φαρμακεία… Και συμφωνήσαμε όλοι ότι μπροστά στο λιοπύρι του μεσημεριού, εκείνου δεν θα λογαριάζαμε καθόλου τον χρόνο αναμονής, άλλωστε εμείς οι ρωμιοί είμαστε υπόδειγμα σ’ αυτά.
- Ορίστε; Έλα, άστο, δεν πιάνει, μόνο στο εξωτερικό, προχώρα …
- Προχωρούσαμε, λοιπόν κι εμείς, διπλαρώσαμε τον τελευταίο της ουράς και αρχίσαμε να κάνουμε όνειρα για το πόσες κούπες θα ήμαστε σε θέση να πάρουμε, όταν…
- Ωχού, μας ξελίγωσες, φτάσε, ντε, στο δια ταύτα.
- Λοιπόν, μετά από ημίωρες προωθήσεις, φτάνουμε επί τέλους στο ζευγάρι των παγωτατζήδων. Άνθρωποι συνεννοήσιμοι, δε λέω, συνεννοημένοι κι έδειχναν από … κοντά ότι ο ένας ήξερε και μιλούσε τη γλώσσα του άλλου!!! Αλλά, ακριβώς ΤΟΤΕ ΑΝΤΙΛΗΦΘΗΚΑΜΕ ΠΟΥ ΑΚΡΒΩΣ ΣΚΟΝΤΑΦΤΕ Η ΔΟΥΛΕΙΑ…
- Δηλαδή, δηλαδή, είχε χαλάσει το σύστημα ψύξης των κάδων παγωτού και δεν…
- Καθόλου, όλοι οι κάδοι τους είχαν αρκούντως παγωμένο και… άφθονο παγωτό, σε χρώματα, βέβαια, περιορισμένα, φραουλί, κόκκινο-πεμπέ, και πράσινο, πιπερμάν που ’λεγε κι ο Ρίζος.
- Μας έσκασες ξάδελφε, συντόμευε, έρχεται η σειρά του αποψινού μας παγωτού, ξέρετε ο Ιταλός
- Ε, αμάν πια, ο άνθρωπος είναι παντρεμένος με Ελληνίδα άσε που έμαθε και καμιά διακοσαριά ελληνικές λέξεις… λοιπόν, φτάνω στο τέλος, θα κατουριέστε, ακούστε τι έκαμναν: Ρωτούσαν αν θέλουμε, οι πελάτες, παγωτό σε μπολάκια ή σε γραμμάρια βάρους σε κουπάκια, μπολάκια, κεσεδάκια, όπως θέλουμε τα λέμε. Αυτοί είχαν τη λέξη F1.( F1, πες τον Χριστόδουλο να σου στείλει τη λέξη στα Κυριλλικά. Θα πάθεις πλάκα). Το λοιπόν, όσοι ήθελαν κάποιο συγκεκριμένο χρώμα παγωτού, είπαμε περιορισμένες οι δυνατότητες επιλογών.
- Ε, τι να σου πω, τώρα, ξάδερφε, εμένα, τώρα, αν μου δώσεις μισό κιλό παγωτό «ΟΡΕΣΤΗΣ» θα το….
- … έπαιρνε η σκυθρωπή ουρία ένα χλουπ σε κείνο, ξέρετε το …“παγωτορίχτη” με το ημισφαίριο που αλλάζει … ημισφαίριο και εκβάλλει το παγωτό, καθάριζε μια παρακείμενη ζυγαριά με …δράμια, ζύγιζε προσεκτικά τη μπουκιά…
- Απίστευτο … κι αν παράγγελνες π.χ. μισό κιλό, δηλαδή τι σου ’διναν
- Χεχε … θα σας πω, τώρα, όμως, κι εγώ έχω μπερδευθεί, μάλιστα κάποιος απ’ την παρέα μας ήθελε επιπρόσθετα κι άλλα … χρώματα, μανταρινί, πορτοκαλί, βυσσινί, κίτρινο, διάλεγαν μια έτοιμη γκοφρέ μπάλα, έπαιρναν το απόβαρό της κι άρχιζαν μία- μία να ζυγίζουν τις μπαλίτσες…
- Θα σε δείρουμε όλοι, τι είν’ αυτά που λες, θα ρωτήσω τον γνωστό μου υποπρόξενο της…
- Εμένα, ρώτα! Αλλά, μην με ρωτήσετε σε ποια λύση κατέφυγα, τελικά, θα με κυνηγάτε μέχρι το Φάρο και πέρα ίσαμε τον Σταθμό…
Αγαπητές μου αναγνώστριες, αγαπητοί μου αναγνώστες, γνώστες, βεβαίως, σχεδόν όλων των θρακικών προβλημάτων, το κόβω στο … παγωτό και εκτρέπω, καιρός ήταν, όλη τη συζήτηση με την Α.….α στην κανονική μας ροή, αρκετά χαλαρώσατε, μην ξεχνιέστε!
ΕΩΣ ΕΔΩ ΤΥΠΕ! ΚΑΙ ΜΗ ΠΑΡΕΚΕΙ! Brack! (στη γλώσσα σου, με την οποία συγγενέψαμε, τσιγκενέ μοναχοφάη!). Μας τα πρήζεις 28 χρόνια τώρα, βάζω μέσα και τα χρόνια της δημαρχίας σου, ΑΚΟΥ ΠΩΣ ΤΟ ΠΡΟΦΕΡΟΥΜΕ ΕΜΕΙΣ ΤΟ ΘΗΤΑ
παλιο…….. α
» …….. β
» …….. γ
» …….. π
» …….. χ
Άκου πως προφέρουμε εμείς τη λέξη ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ την ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ, την πόλιν που δεν κριθήκατε άξιοι ούτε να την ονειρευθείτε, παρ’ όλο που σας στρώσαμε τα πιο ζωγραφισμένα σεντόνια της Ανατολής!
ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙΣ ΒΡΕ ΠΑΛΙΟ ΤΑΤΑΡΕ ΞΕΧΑΡΒΑΛΩΜΕΝΕ, ΝΑ ΔΙΕΚΔΙΚΕΙΣ ΤΗΝ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑ ΕΝΟΣ ΤΟΠΟΥ, ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΠΡΟΦΕΡΕΙΣ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ;
ΘΡΑΚΗ be εντεμσίζη!
ΘΡΑΚΗ be μπουνανμίση!
ΘΡΑΚΗ be σαλόζη!
ΘΡΑΚΗ be τεβεκέλη!
Που σε κάποιες περιόδους που έχτιζες τα παλάτια σου, μας το ’παιζες φίλος και προστάτης και συναγωνιστής… Και μας είχες παρασύρει κι εμάς, που ’χουμε πιει τόνους ρακές και τσίπουρα, τσικουδιές με σύντεκνούς σου. Που τους αγαπήσαμε γιατί είδαμε σ’ αυτούς τους δικούς μας τους καημούς! Α PARATA MAS! TA 5 ΑΛΦΑ! ΠΑRTA και θα σε χρωστάμε κι άλλα!
Φίλες μου και φίλοι, συγχωρείστε μου αυτή την κατ’ άλλους οργίλη ίσως και χυδαία μου επίθεση, ηρεμώ τώρα. Ένα θα σας πω και θα απευθυνθώ στον Σταύρο για να κλείσει εκείνος, αυτή μας την ανάρτηση. Θα ήταν 9 και 10΄ το βράδυ της Παρασκευής όταν ακούστηκε απ’ το PALIOSTOMA του η κραυγή TRAKI. Κείνη τη στιγμή, αν θέλετε το πιστεύετε, ακούστηκαν πόρτες από διπλανά σπίτια ν’ ανοίγουν, τα γειτόνια μου άρπαξαν (προκαταβολικά για την 25η Μαρτίου;) τις σημαίες τους κι όλοι ξεχύθηκαν στα πεύκα… Κι αυτά που ξεστόμιζαν για τον γείτονα Presidente (είδατε, προσπαθώ να τον …καλλωπίσω) ωχριούν μ’ αυτά που σας παρέθεσα…
Λοιπόν, άκου αγαπητέ μας Σταύρο Παπαθανάκη. Πάψε, επί τέλους, να μας το παίζεις σεμνός… Γιατί δεν βγαίνεις στο ξέφωτο (προσκήνιο) και να τους πεις, όχι στους γείτονες εξ Ανατολών αλλά στους ημέτερους ταχαμουτζήδες. Ότι είσαι απ’ τους ΠΡΩΤΟΥΣ ΘΡΑΚΟΛΟΓΟΥΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ. Ότι είσαι σε θέση να διδάξεις περί της χώρας του Ορφέα απ’ τους κέρβερους Οδρύσες του Βορρά, τους αφέντες Βεσσούς της λιτότητας και τους Δάκες της πρώτης στον κόσμο θρησκείας. Το πνεύμα εκείνο της πνευματικής και μουσικής ευζωίας του Διόνυσου και των Βάκχων απλώνεται μέχρι τους αμπελώνες της Θάσου και τις βάρκες των Λαιστρυγόνων σε ανταπόκριση με την Τροία του Πάρη…
Τόλμησες, άραγε, να τους πεις πόσο πληγώθηκαν οι σημερινοί υπερασπιστές της Θράκης μας, όταν οι γνωστοί καρεκλοκένταυροι σε άφηναν παντελώς εκτεθειμένο, τότε που είχες την ΤΟΛΜΗ και κόντρα σε πολλά στοιχεία της φύσης να εκδώσεις το απαράμιλλο έντυπο «ΒΟΡΕΑΣ». Τότε που οι ίδιοι έβαλαν τις παχυλές τους πλάτες (επίθετο που πάει περισσότερο σε … κοιλιές), σου ’δωσαν ελπίδες, που αποδείχθηκαν φρούδες και που μόνο η βαθειά αγάπη σου και της οικογένειάς σου στον ΙΕΡΟ ΜΑΣ ΤΟΠΟ δεν σε άφησε να μεταναστεύσεις σε μαλακότερες μιλίνες…
Ντροπή, ρε σεις! Καλά, σήμερα έχω ξεσαλώσει εντελώς. Κι έχετε και το θράσος –δεν νομίζω ότι είναι παράγωγο της … «Θράκης», να βγαίνετε κι από πάνω λάδι (χωριό της επαρχίας Διδυμοτείχου). Το πράγμα έφτασε στο απροχώρητο. Εσένα το λέω, στο βάθος που μου ξερογλείφεσαι! Αφήστε τις υγιείς δυνάμεις της Θράκης μας, τις ΑΚΟΜΜΑΤΙΣΤΕΣ να αδράξουν τη σκυτάλη,
ΝΑ ΣΙΓΟΝΤΑΡΕΤΕ
ΔΕΝ ΣΑΣ ΖΗΤΑΜΕ ΝΑ ΠΡΩΤΟΠΟΡΕΙΤΕ
ΝΑ ΜΑΣ ΠΙΑΣΕΤΕ ΤΟ ΧΕΡΙ, ΘΕΛΟΥΜΕ
ΑΝ ΔΕΝ ΤΟ ΚΑΝΕΤΕ, ΤΩΡΑ, ΠΟΥ ΗΓΓΙΓΚΕΝ Η ΩΡΑ
ΤΟΤΕ ΘΑ ΑΡΧΙΣΟΥΜΕ ΝΑ ΣΚΑΛΙΖΟΥΜΕ. ΔΕΝ ΘΑ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΤΕΤΡΑΓΩΝΙΚΟ, ΤΙΣ ... «ΣΠΙΘΑΜΕΣ» ΤΙΣ ΕΧΟΥΜΕ ΒΑΡΕΘΕΙ. ΟΥΤΕ ΣΤΑ ΡΙΖΙΑ ΟΥΤΕ ΣΤΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΕΣ ΠΟΛΛΩ ΔΕ ΜΑΛΛΟΝ ΣΤΗΝ ΝΕΑ ΒΥΣΣΑ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΡΑΘΕΟΔΩΡΗ.
Και λέω ν’ αρχίσουμε από κείνα τα κουβούκλια, κοτέτσια, τρώγλες γεωμετρικές χωρίς παράθυρα στον ήλιο, περιστερώνες εδάφους –εδάφους; Σπιτούδια για το παιχνίδι «κλέφτες και αστυνόμοι»; Και προσέξτε, αλλά θάρρος μην παίρνετε. Δεν έχουμε κανένα στοιχείο. Επί του παρόντος. Είπαμε, λέμε να ξεκινήσουμε το σκάψιμο και μετά φρεζάρουμε.
Και το γκρεμισμένο κτίριο, από το πλαϊνό, στη ΔΗΜΑΡΧΙΑ. Στο σημείο αυτό θυμήθηκα την αξέχαστη ρήση του Αλέξανδρου Παρθενίδη όταν του μίλαγαν για ουδέτερα… «Δημαρχείο». Έτσι να πείτε το κοτέτσι σας. Εδώ εμείς έχουμε ΤΗ ΔΗΜΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΗΣ, ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΟΡΕΣΤΙΑΔΑΣ».
Και τα πεύκα της ίδιας πόλης. Ιδία τα βόρεια, αυτά που «κοιτούν» την Αδριανούπολη. Και τα πεζοδρόμια της Γ. Σταθάτου μπροστά στον αείμνηστο δήμαρχο Αθ. Πανταζίδη!!!
Και τα αίσχη της Δραγάνας της πρωτεύουσάς μας. Και ποιος ξέρει το Σουφλί, το Διδυμότειχο κι οι Φέρες πόσα… δικαιούνται!
ΑΥΤΑ! Και τώρα την απολογία μου: Είχα σχεδόν έτοιμη την 40σέλιδη νέα μου αφιέρωση με τίτλο «ΘΑ ’ΝΑΙ ΣΑΝ ΝΑ ΜΠΑΙΝΕΙ Η ΑΝΟΙΞΗ» και ετοιμαζόμουνα να τη δώσω για χτένισμα και … σελιδοποίηση (αχ ο παλιός Βορέας…) αλλά πες το βιβλίο, πες οι βομβαρδισμοί, πες το .. “TRAKI” με υποχρέωσαν να γράψω μέσα στο καυτό το γνωστό 24ωρο αυτό το κατασκεύασμα, που σας παρακαλώ σουλουπώστε το και βάλτε εσείς τον τίτλο του:
«ΑΠΟ ΜΙΑ ΑΠΡΟΣΕΞΙΑ»
Και θα σπεύσω να ζητήσω ταπεινά συγγνώμην (προσωρινά, μέχρι την Καθαρά Δευτέρα) από τα εξής άτομα:
1) Ίνα Ταράντου
2) Χρήστος Ντούμας
3) Ηλίας Παπαλάϊος
4) Κ. Θεο…ς, ο αγαλμάτινος λεβέντης της δομής Φυλακίου
5) Σεράζ ο διερμηνέας της δομής Φυλακίου
6) Σέρτζιο Ματαρέλα, πρόεδρος της Ιταλικής δημοκρατίας
7) Μαρ. Καρ. Αρ ιταλοελληνίδα καθηγήτρια ξένων γλωσσών
8) Ιβάν Σαββίδης
9) Βαγγέλης Μαρινάκης
10) Αλέξης Κούγιας
11) Γιώργος Κούδας
12) Τ. Θωμ.
13) Βλ. Πούτιν
14) Βλ… Βλ…
15) Αντώναρος – Κύρτσος
16) Σωτ. Καρ…ένας νέος της εποχής μας με παρά 100 ετών
17) Δ. Χ…ρν..ς επέβλεψε την κατεδάφιση μιας από τις ιστορικότερες οικίες της Νέας Ορεστιάδας
18) Λευτέρης Χαμαλίδης
19) Βασίλης Μαυρίδης
20) Π. Γερουλάνος, ακόμα κι εγώ δεν καταλαβαίνω πως παρεισέφρησε στην απροσεξία, μια ζωή προσεκτικός και τιτίζης...
Από μιαν απροσεξία κάηκε μια συνοικία
κάηκε κι ένα σχολείο πούτιν ορφανοτροφείο
κάηκε και μια δασκάλα με τα μάτια τα μεγάλα
Δυο αδέλφια τα καημένα στη φωτιά αγκαλιασμένα
από μια λογομαχία μια μεγάλη αδικία
Από μιαν απροσεξία κάηκε ένα σταυροδρόμι
που ανταμώνανε οι δρόμοι.
Σω…ρ…ς Μπ..ρ…λης ο του Χ…τ..δού…
τ |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου