ΜΙΜΗΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ : «Ο ΦΙΛΟΣ ΜΟΥ ΣΩΤΗΡΗΣ ΤΣΕΡΚΕΖΗΣ»
«Ο Σωτήρης γεννήθηκε το 1945. Ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερός μου. Ήμασταν παιδικοί φίλοι. Στο πανεπιστήμιο ήμασταν συγκάτοικοι. Τότε γνώρισε τη γυναίκα του την Παγώνα Πιπέρη. Στα φοιτητικά χρόνια ήταν πολύ μελετηρός. Ήταν ο τύπος που ενδιαφερόταν για όλους και για όλα. Η φοιτητική παρέα της Θεσσαλονίκης ήμασταν εγώ, ο Σωτήρης Τσερκέζης, ο Γούλης Δεμιρίδης (δασολόγος), ο Νίκος Μαρτίνης (γιατρός), ο Πέτρος Κασάπης (οδοντίατρος), ο Ανδρέας Τσίρος (χημικός) και ο Πέγιος Στέργιος που πέθανε φοιτητής το 1968 σε ηλικία 22 ετών.
ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ
»Την ημέρα που ξέσπασε η δικτατορία, εγώ καθόμουν στη Μελενίκου και πιο πάνω στο ίδιο δρόμο ο Σωτήρης με τον Γούλη Δεμιρίδη. Αμέσως επιβλήθηκε απαγόρευση κυκλοφορίας. Εκείνη την ημέρα επρόκειτο να μας επισκεφθεί στη Θεσσαλονίκη ο φίλος μας Δημήτρης Λούτης (δικηγόρος) και μας είχε ειδοποιήσει για την άφιξή του. Ήρθε στο σπίτι ο Σωτήρης για να πάμε στο ΚΤΕΛ και να τον παραλάβουμε. Πλησίαζε η ώρα της απαγόρευσης της κυκλοφορίας. Πήγαμε και σταματήσαμε στην Πλατεία Αριστοτέλους. Βέβαια μας έπιασε η απαγόρευση της κυκλοφορίας εκεί και τρέχοντας μπήκαμε σε ένα πατσατζίδικο που υπήρχε τότε, «ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙΣ», επί της Εγνατίας, όπου περάσαμε όλη τη νύχτα. Χτυπιόταν κι έλεγε ότι αυτοί είναι σίγουρα δικτάτορες και θα μας καθαρίσουν. Έκλαιγε τότε. Όχι από φόβο αλλά από αγανάκτηση.
ΕΝΑΣ ΦΟΒΕΡΟΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ
»Ήταν ένας φοβερός δημοκράτης σε όλα του. Είχε λίγους φίλους πραγματικούς. Τους τιμούσε και τους εκτιμούσε πάντοτε. Συμμετείχε στα προβλήματά τους.
»Σαν γιατρός ιδιώτης, αν εξακολουθούσε να είναι ιδιώτης, θα πέθαινε στην πείνα, γιατί δεν έπαιρνε από κανέναν λεφτά. Εγώ χάρηκα που διορίστηκε, γιατί θα είχε έναν μισθό.
»Έναν άνθρωπο που αγαπούσε ήταν ο Στέφανος Μπεκιαρίδης. Τέσσερις ήταν οι νεανικοί φίλοι του και πέρασε μαζί τους τα νεανικά και τα φοιτητικά χρόνια. Εγώ, ο Δημήτρης Λούτης, ο Χρήστος Μήλιος – υπάλληλος τράπεζας και γαμπρός του πρώην προέδρου του Αρείου Πάγου Βασίλη Κόκκινου και ο Γιώργος Βουτσίδης – δικηγόρος.
»Ποτέ δεν ήθελε να έχει πρώτο ρόλο. Ήθελε να είναι πάντοτε μέσα στα πράγματα, γιατί εξάλλου και με τις τόσες πιέσεις μπορούσε να γίνει δήμαρχος. Εγώ πριν καιρό του είχα πει ότι κάνει κακό στην Ορεστιάδα, γιατί μπορείς και δεν ασχολείσαι και πλην των άλλων έχεις εντιμότητα. «Αν ασχοληθώ θα πεθάνω. Θέλεις να πεθάνω;» μου είχε πει επί λέξει. Ήταν πολύ ευαίσθητος και γι’ αυτό ήθελε να κρύψει την ευαισθησία του με το ύψωμα της φωνής του. Κι επειδή ήξερα την ευαισθησία του, εγώ ποτέ δεν του κακομίλησα.
»Αν την ευφυΐα την μετρούμε με 100, εγώ τη δική του τη μετράω με 100+1.
»Νύχτες ολόκληρες περνούσαμε σαν φοιτητές ξενυχτώντας. Συζητούσαμε για τα πολιτικά και πίναμε. Πίναμε πολύ. Δεν υπήρχε λόγος για να πίνουμε. Για να ξεφύγουμε από το πλάκωμα. Ήμασταν δημοκράτες και ζούσαμε σε μια σούπερ-δεξιά πόλη. Πηγαίναμε βόλτα το καλοκαίρι και από πίσω μας ήταν η ασφάλεια. Όλη εκείνη η φουρνιά που σπουδάζαμε, ο Αντώνης Τυμπανίδης, οι Καφετζήδες, ο Σωτήρης Τσερκέζης, εγώ, ο Δημήτρης Λούτης, οι Μαρτίνηδες, ο Γιώργος Βουτσίδης, ήμασταν όλοι δημοκράτες. Τι κακό κάνανε αυτά τα παιδιά τότε, που η τότε δεξιά κοινωνία της Ορεστιάδας προσπαθούσε να τα απομονώσει; Αυτοί οι άνθρωποι αγωνίστηκαν με πρώτο και καλύτερο και ηγέτη τον Σωτήρη Τσερκέζη.
»Τελευταία δε, όπως το είχε πει ο ίδιος, ήταν πικραμένος με τα όσα συνέβαιναν στο Δημοτικό Συμβούλιο. Καθετί που έλεγε, το ζούσε».
\
Δημοσιεύτηκε στον "Βορέα"(τεύχος 23) τον Απρίλιο του 2007, πριν 15 χρόνια!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου